Στις 13 Δεκέμβρη εκδηλώνεται το βασιλικό αντιπραξικόπημα και ο Κωνσταντίνος μεταβαίνει στην Καβάλα, αφού υπολόγιζε στην υποστήριξη των διοικητών όλων των στρατιωτικών σχηματισμών της Βόρειας Ελλάδας. Στο σχέδιό του ήταν, έχοντας στο πλευρό του όλες τις μονάδες της Β. Ελλάδας και της Θεσσαλίας, να ασκήσει πίεση στη χούντα και να απαιτήσει την παράδοση της εξουσίας.
Ομως, ο Γλύξμπουργκ υπολόγιζε χωρίς τον ξενοδόχο. Μια σειρά συνεργατών του την τελευταία στιγμή υπαναχώρησαν, με αποτέλεσμα ορισμένες κρίσιμες μονάδες, όπως οι μονάδες τεθωρακισμένων, να μην πάρουν μέρος, όπως υπολογιζόταν αρχικά, στο πραξικόπημα. Κάποιοι άλλοι από τους συνεργάτες του βασιλιά λειτουργούσαν ως πράκτορες της χούντας, αφού, όπως αποδείχτηκε, η χούντα γνώριζε εκ των προτέρων όλες τις κινήσεις του βασιλιά. Ετσι, μέσα σε λίγες ώρες αποδείχτηκε ότι ο βασιλιάς δε διέθετε τις απαραίτητες δυνάμεις και η χούντα πέρασε στην αντεπίθεση, συλλαμβάνοντας τους συνεργάτες του και κινητοποιώντας τις πιστές σ' αυτήν μονάδες. Τα ξημερώματα της 14ης Δεκέμβρη 1967, όταν πια το ενδεχόμενο της σύλληψής του από τις δυνάμεις της χούντας ήταν πολύ πιθανό, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα. Την επομένη, η χούντα ορίζει αντιβασιλιά τον αντιστράτηγο Ζωιτάκη και «πρωθυπουργός» αναλαμβάνει ο Γ. Παπαδόπουλος.