Εκτενή αποσπάσματα από την κεντρική ομιλία της Κατερίνας Μιχαλιού
Η αστική προπαγάνδα συνειδητά αποκρύπτει την αλήθεια για την πραγματική τύχη των παιδιών του λαού στην Ελλάδα και πριν από τον εμφύλιο. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, εκατοντάδες νέοι και ανήλικοι διώχτηκαν, φυλακίστηκαν και εκτελέστηκαν, όπως ο Γραμματέας της ΟΚΝΕ, Χρήστος Μαλτέζος. Αντιφρονούντες φαντάροι, κυρίως μέλη της ΟΚΝΕ, στέλνονταν στον Ουλαμό Καλπακίου. Ενα πραγματικό παιδομάζωμα οργανώθηκε από το 1936 έως το 1940, με σχεδόν 1 εκατ. παιδιά Δημοτικού να εντάσσονται στη φασιστική οργάνωση της ΕΟΝ με τη βία, για να εκπαιδευτούν στα φασιστικά πρότυπα και ιδεολογία. Την περίοδο της Κατοχής τα ελληνόπουλα έζησαν τις κακουχίες του πολέμου, δεν πήγαιναν σχολείο, σχεδόν για 10 χρόνια.
Το αστικό κράτος και οι Αγγλοαμερικανοί είχαν στόχο με την εγκληματική τους πολιτική να τσακίσουν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, που παρά την ήττα του Δεκέμβρη του 1944 διατηρούσε επιρροή σε μεγάλο μέρος του λαού. Αντικειμενικά έμπαινε το δίλημμα «Υποταγή ή οργάνωση της πάλης και αντεπίθεση;». Προς τιμήν του, το λαϊκό κίνημα με την καθοδήγηση του ΚΚΕ επέλεξε το δεύτερο.
Ετσι, τα παιδιά βρέθηκαν στις εμπόλεμες περιοχές. Μέρος των πολεμικών επιχειρήσεων του αστικού κράτους ήταν και η εκτόπιση από την ύπαιθρο στις πόλεις 800.000 ανθρώπων (επιχείρηση «ΤΕΡΜΙΝΟΥΣ»), ανάμεσά τους και 150.000 παιδιών, όπου έζησαν σε απάνθρωπες συνθήκες. Από αυτά, 15.000 απομακρύνθηκαν και κλείστηκαν στις γνωστές παιδουπόλεις της βασίλισσας Φρειδερίκης. Στην πλειοψηφία ήταν παιδιά μαχητών, πολλά από αυτά ορφανά. Αυτό ήταν το πραγματικό παιδομάζωμα που έγινε στη χώρα μας.
Στις παιδουπόλεις εφαρμοζόταν ειδικό πρόγραμμα «αποκατάστασης παιδιών», όπως λεγόταν. Τα παιδιά μεγάλωσαν σε περιβάλλον σκληρότητας, ψυχικού εξαναγκασμού με στόχο την ενοχοποίηση και αποκήρυξη των γονιών τους, δηλαδή των μαχητών και υποστηρικτών του ΔΣΕ. Τα παιδιά δεν είχαν δικαίωμα να έχουν επαφή με τους γονείς τους. Λίγα, απ' ό,τι είναι γνωστό, κατάφεραν να φτάσουν ως το Γυμνάσιο σε ό,τι αφορά τη σχολική εκπαίδευση. Εργάζονταν χωρίς πληρωμή σε εργαστήρια της Βασιλικής Πρόνοιας. Οι έφηβοι που αντιστέκονταν σε αυτή την προσπάθεια κλείστηκαν σε φυλακές, βασανίστηκαν και πολλοί οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Πολλά παιδιά αρπάχτηκαν και εξαφανίστηκαν από την Ελλάδα, με τις επίσημες υιοθεσίες - αγοραπωλησίες στην πραγματικότητα - προς την Αμερική, τον Καναδά και άλλες χώρες.
