Η ίδρυση της ΕΑΒ ανάγεται στα έτη 1974 - 1975.
Το 1974 λαμβάνει χώρα ένας μεγάλος εκσυγχρονισμός στην Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ) και εντάσσονται στο οπλοστάσιο της α/φη (αεροσκάφη) δεύτερης γενιάς. Για τα αεροσκάφη αυτά, το πρόγραμμα συντήρησής τους προέβλεπε εργοστασιακή συντήρηση, την οποία τα εργοστάσια της ΠΑ δεν μπορούσαν να καλύψουν.
Προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες σε εργοστασιακή συντήρηση, αποφασίζεται (με τον Νόμο 43/1975) η ίδρυση και λειτουργία Εθνικής Βιομηχανίας Αεροπορικού Υλικού, η οποία μετονομάζεται (με τον Νόμο 696/1977) σε «Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία ΑΕ».
Στον ιδρυτικό νόμο αναφέρεται ότι ο σκοπός της ίδρυσης και λειτουργίας της είναι για «...κάλυψη των αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων και λοιπών δημοσίων υπηρεσιών ως και προς παροχή υπηρεσιών εις τρίτους, εις τον τομέα της συντηρήσεως, επισκευής και κατασκευής αεροσκαφών και εν γένει αεροδιαστημικού υλικού. Απαγορεύεται η ίδρυσις παρομοίας βιομηχανίας παρά τρίτων άνευ προηγουμένης αδείας (...) Σκοπός επίσης της Εταιρείας είναι οι κατασκευές και η παροχή υπηρεσιών στον τομέα ηλεκτρονικών (τηλεπικοινωνίες - πληροφορική - συστήματα ελέγχου πυρός - αναμεταδότες τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών προγραμμάτων), σε παντός είδους κινητήρες (στρατιωτικούς και πολιτικούς), (...) σε συστήματα ήπιων μορφών ενέργειας και σε οπλικά συστήματα παντός τύπου (εγκατεστημένα επί ιπτάμενων μέσων, εδάφους, πλοίων και παντός τύπου χερσαίων οχημάτων), (...) Παράλληλα η ΕΑΒ (...) λαμβάνει εξουσιοδοτήσεις από κατασκευαστές αεροσκαφών και αεροκινητήρων».
Ειδικά την περίοδο μετά την κρίση του 2010, το προσωπικό της μειώθηκε δραματικά και παράλληλα η ίδια αντιμετώπισε θέματα ελλιπούς χρηματοδότησης που οδήγησαν στο να μην μπορεί να υλοποιήσει το έργο που της ανατίθεται. Το μόνο πρόγραμμα που «έτρεχε» ομαλά ήταν το κατασκευαστικό έργο, που έχει αναλάβει η ΕΑΒ από τη «Lockheed».
Ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις που την απαξίωναν έλεγαν συνεχώς πόσο αντιπαραγωγική είναι η κρατική ΕΑΒ, πόσα προβλήματα έχει δημιουργήσει στις Ενοπλες Δυνάμεις και ότι η κατάσταση αυτή θα πρέπει να διορθωθεί με την ανεύρεση και είσοδο στην ΕΑΒ «στρατηγικού επενδυτή». Ετσι προετοιμάστηκε η κοινή γνώμη ώστε η ιδιωτικοποίηση να εμφανιστεί ως η μόνη λύση για την επιβίωσή της.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι στη διαμόρφωση της πολιτικής της απαξίωσης που ακολουθήθηκε γενικότερα στην εγχώρια πολεμική βιομηχανία συνέβαλε και η ΕΕ. Κομβικό σημείο εξέλιξης είναι η ενσωμάτωση στο ελληνικό Δίκαιο των Οδηγιών της ΕΕ (81/2009, 43/2009, άλλη του 2013) που δρομολόγησε την «απελευθέρωση» στον τομέα των αμυντικών προμηθειών. Ετσι περιορίστηκε δραστικά η δυνατότητα των κρατών - μελών να αναθέτουν απευθείας στις εγχώριες βιομηχανίες την παραγωγή πολεμικού εξοπλισμού.
Από πληροφορίες στο διαδίκτυο, η πρόσκληση για συμμετοχή στον διαγωνισμό ιδιωτικοποίησης της ΕΑΒ στάλθηκε σε έξι εταιρείες: «Airbus», «Leonardo», BAE, «Boeing», «Dassault», «Lockheed Martin». Στην πρόσκληση ανταποκρίθηκαν μόνο τρεις εταιρείες, οι «Airbus», «Dassault» και «Lockheed Martin».
Το σχέδιο «εξυγίανσης» της ΕΑΒ, όπως προκύπτει επίσης από πληροφορίες στο διαδίκτυο, προβλέπει τον διαχωρισμό της σε δύο ξεχωριστές επιχειρησιακές οντότητες. Η πρώτη, η EAB Παγίων (πάγια και υποδομές), θα αναλάβει όλα τα ακίνητα της επιχείρησης, μέρος του πάγιου εξοπλισμού και τα χρέη. Η εταιρεία αυτή θα ελέγχεται από το ελληνικό Δημόσιο κατά 100%. Η δεύτερη οντότητα, η ΕΑΒ Λειτουργιών (εμπορικές συμβάσεις), στην οποία θα περιέλθουν όλα τα συμβόλαια και οι λειτουργίες της επιχείρησης, είναι η εταιρεία που θα συμμετάσχει ο στρατηγικός επενδυτής με 49% και θα έχει και τον έλεγχο της διοίκησης.
Οπως φαίνεται, το σχέδιο είναι ανάλογο με αυτό που εφαρμόστηκε στον ΟΣΕ και φθάσαμε στο έγκλημα των Τεμπών. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα συμβεί ανάλογο έγκλημα.
Απέναντι σε σχέδια αυτού του είδους, απαξίωσης και «εξυγίανσης» - ιδιωτικοποίησης νευραλγικών κρατικών επιχειρήσεων, μόνο το ΚΚΕ εναντιώνεται σταθερά. Το ΚΚΕ βρίσκεται διαχρονικά στο πλευρό των εργαζομένων (και) των συγκεκριμένων επιχειρήσεων, αναδεικνύοντας ότι η εσκεμμένη απαξίωσή τους αποσκοπεί δυστυχώς στο ξεπούλημά τους. Αυτή η πολιτική βάζει σε κίνδυνο τόσο τα εργασιακά δικαιώματα του προσωπικού, όσο και τις παραγωγικές δυνατότητες, ακόμα και αυτήν την ίδια την αμυντική ασφάλεια της χώρας. Η συγκεκριμένη στάση του ΚΚΕ πρέπει να αποτελέσει ένα ακόμη κριτήριο ψήφου στις ερχόμενες εκλογές.