ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ
Εγγυάται την ισχυροποίηση του δικομματισμού
Σάββατο 6 Απρίλη 2002

Παπαγεωργίου Βασίλης

Την κυβερνητική σκοπιμότητα της φίμωσης της φωνής των μικρότερων κομμάτων και την ισχυροποίηση του δικομματισμού, εξυπηρετούν οι διατάξεις του νομοσχεδίου για τη «Χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από το κράτος. Εσοδα και δαπάνες, προβολή, δημοσιότητα και έλεγχος των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων βουλευτών», που κατέθεσε χτες στη Βουλή ο υπουργός Εσωτερικών, Κώστας Σκανδαλίδης.

Στο συμπέρασμα αυτό συντείνουν, κατά κύριο λόγο οι όροι χρηματοδότησης και προβολής των κομμάτων, σύμφωνα με τους οποίους: Η μερίδα του λέοντος της κρατικής χρηματοδότησης μοιράζεται στα δύο μεγάλα κόμματα. Ο υποχρεωτικός ραδιοτηλεοπτικός χρόνος κατανέμεται με βάση την αρχή της αναλογικής ισότητας (την εκλογική δηλαδή δύναμη των κομμάτων), ενώ απαγορεύεται η ανάρτηση πανό και αφισών, το κυριότερο μέσο για τις μικρότερες δυνάμεις να προβάλλουν τις απόψεις τους.

Οι κανόνες που θεσπίζονται, στο όνομα της διαφάνειας των εκλογικών δαπανών, ανατρέπονται αυτόματα από την ίδια τη λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος και την κυβερνητική πολιτική, που αποτελεί κατάθεση διαπιστευτηρίων στα μονοπωλιακά συμφέροντα. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην κυβερνητική σύσκεψη που είχε γίνει για το θέμα σημείωνε ότι οι κανόνες που προβλέπονται στο νομοσχέδιο «στην πράξη πολλές φορές δεν αποδεικνύονται αποτελεσματικοί. Ομως αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να θεσμοθετηθούν αυτοί οι κανόνες, οι οποίοι ισχύουν και εφαρμόζονται σε όλες τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες».

Στο πλαίσιο αυτό καταλογίζουμε στην κυβέρνηση διαφάνεια, μόνο σε ό,τι αφορά τις προθέσεις της για: Φακέλωμα όλων όσοι χρηματοδοτούν ένα κόμμα με πάνω από 600 ευρώ. Ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής με την ανάθεση του ελέγχου των δαπανών των κομμάτων σε μεικτή επιτροπή αποτελούμενη από δικαστές. Διαιώνιση της ασυδοσίας της πλειοψηφίας των μέσων ενημέρωσης που προβάλλουν ως επί το πλείστον εκπροσώπους του δικομματισμού.

Βασικές διατάξεις

Συγκεκριμένα επί του νομοσχεδίου: Η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων παραμένει δημόσια και ιδιωτική. Επιτρέπεται η χρηματοδότηση από φυσικά πρόσωπα, όχι όμως από νομικά. Τη μερίδα του λέοντος της κρατικής χρηματοδότησης - η οποία μειώνεται από 1,7 τοις χιλίοις των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού στο 1,25 τοις χιλίοις - λαμβάνουν τα δύο λεγόμενα μεγάλα κόμματα. Συγκεκριμένα, το 80% (από 85% που ίσχυε) της επιχορήγησης μοιράζεται στα κόμματα με βάση την αρχή της υποτιθέμενης αναλογικής ισότητας (δηλαδή της κοινοβουλευτικής τους δύναμης). Το δε 10% (από 5% που ίσχυε) μοιράζεται στα κόμματα της Ευρωβουλής ισόποσα.

Η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από το ίδιο πρόσωπο, κατά τη διάρκεια ενός έτους, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ. Το αντίστοιχο ανώτατο όριο χρηματοδότησης προς έναν υποψήφιο βουλευτή είναι 3.000 ευρώ. Ενώ η διακίνηση του 60% του συνόλου των εσόδων και των δαπανών των πολιτικών κομμάτων, θα πρέπει να γίνεται μέσω τραπεζικών λογαριασμών.

Σε ό,τι αφορά την προβολή τους, τα κόμματα μπορούν να δαπανήσουν το ανώτερο το 20% των εκλογικών δαπανών τους για την αγορά ραδιοτηλεοπτικού χρόνου, πέρα από αυτόν που κατανέμεται δωρεάν στα κόμματα. Να σημειώσουμε ωστόσο, ότι προκειμένου για τη δωρεάν παραχώρηση χρόνου, η εκλογική χρηματοδότηση μειώθηκε κατά 50%.

Η ανάρτηση αφισών και πανό απαγορεύεται πέραν των περιορισμένων σημείων που καθορίζουν οι δήμοι, με βάση την αρχή της αναλογικής ισότητας!

Οι υποψήφιοι βουλευτές μπορούν να εμφανιστούν μόνο μια φορά σε κάθε μέσο εθνικής εμβέλειας, με ανώτατο όριο εμφανίσεων τις πέντε. Αντίστοιχα μπορούν να εμφανιστούν δύο φορές σε κάθε μέσο τοπικής εμβέλειας, με ανώτατο όριο εμφανίσεων τις οχτώ. Για τους υποψήφιους που μετέχουν για πρώτη φορά στις εκλογές, ο ανώτατος αριθμός εμφανίσεων διπλασιάζεται. Καταργούνται τα ατομικά εκλογικά κέντρα. Η διάταξη αυτή, πάντως αναμένεται να «ανάψει φωτιές» στη Βουλή, αφού πολλοί είναι οι βουλευτές των δύο μεγάλων κομμάτων που έχουν ήδη αντιδράσει.

Οι βουλευτές χάνουν την έδρα τους, εφόσον: Προβάλλουν διαφημιστικά μηνύματα. Λειτουργούν εκλογικά κέντρα. Υπερβούν στο διπλάσιο το όριο των εκλογικών δαπανών.

Σε δικαστές ο έλεγχος

Με πρόσχημα την αρχή ότι «ο ελεγχόμενος δεν πρέπει να ελέγχει τον εαυτό του», η κυβέρνηση αναθέτει τον έλεγχο των δαπανών των κομμάτων σε Επιτροπή αποτελούμενη από: ένα βουλευτή εκπρόσωπο κάθε κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων που εκπροσωπείται στη Βουλή, καθώς και από ένα Σύμβουλο της Επικρατείας, έναν Αρεοπαγίτη και ένα Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίοι ορίζονται με κλήρωση με τους αναπληρωματικούς τους από τις Ολομέλειες των αντίστοιχων Δικαστηρίων. Θυμίζουμε πως στη συγκεκριμένη διάταξη είχαν αντιδράσει έντονα οι εκπρόσωποι του ΚΚΕ και του ΔΗΚΚΙ στη Διακομματική Επιτροπή, με το σκεπτικό ότι μπορεί να οδηγήσει στην ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής.