«Ο Κύκλος με την κιμωλία» του Μπ. Μπρεχτ
Παρασκευή 31 Μάρτη 2023

Ο «(Καυκασιανός) Κύκλος με την Κιμωλία» γράφεται από τον Μπρεχτ την περίοδο της πτώσης του Τρίτου Ράιχ (1944-1945) πάνω στα συντρίμμια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ενόσω προχωρά η σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ. Η περίοδος αυτή βρίσκει τον Μπρεχτ να ταξιδεύει κυνηγημένος για τις ΗΠΑ. Εκεί γράφει και παρουσιάζει τα σπουδαιότερα έργα του («Η ζωή του Γαλιλαίου», «Η Μάνα Κουράγιο και τα παιδιά της», «Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν» κ.ά.) υπό την επίδραση της μαρξιστικής - λενινιστικής φιλοσοφίας και του διαλεκτικού υλισμού.

Στο συγκεκριμένο έργο, ο Μπρεχτ χρησιμοποιεί έναν παλιό κινέζικο μύθο για να φέρει στο επίκεντρο το ζήτημα της ιδιοκτησίας. Η υπόθεση είναι λίγο πολύ γνωστή. Τα μέλη από δύο σοβιετικά κολχόζ αντιμαχούν για τη χρήση μιας πεδιάδας. Με τη λύση του ζητήματος τα μέλη παρακολουθούν μία παράσταση για να το γιορτάσουν: Πολλά χρόνια πριν στην Γκρουζινία βασίλευε ο Αμπασβίλι. Τον θρόνο όμως ζήλεψε ο Καζμπέκι. Ετσι σκοτώνει τον βασιλιά και γίνεται ο ίδιος βασιλιάς. Η βασίλισσα το σκάει κρυφά για να σωθεί, σώζοντας μόνο... τα φουστάνια της και όχι το παιδί της. Το παιδί το βρίσκει η φτωχή Γκρούσα, που δεν της πάει η καρδιά να το αφήσει και το μεγαλώνει με κίνδυνο της ζωής της. Υστερα από χρόνια η βασίλισσα επιστρέφει για να διεκδικήσει πίσω παλάτι και παιδί. Τη λύση καλείται να δώσει ο ιδιόμορφος δικαστής Αζντάκ.


Το εξαιρετικά επίκαιρο αυτό έργο σκηνοθετεί και μεταφράζει ο Κώστας Νταλιάνης στο θέατρο «Μοντέρνοι Καιροί». Ο ίδιος επιλέγει να μην παρουσιάσει την πρώτη σκηνή με τα κολχόζ - πιθανόν για λόγους λειτουργικούς - σκηνή όμως απαραίτητη για να παρουσιαστεί ολοκληρωμένος ο προβληματισμός του συγγραφέα. Με το έργο αυτό, ο Μπρεχτ αμφισβητεί την ιδιοκτησία ως αιώνια αξία και την αντιπαραβάλλει με την κοινωνικά χρήσιμη αξιοποίηση, μέσα από την πορεία της κοινωνικής εξέλιξης.

Εδώ ο σκηνοθέτης μάς παρουσιάζει ένα απολαυστικό «παραμύθι» για μικρούς και μεγάλους, με ωραίες εικόνες, που μιλά για «την ανθρωπιά και την καλοσύνη» του γνήσιου λαϊκού ανθρώπου, έναντι της αστικής ηθικής του ατομισμού. Μαζί με τον δωδεκαμελή θίασο προσεγγίζουν το κείμενο με τον σεβασμό που του αναλογεί. Οι ηθοποιοί «αποστασιοποιούνται» και παρουσιάζουν «τύπους» που λειτουργούν ως σχόλιο. Κυρίως ο αφηγητής (Εβίτα Παπασπύρου) που μιλά κατευθείαν στο κοινό. Ξεχωρίζουν στην παράσταση οι «θετικοί» ήρωες του έργου, Γκρούσα και Αζντάκ, μέσα από την εμπειρία, την ειλικρίνεια και την αμεσότητα των Φάνια Νταλιάνη και Κοσμά Ζαχάρωφ. Μικρή αμηχανία επικρατεί ως προς τον χειρισμό του τραγουδιστικού μέρους, όμως οι χορογραφίες της Μαρίας Μάργαρη, με τη μουσική του Φίλιππου Περιστέρη δίνουν έναν κινηματογραφικό τόνο στην παράσταση, σε συνδυασμό με το μεσαιωνικό ύφος που προσθέτουν τα σκηνικά του Αντώνη Χαλκιά και τα κοστούμια της Πελαγίας Βουτζουλίδου-Κούλη.

Παρά τις όποιες αδυναμίες, πρόκειται για μία απολαυστική παράσταση, που θα προβληματίσει τον θεατή ιδίως στο δεύτερο μέρος.


Ν. Κ.