ΡΩΣΙΑ
Συνταγματικές αλλαγές για οικονομική και στρατιωτική ενίσχυση

Διορίστηκε νέος πρωθυπουργός ο Μ. Μισούστιν μετά την παραίτηση του Ντ. Μεντβέντεφ

Σάββατο 18 Γενάρη 2020 - Κυριακή 19 Γενάρη 2020

Ο Βλ. Πούτιν και ο Μ. Μισούστιν
ΜΟΣΧΑ.--

Πολιτικές εξελίξεις σημειώθηκαν αυτήν τη βδομάδα στη Ρωσία με την παραίτηση της κυβέρνησης του πρωθυπουργού, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, λίγες ώρες μετά την εξαγγελία αλλαγών στο Σύνταγμα που ανακοίνωσε ο Πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ως μέρος της καθιερωμένης ετήσιας ομιλίας του για την κατάσταση του έθνους στην Ομοσπονδιακή Συνέλευση.

Την Πέμπτη, ακολούθησε ο διορισμός - από την κρατική Δούμα (Κάτω Βουλή) - του νέου πρωθυπουργού, Μιχαήλ Μισούστιν, τον οποίο είχε προτείνει ο Πούτιν. Ο Μ. Μισούστιν είναι 54 χρόνων και από το 2010 μέχρι σήμερα ήταν επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Φορολογικής Υπηρεσίας.

Ο Βλ. Πούτιν τονίζοντας ότι η χώρα δεν χρειάζεται νέο Σύνταγμα, ανακοίνωσε ορισμένες αλλαγές που θα ισχύουν για την «εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική εξουσία».

Μετά το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, ο Μεντβέντεφ προτείνεται να αναλάβει τη νεοσύστατη θέση του αντιπροέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας (πρόεδρος είναι ο Βλ. Πούτιν), ενός ισχυρού συμβουλευτικού οργάνου για θέματα εθνικής ασφάλειας, άμυνας, εξωτερικής πολιτικής κ.λπ. Οι υπόλοιποι υπουργοί θα παραμείνουν ως υπηρεσιακοί.

Για την επικύρωση των συνταγματικών αλλαγών θα διεξαχθεί δημοψήφισμα έως την 1η Μάη.

Οι αλλαγές στο Σύνταγμα

Ανάμεσα σε άλλες αλλαγές στο Σύνταγμα ο Πούτιν ανέφερε: Να περιοριστεί η εξουσία του Προέδρου να διορίζει μέλη της κυβέρνησης και να αυξηθεί η εξουσία του Κοινοβουλίου, ώστε ο Πρόεδρος να μην μπορεί να απορρίψει τους υποψηφίους που επέλεξε το Κοινοβούλιο. Πάντως, ξεκαθάρισε πως «η Ρωσία θα πρέπει να παραμείνει ισχυρή Προεδρική Δημοκρατία και επομένως ο Πρόεδρος πρέπει σίγουρα να διατηρήσει το δικαίωμα να καθορίζει τα καθήκοντα και τις προτεραιότητες της κυβερνητικής δραστηριότητας καθώς και να απολύει τον πρόεδρο της κυβέρνησης, τους βουλευτές και τους υπουργούς».

Ως προς την απαγόρευση ανάληψης της Προεδρίας της χώρας από το ίδιο πρόσωπο για πάνω από δύο συνεχόμενες θητείες, είπε πως παρότι δεν το θεωρεί πρωταρχικό ζήτημα, ωστόσο συμφωνεί. Αφησε όμως ανοιχτό το αν θα περιλαμβάνονται στο Σύνταγμα τέτοιες αλλαγές ή αν η Βουλή θα έχει αρμοδιότητα να παρατείνει τη θητεία του Προέδρου. Αρκετά διεθνή και ρωσικά δημοσιεύματα έκαναν λόγο για ενδεχόμενη προετοιμασία του «εδάφους», ώστε με κάποιον τρόπο ο Βλ. Πούτιν να παρατείνει την εξουσία του μετά το 2024.

Πρότεινε να κατοχυρωθεί η υπεροχή του ρωσικού Συντάγματος έναντι του Διεθνούς Δικαίου με την εξής διατύπωση: «Οι απαιτήσεις του Διεθνούς Δικαίου και των Συνθηκών, καθώς και οι αποφάσεις διεθνών οργανισμών μπορούν να ισχύουν στο έδαφος της Ρωσίας μόνο στο βαθμό που δεν συνεπάγονται περιορισμούς στα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ανθρώπου και των πολιτών και δεν αντιβαίνουν στο Σύνταγμά μας».

Επίσης, προτείνει «να μην μπορούν να κατέχουν υψηλόβαθμα αξιώματα του κράτους άτομα που κατέχουν ξένη υπηκοότητα, άδεια παραμονής, ή άλλο έγγραφο, που τους επιτρέπουν να διαμένουν μόνιμα σε ξένο κράτος». Την πρόταση αυτή παρουσίασε ως «θωράκιση από ξένες επεμβάσεις».

Κατά τ' άλλα, η ομιλία του επικεντρώθηκε σε εσωτερικά οικονομικά θέματα για την ενίσχυση της καπιταλιστικής οικονομίας της Ρωσίας, ενώ εξήγγειλε και ορισμένα «ψίχουλα» για την αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας και της μείωσης του πληθυσμού, που κυριολεκτικά σαρώνουν τη χώρα εδώ και δεκαετίες μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού. Ανάμεσα σε άλλα, ανακοίνωσε σχολικά γεύματα για τους μαθητές σε ορισμένες τάξεις του Δημοτικού, επίδομα παιδιών, κίνητρα στέγασης για νέα ζευγάρια κ.ά.

Επίσης, ο Βλ. Πούτιν υπογράμμισε την πρωταρχική «ευθύνη» των πέντε μόνιμων και ιδρυτικών μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που είναι και πυρηνικές δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Κίνα, Ηνωμένο Βασίλειο), στη διασφάλιση της παγκόσμιας «ασφάλειας», στο να «καταλήξουν σε νέες προσεγγίσεις για να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα σε ολόκληρο τον κόσμο».

Ταυτόχρονα, διαφήμισε τις «αμυντικές δυνατότητες» της Ρωσίας, λέγοντας πως «για πρώτη φορά στην ιστορία ύπαρξης πυραυλικών και πυρηνικών όπλων» η Ρωσία προηγείται και άλλες κορυφαίες χώρες προσπαθούν να ακολουθήσουν.