Οριστικό τέλος στο βάσανο της επιβίωσης των βιοπαλαιστών αγροτών μπορεί να μπει μόνο με την κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία

Ρίζος Μαρούδας, μέλος της ΚΕ και του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ

Σάββατο 9 Απρίλη 2022 - Κυριακή 10 Απρίλη 2022

Απέναντι στα «χρυσά κουτάλια» που προπαγάνδιζαν τα αστικά κόμματα, το ΚΚΕ είδε το Μάαστριχτ με ταξικό κριτήριο, ως βήμα ενοποίησης της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας EOK/ΕΕ. Απ' αυτήν την άποψη, ήταν προδιαγεγραμμένο ότι ο μεγάλος κερδισμένος δεν θα είναι άλλος από τους εφοπλιστές, τους βιομηχάνους, τα εμπορικά μονοπώλια, τις τράπεζες, που είναι αντίπαλοι και του εργάτη και του αγρότη.

Το ΚΚΕ αποκάλυψε τη διασύνδεση της Συνθήκης του Μάαστριχτ με την προωθούμενη εκείνη την περίοδο αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η οποία, σε συνθήκες νέας διεθνοποίησης του καπιταλισμού, ουσιαστικά στόχευσε στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ευρωενωσιακών μονοπωλίων τροφίμων και όχι στην άνοδο της παραγωγικότητας της αγροτικής παραγωγής για φθηνά και ποιοτικά προϊόντα λαϊκής κατανάλωσης. Αυτή η προσαρμογή αντικειμενικά περνούσε μέσα και από την ακόμα μεγαλύτερη καταλήστευση του βιοπαλαιστή αγρότη, την περιθωριοποίησή του ως παραγωγού, αν όχι άμεσα από το ξεκλήρισμά του.

Ειδικότερα, το ΚΚΕ αποκάλυψε τη στενή σχέση ανάμεσα στην ΚΑΠ και το Μάαστριχτ, με τις διαπραγματεύσεις της περίφημης Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου της λεγόμενης GATT, στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Στόχος ήταν να βρεθεί ένας συμβιβασμός ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ενωση ο οποίος να εξυπηρετεί τους μονοπωλιακούς τους ομίλους και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Το ΚΚΕ επιβεβαιώθηκε.

Η συγκρότηση της ΟΝΕ και η αναθεώρηση της ΚΑΠ οδήγησαν στην πλήρη υποταγή της παραγωγής στην κερδοφορία των εμποροβιομηχάνων, δηλαδή το τι παράγεται, τι εισάγεται και τι εξάγεται να καθορίζεται με βάση αυτό το κριτήριο. Καταργήθηκε η κρατική παρέμβαση της συγκέντρωσης των αγροτικών προϊόντων, που εξασφάλιζε ένα επίπεδο τιμών στα αγροτικά προϊόντα συμβατό με ένα ορισμένο επίπεδο επιβίωσης του μικρού και μεσαίου αγρότη. Τη θέση της πήρε ένα σύστημα αποσυνδεδεμένων από την παραγωγή επιδοτήσεων, που ουσιαστικά συγκρατεί σε χαμηλά επίπεδα τις τιμές πώλησης των αγροτοπαραγωγών προς τους μεταποιητές και τους εμπόρους. Ετσι, εξυπηρετούνται το μονοπωλιακό υπερκέρδος μεταποιητικών και εμπορικών μονοπωλίων και η συνέχιση της παραγωγής των αναγκαίων για αυτά πρώτων υλών ακόμα και από μικρές εκμεταλλεύσεις, όταν δεν συμφέρει στις μεγάλες επιχειρήσεις να επενδύουν άμεσα στην αγροτική παραγωγή.

Μειώθηκαν ή και καταργήθηκαν τα όποια δασμολογικά εμπόδια υπήρχαν στις αθρόες εισαγωγές αγροτικών προϊόντων. Διευρύνθηκαν με αυτόν τον τρόπο οι δυνατότητες μεταποιητών και μεγαλεμπόρων να εξασφαλίζουν όποια πρώτη ύλη θέλουν και από όπου τους συμφέρει καλύτερα. Πρόκειται για μία από τις γνωστές «ελευθερίες» του Μάαστριχτ, αυτή της κίνησης των εμπορευμάτων.

Η χώρα από πλεονασματική έγινε ελλειμματική σε μια σειρά από προϊόντα, όπως το μαλακό σιτάρι, που αποτελεί βασική πρώτη ύλη για το αλεύρι αρτοποιίας αλλά και για ζωοτροφές, με συνέπειες που όλοι τώρα ανακάλυψαν, με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία.