Σε αυτές τις συνθήκες θανάτου, κακουχίας, αρπαγής από το αστικό κράτος των παιδιών των μαχητών του ΔΣΕ και με βάση τα αιτήματα από τα λαϊκά συμβούλια των χωριών να μεταφερθούν τα παιδιά σε ασφαλείς χώρες, 8 μήνες μετά την ίδρυση των παιδουπόλεων η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση (ΠΔΚ) αποφάσισε να τα απομακρύνει από τις εμπόλεμες περιοχές και να εξασφαλίσει όχι μόνο τη ζωή τους, αλλά και την ψυχική τους ηρεμία και τη στοιχειώδη φροντίδα και στοργή που χρειάζονται τα παιδιά. Αυτό αντικειμενικά δεν μπορούσε να γίνει παρά μόνο στις χώρες εκτός του ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Στις αρχές του 1948 η ΠΔΚ απευθύνθηκε στις κυβερνήσεις των Λαϊκών Δημοκρατιών, διατυπώνοντας το αίτημα για φροντίδα και φιλοξενία των παιδιών για όσο το επιβάλλουν οι συνθήκες.
Ετσι, από τις περιοχές των εντατικών πολεμικών συγκρούσεων μετακινήθηκαν περίπου 25.000 παιδιά προς τις σοσιαλιστικές χώρες, κυρίως παιδιά μαχητών του ΔΣΕ, στελεχών και συγγενών τους. Ανάμεσά τους όμως υπήρχαν και παιδιά χωρικών που δεν είχαν σχέση με τον ΔΣΕ, αλλά οι γονείς τους ήθελαν να τα σώσουν από την πείνα.
Η ίδια η μετακίνηση των παιδιών από τον ΔΣΕ ήταν ένας άθλος. Υπήρξε συγκεκριμένη οργάνωση για το ταξίδι. Για τη συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών δόθηκε γραπτή συγκατάθεση από γονιό ή συγγενή (τέτοια έγγραφα και αιτήσεις γονέων παρουσιάστηκαν στην έκθεση τεκμηρίων στον προαύλιο χώρο του Μουσείου). Επειτα εκλέγονταν από τα συμβούλια των γονιών μια κοπέλα, μαχήτρια του ΔΣΕ, η λεγόμενη «μάνα», υπεύθυνη για τη φροντίδα 20 - 25 παιδιών, μαζί με παιδοκόμους, παιδαγωγούς και υγειονομικό προσωπικό.
Μέσω Αλβανίας ο μεγάλος όγκος των παιδιών μεταφέρθηκε στις Λαϊκές Δημοκρατίες της Ουγγαρίας, Τσεχοσλοβακίας, Ρουμανίας, Πολωνίας, Ανατολικής Γερμανίας, Βουλγαρίας και αργότερα στην Τασκένδη.
Καθοριστικό ρόλο και ευθύνη να οργανώσει, σε συνεργασία με τις αρχές των σοσιαλιστικών χωρών, γενικά τη ζωή των παιδιών είχε η Επιτροπή Βοήθειας για το Παιδί (ΕΒΟΠ) που συστάθηκε το Μάη του 1948 με απόφαση του ΚΚΕ και της ΠΔΚ, με έδρα τη Βουδαπέστη και επικεφαλής τον Πέτρο Κόκκαλη, καθηγητή Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μέλη της Επιτροπής ήταν σημαντικοί παιδαγωγοί, όπως η Ελλη Αλέξιου, ο Γ. Αθανασιάδης και άλλοι.
Οι μάνες που έμειναν πίσω μάθαιναν για τα παιδιά τους μέσα από την αλληλογραφία. Είναι χαρακτηριστικά τα πάμπολλα γράμματα μανάδων που απευθύνονται στην ΠΔΚ για να την ευχαριστήσουν που έσωσε τα παιδιά τους.
Η διάσωση και ανατροφή των χιλιάδων παιδιών του ΔΣΕ από τις σοσιαλιστικές χώρες αποδεικνύει την ανωτερότητα τους σοσιαλισμού, τη διεθνιστική αλληλεγγύη που αποτελεί αρχή κάθε επαναστατικού κόμματος και σοσιαλιστικού κράτους.
