ΗΠΑ
Πρώτες κινήσεις Μπάιντεν για τις προτεραιότητες του κεφαλαίου
Τρίτη 26 Γενάρη 2021

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.--

Η νέα κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν κάνει τις πρώτες κινήσεις της εν μέσω οξυμένης ενδοαστικής αντιπαράθεσης που δεν μπορεί να κρυφτεί παρά τις ενωτικές κορόνες από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς πρώην Προέδρους και δυνάμεις από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που κατηγορούν τον απελθόντα Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Τα προβλήματα της καπιταλιστικής οικονομίας που βρίσκεται σε κρίση την οποία επιτάχυναν η πανδημία και η καταστροφική διαχείρισή της, ο σφοδρός ανταγωνισμός με την Κίνα πρωτίστως αλλά και με τη Ρωσία, είναι ζητήματα που μπαίνουν στην πρώτη γραμμή των νέων διαχειριστών, έχοντας το βλέμμα στο γεγονός ότι η επιρροή της πολιτικής Τραμπ (με 75 εκατομμύρια ψηφοφόρους) δεν έχει τελειώσει, πόσο μάλλον που διαρρέεται η δημιουργία νέου «πατριωτικού Κόμματος».

Ετσι, ένα από τα πρώτα μέτρα στο εσωτερικό από τον Πρόεδρο Μπάιντεν είναι η ενεργοποίηση του νόμου του 1933 (Νόμος «Αγόραζε Αμερικανικά»), όπως απαιτούν και ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, ώστε να δρομολογηθούν μεγαλύτερα μερίδια στις μπίζνες με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Το σχέδιο εντάσσεται στο πιο επεκτατικό (κεϊνσιανό) μείγμα οικονομικής πολιτικής για ενίσχυση της «εσωτερικής ζήτησης», που πρεσβεύει ο Μπάιντεν.

Αμερικανικά ΜΜΕ ανέφεραν πως ο νέος Πρόεδρος σκόπευε μάλιστα έως αργότερα χτες βράδυ να υπογράψει σχετικό διάταγμα προτρέποντας τις ομοσπονδιακές αρχές να αγοράζουν περισσότερα αμερικανικά προϊόντα και υπηρεσίες. Οπως εξηγούν Αμερικανοί αναλυτές, με τον νόμο περί αγοράς αμερικανικών προϊόντων (Buy America Act), η κυβέρνηση υποχρεώνεται να συνάπτει συμβάσεις με εγχώριες εταιρείες, όταν αυτό είναι εφικτό. Υπάρχουν όμως πολλές εξαιρέσεις και δυνατότητες να παρακαμφθεί ο νόμος, όπως καταγγέλλουν εδώ και χρόνια πολλές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ορισμένα προϊόντα φέρουν εξάλλου την ένδειξη «Made in USA», αν και το μεγαλύτερο μέρος των συστατικών τους κατασκευάζεται σε άλλες χώρες. Ωστόσο, το νέο διάταγμα έχει στόχο να δώσει ώθηση στην ντόπια παραγωγή και να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας στις βιομηχανίες. Αυτό είναι αίτημα του αμερικανικού μεγάλου κεφαλαίου και σε αυτό υπακούει και ο τωρινός Πρόεδρος απαρέγκλιτα.

Σε περίπτωση που το επικείμενο διάταγμα είναι προάγγελος «εμπορικού προστατευτισμού» θα πρέπει να αναμένονται αντιδράσεις από εταίρους των ΗΠΑ καθώς τα μονοπώλιά τους θα υποστούν «πιέσεις» στις αμερικανικές αγορές. Ο Καναδός νέος υπουργός Εξωτερικών, Μαρ Γκαρνό, δήλωσε πως «αν παρατηρήσουμε ότι η πολιτική του Buy America βλάπτει το εμπόριό μας, θα το δηλώσουμε». Παρόμοιες αντιδράσεις αναμένονται και από την ΕΕ.