Οι ποσοστώσεις και τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας που άρχισαν να εφαρμόζονται από εκείνη την περίοδο οδήγησαν σε συρρίκνωση της παραγωγής σε ολόκληρους κλάδους της, όπως η τευτλοκαλλιέργεια και η παραγωγή ζάχαρης, η καπνοκαλλιέργεια κ.λπ. Σκεφτείτε για τι καταστροφή μιλάμε μόνο από τη ζάχαρη, αν αναλογιστεί κανείς τόσο τις δυνατότητες της χώρας όσο και τις υπάρχουσες υποδομές, με τα 5 εργοστάσια ζάχαρης αλλά και τεχνογνωσία, που όλα αυτά αχρηστεύτηκαν. Παράλληλα, χτυπήθηκαν και βιομηχανικοί κλάδοι, όπως η κλωστοϋφαντουργία, η βιομηχανία λιπασμάτων κ.ά.

Σε άλλους αγροτικούς κλάδους τέτοια περίπτωση είναι η γαλακτοπαραγωγός αγελαδοτροφία, όπου η παραγωγή συγκεντρώθηκε σε μια χούφτα καπιταλιστικές γεωργικές ή κτηνοτροφικές επιχειρήσεις.

Από τα πρώτα κιόλας χρόνια εφαρμογής των λεγόμενων ελευθεριών του Μάαστριχτ και της ΚΑΠ του 1992 εμφανίστηκαν οι δυσκολίες επιβίωσης των βιοπαλαιστών αγροτών. Νέες χιλιάδες αγροτικά νοικοκυριά ξεκληρίστηκαν, παραγωγικές εκτάσεις εγκαταλείφθηκαν, αχρηστεύτηκαν υποδομές, ενώ επιδεινώθηκε η δυνατότητα κάλυψης των αναγκών του λαού μας για ποιοτικά και ασφαλή τρόφιμα. Αυτές οι αρνητικές συνέπειες αναδεικνύονται μέχρι και σήμερα στις αγροτικές κινητοποιήσεις. Την ίδια ώρα ενισχύθηκαν η αύξηση των εξαγωγών και η λεγόμενη εξωστρέφεια της κερδοφορίας των ομίλων που δραστηριοποιούνται στην αγροτοδιατροφή στην Ελλάδα.

Στη χώρα μας έχουμε όλες τις εδαφικές, κλιματολογικές, τεχνικές και επιστημονικές προϋποθέσεις, και κυρίως το έμψυχο δυναμικό, για να παράγουμε σχεδόν όλα τα απαραίτητα για την κάλυψη των διατροφικών και άλλων αναγκών του λαού μας. Αυτές οι προϋποθέσεις εμποδίζονται από την καπιταλιστική ιδιοκτησία, το κίνητρο του κέρδους, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, την ΕΕ, από την εξουσία του κεφαλαίου, των μονοπωλίων.

Με αυτήν την εξουσία πρέπει να αναμετρηθούμε, να διαμορφώσουμε το λαϊκό ποτάμι που θα την ανατρέψει. Οριστικό τέλος στο βάσανο της επιβίωσης των βιοπαλαιστών αγροτών μπορεί να μπει μόνο με την κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία από την εργατική - λαϊκή εξουσία, με κριτήριο της παραγωγής την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών και όχι την καπιταλιστική κερδοφορία.

Ο βιοπαλαιστής αγρότης και η αγρότισσα δεν πρέπει να φοβούνται την κοινωνικοποίηση της γης και των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τη συνεταιριστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής των μικρομεσαίων αγροτών, που θα ενοποιούν τις μικροϊδιοκτησίες στη μεγάλη συνεταιριστική. Αυτός ο συνεταιρισμός καμία σχέση δεν έχει με τους σημερινούς συνεταιρισμούς ή με άλλους που θα υποτάσσονται στο μεγάλο κεφάλαιο, στα μονοπώλια.

Μόνο με την κοινωνικοποιημένη μεγάλη παραγωγή, το κρατικό εμπόριο, τη συνδεδεμένη συνεταιριστική παραγωγή, μπορεί ο αγροτοπαραγωγός να έχει εξασφαλισμένο εισόδημα και προστασία από τις φυσικές καταστροφές, τις σκληρές συνθήκες της δουλειάς στην ύπαιθρο, να αποκτήσουν μορφωτική - πολιτιστική ζωντάνια τα χωριά, υποδομές σε δημόσια Κέντρα Υγείας πλήρως εξοπλισμένα, να ανέβει το βιοτικό επίπεδο της αγροτικής οικογένειας.