Αυτή η τεράστια προσφορά των σοσιαλιστικών χωρών δεν προέρχεται γενικά και αόριστα από την ανθρωπιστική φύση του σοσιαλισμού, αλλά από τις ίδιες τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, τον κεντρικό σχεδιασμό, την κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, τον εργατικό έλεγχο. Αυτά είναι που έδωσαν τη δυνατότητα για την άμεση ανταπόκριση στις σύνθετες ανάγκες των προσφύγων, αλλά και τη μακροπρόθεσμη προσαρμογή τους στις τοπικές κοινωνίες, την ενεργή πολιτική και πολιτιστική τους δραστηριότητα, σε συνθήκες μάλιστα που και οι ίδιες είχαν να αντιμετωπίσουν την ανόρθωση των οικονομιών τους από τις καταστροφές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Τα σοσιαλιστικά κράτη με δικά τους έξοδα έθρεψαν, στέγασαν και περιέθαλψαν καταρχάς χιλιάδες παιδιά. Είναι χαρακτηριστικές οι φωτογραφίες από τους παιδικούς σταθμούς, όπως λέγονταν, που διατέθηκαν στις σοσιαλιστικές χώρες για να στεγαστούν τα ελληνόπουλα πρόσφυγες. Πρώην βασιλικά ανάκτορα και θέρετρα.
Στόχος και το πλαίσιο της φροντίδας τους δεν αφορούσαν απλά την επιβίωση των παιδιών, αλλά την ολόπλευρη ψυχοσωματική ανάπτυξή τους. Τα παιδιά αυτά μορφώθηκαν στην ελληνική γλώσσα, έμαθαν την Ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας, σε ελληνικά σχολεία που ιδρύθηκαν. Υπήρξε μια πολύ μεγάλη εκδοτική προσπάθεια από την ΕΒΟΠ, με έξοδα και υλικά πάντα των σοσιαλιστικών χωρών, για να εκδοθούν σχολικά βιβλία που θα ήταν προσαρμοσμένα στις αρχές της σοσιαλιστικής Παιδαγωγικής. Εκδόθηκαν λογοτεχνικά βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες, συνολικά 150 τίτλοι βιβλίων. Τα παιδιά στην πορεία μάθαιναν και τη γλώσσα της χώρας της υποδοχής, όρος απαραίτητος για να μπορέσουν να προσαρμοστούν στη νέα τους ζωή.
Από το 1951 άρχισε και η τοποθέτηση παιδιών σε χώρους δουλειάς για την ειδίκευσή τους σε επαγγελματικές τέχνες μαζί με τη θεωρητική εκμάθησή της. Πολλά από τα παιδιά αυτά αναδείχθηκαν σε λαμπρούς επιστήμονες: Οικονομολόγοι, γιατροί, μηχανικοί, αλλά και καινοτόμοι εργάτες, συνέβαλαν στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού στις Λαϊκές Δημοκρατίες.
Φυσικά, το αστικό κράτος δεν θα έμενε άπραγο απέναντι σε αυτή την προσπάθεια του ΔΣΕ. Από τα παιδιά αυτά για 25 και περισσότερα χρόνια αφαιρέθηκε η ιθαγένεια, θεωρούνταν προδότες, δεν είχαν δικαίωμα ούτε τουριστικά να επισκεφτούν την Ελλάδα. Το ΚΚΕ και οι πολιτικοί πρόσφυγες αγωνίστηκαν σκληρά ζητώντας τον επαναπατρισμό χωρίς όρους και προϋποθέσεις, δηλαδή χωρίς δηλώσεις μετάνοιας, πολιτική υποχώρηση που ζητούσε το ελληνικό αστικό κράτος. Η πλειοψηφία επέστρεψε στην Ελλάδα μετά την ντε φάκτο νομιμοποίηση του ΚΚΕ το 1974, μετά από αγώνες, γνωρίζοντας πολλές δυσκολίες για την εύρεση εργασίας, για την κοινωνική προσαρμογή, για τη ζωή γενικά.