ΣΤΕΛΙΟΣ ΤΑΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Ενας πρωτοπόρος κινηματογραφιστής
Σάββατο 18 Απρίλη 2020 - Κυριακή 19 Απρίλη 2020

Ο Στέλιος Τατασόπουλος
Με αφορμή την προβολή της ταινίας «Κοινωνική σαπίλα» του Στέλιου Τατασόπουλου, της πρώτης ελληνικής ταινίας κοινωνικής κριτικής με ρεαλιστικό θέμα και πλαίσιο δράσης την εργατική τάξη, από τη Δευτέρα έως και την Τετάρτη στην ιστοσελίδα της Ταινιοθήκης της Ελλάδας, www.tainiothiki.gr, ο «Ριζοσπάστης» ρίχνει ματιές στη ζωή και το έργο του σπουδαίου αυτού δημιουργού.

***

Ο Στέλιος Τατασόπουλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1908, όπου έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του, μεγαλώνοντας σε μια οικογένεια με τέσσερα ακόμα αδέρφια. Ο πατέρας του, Δημήτρης, ήταν σοσιαλιστής. Τα παιδιά από μικρά «μπολιάζονται» με τις αξίες και τα ιδανικά του σοσιαλισμού, με τη βαθιά αγάπη και τον σεβασμό για τον άνθρωπο της δουλειάς. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή η οικογένεια έρχεται στην Ελλάδα. «Ημουν 14 στα 15 όταν ήρθα από την Κωνσταντινούπολη στην Ελλάδα. Μες στη μιζέρια».

Ο Στέλιος από μικρός διακρίθηκε σε αθλήματα, ενώ ασχολούνταν και με το γράψιμο και τη ζωγραφική. Εκείνο όμως που τον κέρδισε ήταν η δραματική τέχνη και κυρίως ο κινηματογράφος. Σπούδασε θέατρο κοντά στον Δημήτρη Ροντήρη και τον Αιμίλιο Βεάκη και κινηματογράφο στη σχολή «DAG FILM» των αδελφών Γιαζιάδη. «Οταν έφτασε η σειρά μου με ρώτησαν πόσων χρόνων είμαι. Εγώ τότε δεν είχα κλείσει τα 17. Είπα 20. Τελικά πέρασα τις εξετάσεις... Υστερα από ενάμιση, δυο χρόνια, κάναμε την πρώτη ταινία "Ερως και κύματα". Ακολούθησαν "Το λιμάνι των δακρύων" και "Οι απάχηδες των Αθηνών"».

Στα χρόνια του Μεσοπολέμου οργανώνεται στο ΚΚΕ, στο οποίο παρέμεινε έως το τέλος της ζωής του. Το 1929 έφυγε για το Παρίσι, για να επεκτείνει τις σπουδές του στον κινηματογράφο. Είναι ο πρώτος που σπούδασε κινηματογράφο στο εξωτερικό, ο πρώτος που είδε την τέχνη του σε σχέση με τα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα. Το 1931 επέστρεψε στην Ελλάδα και γύρισε την ταινία «Κοινωνική σαπίλα». Το 1933 ξαναγυρίζει στο Παρίσι για σπουδές κινηματογραφικής σκηνοθεσίας και λαμβάνει το δίπλωμά του το 1937. Τα επόμενα χρόνια θα εργαστεί στη Γαλλία ως τεχνικός και βοηθός σκηνοθέτη.

