ΠΕΛΕ
Σφράγισε διαχρονικά το ποδόσφαιρο ως Τέχνη
Σάββατο 7 Γενάρη 2023 - Κυριακή 8 Γενάρη 2023

INTIME SPORTS

Την περασμένη Τρίτη η Βραζιλία και όλος ο πλανήτης είπαν το «τελευταίο αντίο» στον θρυλικό Πελέ, ο οποίος «έφυγε» από τη ζωή στις 29 Δεκέμβρη σε ηλικία 82 ετών, μετά από επιπλοκές του καρκίνου στο έντερο με τον οποίο είχε διαγνωστεί την τελευταία πενταετία. Ο επονομαζόμενος ως «Βασιλιάς», που άφησε ανεξίτηλη σφραγίδα στο ποδόσφαιρο, οδηγήθηκε στην τελευταία του κατοικία συνοδεία χιλιάδων Βραζιλιάνων, σφραγίζοντας το πέρασμά του στην αιωνιότητα.

Η ανάδυση του «μαύρου μαργαριταριού»

Για τους παλαιότερους ποδοσφαιρόφιλους ο Πελέ είναι ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών, για τους δε νεότερους ο βασικός αντίπαλος του Αργεντίνου Ντιέγκο Μαραντόνα για τον συγκεκριμένο τίτλο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι σε οποιαδήποτε τέτοια συζήτηση ο Βραζιλιάνος θρύλος του ποδοσφαίρου δεν βγαίνει ποτέ έξω από την πρώτη δυάδα.

Ο Εντσον Αράντες ντο Νασιμέντο, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, είχε όλα τα γνωρίσματα ενός σπουδαίου ποδοσφαιριστή: Ακρίβεια στην πάσα, ισχυρό σουτ, απίθανη ντρίμπλα, ικανότητα πρόβλεψης των κινήσεων των αντιπάλων του, αλλά και εξαιρετική φυσική κατάσταση και ταχύτητα. Ηταν μάλιστα αυτή η αθλητικότητά του που τον έκανε εξίσου ικανό και στο ψηλό παιχνίδι, με τα άλματά του να γράφουν Ιστορία, παρότι δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλός. Ολα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα ο Πελέ μέχρι και σήμερα να θεωρείται ως ο πληρέστερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών.


1970 AP

Τον αποκαλούσαν «Perola Negra» («Μαύρο Μαργαριτάρι», ή σε άλλη εκδοχή «Μαύρο Διαμάντι») και η ποδοσφαιρική του αίγλη τον κατέστησε εθνικό ήρωα της Βραζιλίας, με τον μύθο του να γιγαντώνεται βέβαια και σε διεθνές επίπεδο, και μάλιστα σε μια εποχή που δεν υπήρξε η σημερινή τηλεοπτική βοήθεια για κάτι τέτοιο.

Από μικρός στα μυστικά της μπάλας

Γεννήθηκε στις 23/10/1940 στην πόλη Τρες Κορασόες (σημαίνει «Τρεις Καρδιές») της πολιτείας Μίνας Ζεράις. Ο πατέρας του, Ζοάο Ράμος ντο Νασιμέντο ή Ντοντίνιο, ήταν ποδοσφαιριστής σε μικρές ομάδες της περιοχής, περνώντας και από τη μεγαλύτερη Ατλέτικο Μινέιρο, και ήταν αυτός που μύησε τον γιο του στα μυστικά της μπάλας από μικρό. Το παρατσούκλι «Πελέ» τού το κόλλησαν οι συμμαθητές του στο σχολείο, όταν είχε αποκαλέσει έτσι κατά λάθος τον Μπιλέ, τερματοφύλακα της Βάσκο Ντα Γκάμα, που ήταν ο αγαπημένος του ποδοσφαιριστής.

Η ποδοσφαιρική σταδιοδρομία του άρχισε στην εφηβική ομάδα της Μπαουρού, στην πολιτεία του Σάο Πάολο, ομάδα στην οποία έκλεισε την καριέρα του ο πατέρας του. Το 1956 η Σάντος εκτίμησε το ταλέντο του και τον ενέταξε στο δυναμικό της. Με την ασπρόμαυρη φανέλα αγωνίστηκε στη θέση του επιθετικού μέσου το διάστημα 1956 - 1974, σε 638 παιχνίδια, πετυχαίνοντας 619 γκολ. Με τη Σάντος ο Πελέ κατέκτησε 6 πρωταθλήματα Βραζιλίας και 6 διεθνείς τίτλους (3 Διηπειρωτικά Κύπελλα και 3 Κόπα Λιμπερταδόρες). Στις 20/11/1969, στην 909η συμμετοχή του σε αγώνα πρώτης κατηγορίας της Βραζιλίας, σημείωσε το χιλιστό τέρμα του.