Το ίδιο διάστημα ο Μπάιντεν επιχειρεί να πείσει το Κογκρέσο για την ψήφιση ενός νέου πακέτου μέτρων ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας (προκειμένου να επιταχυνθεί η καπιταλιστική ανάκαμψη) με τους περισσότερους πόρους να κατευθύνονται στις μεγάλες επιχειρήσεις, τη λεγόμενη μεσαία τάξη, και επιδόματα για την άμβλυνση της μεγάλης φτώχειας και ανεργίας που πλήττουν μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού. Επίσης ανακοίνωσε κάποιους ταξιδιωτικούς περιορισμούς από χώρες όπου υπάρχει έξαρση της πανδημίας.

Οι επαφές Μπάιντεν με ξένους ηγέτες

Ταυτόχρονα έχουν ξεκινήσει και οι πρώτες επαφές του Μπάιντεν. Επέλεξε πρώτα τους ηγέτες αμερικανικών χωρών, δίνοντας προτεραιότητα στον Καναδό πρωθυπουργό, Τζάστιν Τριντό, με τον οποίο ήρθε σε αντιπαράθεση για την απόφασή του να καταργήσει τις εργασίες κατασκευής του καναδο-αμερικανικού αγωγού πετρελαίου Keystone XL (που είχε υποσχεθεί προεκλογικά). Ο Τριντό έδειξε κατανόηση τονίζοντας πως δεν θα αφήσει το συγκεκριμένο ζήτημα να εξελιχθεί σε θέμα τριβής με τη νέα κυβέρνηση στις ΗΠΑ.

Τηλεφωνική επικοινωνία είχε με τον Μεξικανό ομόλογό του, Αντρες Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ, λέγοντάς του ότι θα χορηγήσει 4 δισ. δολάρια (σε πρώτη φάση) για την οικονομική «στήριξη» χωρών της Κεντρικής Αμερικής (όπως η Γουατεμάλα, το Σαλβαδόρ και η Ονδούρα) για να αναχαιτιστούν με κάποιο τρόπο νέα καραβάνια μεταναστών προς τις ΗΠΑ (όπως έγινε πρόσφατα με 3.000 μετανάστες που ήθελαν να φθάσουν στις ΗΠΑ τη μέρα ορκωμοσίας του Μπάιντεν, αλλά διαλύθηκαν με επέμβαση της αστυνομίας στη Γουατεμάλα). Ο Ομπραδόρ εξέφρασε ικανοποίηση για την πρόθεση του Μπάιντεν να «παγώσει» τις απελάσεις και να δώσει δικαιώματα σε 11.000.000 παράτυπους μετανάστες, πολλοί εκ των οποίων είναι Μεξικανοί.

Στη συνέχεια επικοινώνησε με τους ηγέτες Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, και Βρετανίας, Μπόρις Τζόνσον. Με τον πρώτο συμφώνησαν πως είχαν σύγκλιση «σε θέματα ασφαλείας και στην ενίσχυση των διατλαντικών σχέσεων μέσω ΕΕ και ΝΑΤΟ». Με τον Τζόνσον συμφώνησαν στην ενίσχυση των διμερών σχέσεων «στη βάση κοινών αξιών» και του ΝΑΤΟ...

Ενδιαφέρον είχε η δήλωση καλής θέλησης από τη μεριά του Προέδρου της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, να γυρίσει σελίδα στις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Η δήλωση φάνηκε να αντιμετωπίζεται με ψυχρότητα από τον προτεινόμενο υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Αντονι Μπλίνκεν, που χαρακτήρισε τον Μαδούρο «βάρβαρο δικτάτορα», τονίζοντας πως θα συνεχίσει η χώρα του να αναγνωρίζει ως Πρόεδρο της Βενεζουέλας τον αχυράνθρωπό της Χουάν Γκουαϊδό, που απείχε από τις εκλογές της 6ης Δεκέμβρη 2020, ενώ η απήχησή του μετά το σκάνδαλο για κατάχρηση «ανθρωπιστικής βοήθειας» έχει πέσει πολύ.