Από τα γυρίσματα της ταινίας «Μαύρη γη»
Το 1939 επιστρέφει στην Αθήνα, όπου θα δουλέψει έως το 1953 ως λογιστής στον Κτηματικό Οργανισμό για την επιβίωση ολόκληρης της οικογένειας. Στη διάρκεια της Κατοχής ο Τατασόπουλος, το 1943, υπό την καθοδήγηση των παράνομων Οργανώσεων του Κόμματος, συμμετέχει στην ίδρυση του Σωματείου Καλλιτεχνών Κινηματογράφου, όπου παραδίδονταν μαθήματα κινηματογράφου και υποκριτικής, μαζί με τους Δημήτρη Χριστοδούλου, Γιώργο Φούντα, Μιχάλη Νικολινάκο. Εκείνα τα χρόνια γυρνά και επίκαιρα που προβλήθηκαν στους κινηματογράφους κατά την απελευθέρωση. Σε συνέντευξή του στον «Ριζοσπάστη» το 1985 ο Τατασόπουλος ανέφερε: «Οι Γερμανοί αποχωρούσαν και η Αθήνα ήταν κυριολεκτικά στα χέρια του ΕΑΜ. Θυμάμαι συζητούσα με τον Ηλία Περγάντη, έναν οπερατέρ, αριστερό παιδί και αυτός, για το αν θα μπορούσαμε να τραβήξουμε κανένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή των ανταρτών. Ρώτησα, λοιπόν, την Οργάνωσή μου στο Θησείο και μου είπαν ότι μπορούμε να πάμε έξω από την Ελευσίνα, στη Μάντρα, όπου ήταν στρατοπεδευμένο το 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Καθώς πλησιάζαμε, αντιληφθήκαμε πως το σύνταγμα χτυπούσε τους Γερμανούς που υποχωρούσαν. Είχα δύο οπερατέρ μαζί μου και έστειλα τον έναν και τράβηξε αρκετές σκηνές από τη μάχη... Τραβήξαμε σκηνές από τη ζωή στο στρατόπεδο, την εκπαίδευση ενός λόχου νεαρών ΕΛΑΣιτών...».

Να καλυτερέψουμε τη ζωή των ανθρώπων

Το 1951 ιδρύει το Συνεταιρισμό Παραγωγής Ταινιών και το 1952 γυρίζει τη «Μαύρη γη». Μια ταινία μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, ταυτόχρονα. Μαζί με το «Πικρό ψωμί» του Γ. Γρηγορίου κατατάσσονται στις πρωτοπόρες ταινίες του ελληνικού νεορεαλισμού. Προλογίζοντας την προβολή της ταινίας σε τιμητική εκδήλωση της Ενωσης Κινηματογραφιστών της ΕΣΣΔ στη Μόσχα το 1983 ο Στ. Τατασόπουλος ανάφερε: «Η ταινία γυρίστηκε στη Νάξο, στους ίδιους χώρους όπου εξελίσσεται η υπόθεση. Πραγματεύεται τη σκληρή ζωή των σμυριδωρύχων της Νάξου, που δουλεύουν με τις πιο σκληρές συνθήκες. Γιατί ακόμα η εξόρυξη αυτού του σκληρού ορυκτού γίνεται με τα πιο αρχέγονα μέσα. Με τα χέρια, την αξίνα, το φτυάρι και το δυναμίτη, που πολλές φορές σκορπάει το θάνατο...». Πολλοί από τους συντελεστές ήταν μέλη του Σωματείου Καλλιτεχνών Κινηματογράφου.

Ο συνεταιρισμός διαλύεται και ο Τατασόπουλος αναγκάζεται για λόγους βιοπορισμού να στραφεί στον εμπορικό κινηματογράφο. Η υπόλοιπη φιλμογραφία περιλαμβάνει μελοδράματα και κωμωδίες με λαϊκούς χαρακτήρες, χωρίς ποτέ όμως να εγκαταλείπει τις αρχές του και δίνοντας πάντοτε έμφαση στον κοινωνικό προβληματισμό. Στα χρόνια της δικτατορίας συμμετείχε, αψηφώντας τις απαγορεύσεις, στη σύσταση της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Πέθανε το 2000.

Η αντίληψή του για την Τέχνη που υπηρέτησε σε όλη του τη ζωή συνοψίζεται στα παρακάτω λόγια: «Μπορεί μια ταινία να φαίνεται νέα, όμως πολλές φορές κάθε άλλο παρά κινηματογράφος είναι. Πρέπει να υπάρχει σενάριο, θέματα ζωντανά που να ενδιαφέρουν τον κόσμο. Κάθε στιγμή αντιμετωπίζουμε καταστάσεις κοινωνικές πολύ άσχημες. Πρέπει να μιλήσουμε για την κοινωνία, να καλυτερέψουμε τη ζωή των ανθρώπων».