Copyright 2023 The Associated

Την εποχή που ακόμα δεν είχε δημιουργηθεί ενιαίο βραζιλιάνικο πρωτάθλημα, η Σάντος, προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί με τον καλύτερο τρόπο το σπουδαίο ταλέντο που διέθετε στις τάξεις της, έκλεινε φιλικούς αγώνες ανά τον κόσμο, προφανώς και για οικονομικούς λόγους. Σ' αυτό το πλαίσιο ταξίδεψε και στην Ελλάδα, όπου με τον Πελέ στη σύνθεσή της έδωσε φιλικά παιχνίδια με τις τρεις κορυφαίες ομάδες του τότε ΠΟΚ (Ποδοσφαιρικός Ομιλος Κέντρου). Νίκησε την ΑΕΚ με 3-0 και τον Παναθηναϊκό με 3-2, αλλά ηττήθηκε από τον Ολυμπιακό με 2-1, με το ιστορικό κατόρθωμα των «ερυθρολεύκων» να γίνεται και στίχος στον ύμνο της ομάδας.

Ο Πελέ έμεινε στη Σάντος, την οποία γιγάντωσε αγωνιστικά, για 18 χρόνια, μέχρι το 1974, όταν και σταμάτησε για πρώτη φορά το ποδόσφαιρο, παρά τις πιέσεις ευρωπαϊκών συλλόγων να τον εντάξουν στο δυναμικό τους. Μάλιστα το 1961 η βραζιλιάνικη κυβέρνηση του Προέδρου Ζάνιου Κουάντρους φέρεται να εκμεταλλεύτηκε τη δημοσιότητα του Πελέ, τον οποίον κήρυξε «εθνικό θησαυρό», για να αποφύγει οποιαδήποτε πιθανή μεταγραφή.

Το 1975 ο Πελέ επέστρεψε στους αγωνιστικούς χώρους, υπογράφοντας τριετές συμβόλαιο ύψους 7 εκατ. ευρώ με τη Νιου Γιορκ Κόσμος. Στην απόφασή του αυτή έπαιξαν ρόλο τα προσωπικά οικονομικά αδιέξοδα στα οποία βρισκόταν, λόγω κακοδιαχείρισης και αποτυχημένων επενδύσεων στα χρήματα που είχε κερδίσει από το ποδόσφαιρο. Από τη δε μεριά των Αμερικανών που τον προσέλκυσαν, το κίνητρο ήταν οι πολυεθνικές να αξιοποιήσουν το όνομά του προκειμένου να επενδύσουν στο «παρθένο έδαφος» του ποδοσφαίρου στη χώρα.


Copyright 2023 The Associated

Το 1977, μετά από τρία χρόνια στους Νιου Γιορκ Κόσμος, στα οποία μέτρησε 56 συμμετοχές, 31 γκολ και οδήγησε την ομάδα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου των ΗΠΑ, ο Πελέ κρέμασε οριστικά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.

Ελαμψε με τη «Σελεσάο»

Ο Πελέ έγινε παγκοσμίως γνωστός με την Εθνική Βραζιλίας, τη φανέλα της οποίας φόρεσε 92 φορές σημειώνοντας 77 γκολ. Οδήγησε τη «Σελεσάο» στην κατάκτηση τριών Παγκοσμίων Κυπέλλων (1958, 1962, 1970) και στη μόνιμη κατοχή του τροπαίου «Ζιλ Ριμέ». Υπήρξε ο νεότερος παίκτης που κατέκτησε Μουντιάλ, το 1958 σε ηλικία 17 ετών, σκοράροντας μάλιστα 2 γκολ στο 5-2 της Βραζιλίας στον τελικό απέναντι στη Σουηδία, μέσα στη Στοκχόλμη. Στα δύο επόμενα Μουντιάλ τον περιόρισαν σοβαροί τραυματισμοί. Το 1970, όμως, ήταν αυτός που οδήγησε τη Βραζιλία στην κατάκτηση του τροπαίου για τρίτη φορά μέσα σε 12 χρόνια, με νίκη 4-1 επί της Ιταλίας στον τελικό, όπου ο Πελέ σημείωσε ένα γκολ και δημιούργησε άλλο ένα για τον συμπαίκτη του, Κάρλος Αλμπέρτο, γκολ το οποίο μάλιστα διεκδικεί τις δάφνες του πιο όμορφου γκολ που έχει σημειωθεί ποτέ σε Μουντιάλ. Εμεινε δε στην Ιστορία η δήλωση του Πελέ μετά τον αγώνα, όταν ρωτήθηκε για την πάσα που έβγαλε στον συμπαίκτη του, ότι «δεν τον είδα - τον άκουσα!».

Συνολικά στην καριέρα του ο Πελέ αγωνίστηκε σε 1.363 αγώνες, στους οποίους σημείωσε 1.281 γκολ, ρεκόρ ακατάρριπτο μέχρι και σήμερα.

Παράλληλα ο «Βασιλιάς» διαθέτει στο αγωνιστικό παλμαρέ του πλήθος προσωπικών διακρίσεων, ενώ γενικότερα τιμήθηκε με πάμπολλα πολιτικά και αθλητικά βραβεία. Ενδεικτικά, το 1994 ονομάστηκε πρέσβης καλής θέλησης της UNESCO και το 1999 «Ποδοσφαιριστής του Αιώνα» από τη FIFA.