ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ
Ξεκάθαρα αντίθετη η πλειοψηφία φορέων από πανεπιστήμια

Με την ακρόαση φορέων συνεχίστηκε χτες η συζήτηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής

Παρασκευή 1 Μάρτη 2024

Eurokinissi

Να αποσυρθεί το νομοσχέδιο! Αυτό είναι το μήνυμα που στέλνει δυο μήνες τώρα η πλειοψηφία φοιτητικών συλλόγων και άλλων φορέων από τα πανεπιστήμια
Με ξεκάθαρη αντίθεση απέναντι στην παράκαμψη του άρθρου 16 του Συντάγματος και στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων με τη μορφή Νομικών Προσώπων Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΝΠΠΕ) στάθηκε, στη χτεσινή συζήτηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, η συντριπτική πλειοψηφία των εκπροσώπων των φορέων που προέρχονταν από τα πανεπιστήμια.

Εκπρόσωποι της ΠΟΣΔΕΠ (Ομοσπονδία των πανεπιστημιακών), ΠΟΣΕΕΔΙΠ (ειδικό εργαστηριακό και διδακτικό προσωπικό), ΠΟΣΕΤΕΠ (εργαστηριακό προσωπικό), των διοικητικών υπαλλήλων (ΟΔΠΤΕ) και του Συλλόγου Φοιτητών Ιατρικής Αθηνών μετέφεραν τις θέσεις των φορέων τους, που έχουν εξάλλου από την πρώτη στιγμή αντιταχθεί σε αυτό το νομοσχέδιο και συμμετέχουν στις μεγάλες κινητοποιήσεις εδώ και βδομάδες, ενώ παράλληλα μετέφεραν εικόνα των ελλείψεων και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα δημόσια πανεπιστήμια και φυσικά δεν αντιμετωπίζονται με αυτό το νομοσχέδιο.

Μοναδική ίσως εξαίρεση ήταν ο πρύτανης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου, ο οποίος, εκπροσωπώντας τη Σύνοδο των Πρυτάνεων, είπε ότι θα παρακολουθήσουν τις εξελίξεις και θα επανέλθουν ως προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.

Αξίζει να σημειωθεί ότι αρνητική στάση στο νομοσχέδιο κράτησαν και επαγγελματικοί φορείς που είχαν κληθεί, όπως το ΤΕΕ και η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων, ενώ με «ανοιχτές αγκάλες» υποδέχτηκαν το νομοσχέδιο οι εργοδοτικές ενώσεις, η Κεντρική Ενωση Επιμελητηρίων και ο ΣΕΒ.

Από διάφορους φορείς τέθηκε η ανάγκη ενίσχυσης των δημόσιων πανεπιστημίων, χωρίς ωστόσο να είναι ξεκάθαρο από όλους αν με τον όρο αυτό στην πραγματικότητα εννοείται η διεύρυνση της επιχειρηματικής, ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας τους.

Παράλληλα, τέθηκαν θέματα σχετικά με τη μη απόδοση ακόμα επαγγελματικών δικαιωμάτων στους αποφοίτους σε μια σειρά από Τμήματα, σχετικά με τις σπουδές διαφορετικών ετών στο ίδιο αντικείμενο που θα επιφέρει η λειτουργία ξένων παραρτημάτων, σχετικά με τις υποβαθμισμένες αλλά «αναγνωρισμένες» σπουδές των κολεγίων, το θέμα της αντιεπιστημονικής ένταξης του Τμήματος Εργοθεραπευτών στη Σχολή Φυσικής Αγωγής αντί της Σχολής Υγείας κ.ά.

Η συζήτηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων συνεχίζεται σήμερα, που θα εξετάσει το νομοσχέδιο κατ' άρθρο.

Με 19.000 ευρώ τον χρόνο... θα γίνεσαι γιατρός, χωρίς κόπο και θυσίες

«Κάνετε την αδικία νόμο», σημείωσε ο Αλέξανδρος Θεολόγου, αντιπρόεδρος του Φοιτητικού Συλλόγου Ιατρικής Αθηνών, ο οποίος κατηγόρησε την κυβέρνηση που δεν ακούει τους φοιτητές, τους μαθητές, τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι βρίσκονται στον δρόμο του αγώνα εδώ και βδομάδες. Το 70% των φοιτητών έχει καταδικάσει το νομοσχέδιο, όπως και οι Ομοσπονδίες των καθηγητών και των διοικητικών υπαλλήλων, σημείωσε, τονίζοντας ότι «όλος ο λαός είναι στο πλευρό μας».

Κάλεσε την κυβέρνηση να αποσύρει το νομοσχέδιο, ενώ εξηγώντας την αδικία που επιφέρει, σημείωσε χαρακτηριστικά: «Εμείς οι εκατοντάδες φοιτητές της Ιατρικής που συγκεντρώσαμε 19.000 μόρια για να μπούμε στη σχολή, μετά από κόπους, θυσίες και έξοδα των οικογενειών μας, τώρα βλέπουμε πως θα μπορεί να γίνει γιατρός όποιος έχει να πληρώσει 19.000 ευρώ τον χρόνο στα ιδιωτικά πανεπιστήμια».

Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ανέφερε ότι «οι φοιτητές της Ιατρικής ξέρουν από πρώτο χέρι τι σημαίνει σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στον τομέα της Υγείας. Το είδαμε την περίοδο της πανδημίας με το ξεχαρβαλωμένο δημόσιο σύστημα Υγείας που όλο και υποβαθμίζεται και ταυτόχρονα ο ιδιωτικός τομέας θησαύριζε. Μάλιστα, πρόσφατα έγινε νόμος να πληρώνει ο ασθενής για απογευματινό χειρουργείο σε δημόσιο νοσοκομείο. Τόσο αναβαθμίστηκαν τα δημόσια νοσοκομεία!».

Αναφερόμενος στην πρόθεση της κυβέρνησης να ιδρύσει από τις πρώτες σχολές την Ιατρική, σχολίασε: «Τι θα διδάσκουν στους φοιτητές οι ιδιωτικοί όμιλοι Υγείας, το πώς κερδοσκοπούσαν πάνω στις ζωές των ανθρώπων μέσα στην πανδημία ή θα λένε για τις αυξήσεις στις λίστες αναμονής;».

Ανέφερε ότι στην Αττική το Γεωπονικό, το Πάντειο, το Πανεπιστήμιο Πειραιά, το ΠαΔΑ δεν έχουν φοιτητικές εστίες, ενώ στο ΕΚΠΑ καλύπτεται μόλις το 9% των φοιτητών, με τους υπόλοιπους να πληρώνουν πανάκριβα ενοίκια. Την ίδια ώρα, τα μεταπτυχιακά στα περισσότερα ιδρύματα έχουν δίδακτρα και μάλιστα πανάκριβα.

Κατήγγειλε την κυβέρνηση που συκοφάντησε και λοιδώρησε τους φοιτητές και τους έστειλε τα ΜΑΤ, που τους χαρακτήρισε παράνομους, λέγοντας: «Μέχρι και ληστές μάς είπατε. Ποιους; Εμάς, τους αυριανούς γιατρούς, τους αυριανούς επιστήμονες επειδή αμφισβητήσαμε την πολιτική σας; Να σας θυμίσω πως παράνομους είπατε και τους αγώνες των εργαζομένων όταν διεκδικούσαν μέτρα προστασίας στον σιδηρόδρομο κι έτσι οδηγηθήκαμε στα Τέμπη». Και συνέχισε: «Παράνομο όμως είναι να στερείτε τα όνειρα και τις σπουδές από χιλιάδες φοιτητές και να τους μετράτε με βάση την τσέπη τους. Ο αγώνας μας είναι δίκαιος και όταν διεκδικούμε αναβάθμιση των σπουδών δεν το κάνουμε μόνο για εμάς, αλλά για όλο τον λαό, γιατί δεν μπορεί οι σπουδές Ιατρικής να είναι εμπόρευμα, δεν μπορεί η Υγεία του λαού να είναι εμπόρευμα».

Καταλήγοντας επισήμανε ότι ο αγώνας των φοιτητών θα συνεχιστεί για σύγχρονες και ποιοτικές σπουδές, αποκλειστικά δημόσιο και πραγματικά δωρεάν πανεπιστήμιο, για δουλειά με δικαιώματα, ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια που ανοίγουν τον δρόμο ώστε ο καθένας να σπουδάζει ανάλογα με το πορτοφόλι του.

Δεν υπάρχει ούτε μια διάταξη που να αφορά στις ανάγκες εργαζομένων και φοιτητών

Η Νίκη Χρονοπούλου, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Διοικητικού Προσωπικού Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, μιλώντας στη χτεσινή συνεδρίαση κατήγγειλε τη συνεχώς μειούμενη κρατική χρηματοδότηση για τα Ανώτατα Ιδρύματα και προειδοποίησε ότι «η ενίσχυση της οικονομικής αυτοτέλειας των πανεπιστημίων αποδεδειγμένα θα οδηγήσει στην παραπέρα μείωση της χρηματοδότησης, των δωρεάν παροχών στους φοιτητές και στην αναζήτηση εσόδων μέσω επιχειρηματικής δραστηριότητας και ανταποδοτικής λειτουργίας».

Πρόσθεσε πως τα πανεπιστήμια στενάζουν από την έλλειψη προσωπικού σε μια σειρά από υπηρεσίες, με τις κυβερνήσεις να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα καταφεύγοντας στους εργαζόμενους με «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, οι οποίοι ξεπερνούν σε αριθμό τους μόνιμους και αορίστου χρόνου υπαλλήλους. Μάλιστα, έδωσε στοιχεία για μείωση πάνω από 30% του διοικητικού προσωπικού τα τελευταία χρόνια, υπηρεσίες που υπολειτουργούν, αποψιλωμένες διοικητικές υπηρεσίες που δεν μπορούν να κάνουν ούτε μικροσυντηρήσεις υποδομών κ.ο.κ.

Σημείωσε ότι «οι διατάξεις του νομοσχεδίου μόνο χειρότερους μπορούν να κάνουν τους ήδη χτυπημένους όρους εργασίας, αλλά και τους όρους μόρφωσης για τους φοιτητές. Το δημόσιο πανεπιστήμιο για να γίνει ανταγωνιστικό σε σχέση με τα ιδιωτικά θα ενισχύει τους τομείς και τις υπηρεσίες που φέρνουν έσοδα, απαξιώνοντας τις όποιες παροχές έχουν απομείνει. Για να είναι πιο ανταγωνιστικό θα πρέπει να είναι και οι εργαζόμενοι πιο ανταγωνιστικοί, επιφέροντας νέο χτύπημα των δικαιωμάτων τους», σημείωσε, φέρνοντας παραδείγματα από την Κύπρο και τις σκανδιναβικές χώρες.

«Δεν υπάρχει ούτε μία διάταξη που να αφορά στις ανάγκες εργαζομένων και φοιτητών, καμιά αναφορά σε μαζικές προσλήψεις προσωπικού, καμία αναφορά σε μονιμοποιήσεις συμβασιούχων, καμία αναφορά σε γενναία αύξηση του κρατικού προϋπολογισμού, καμία αναφορά για σύγχρονες ασφαλείς υποδομές, αλλά ούτε για φοιτητική μέριμνα».

Καταλήγοντας τόνισε ότι οι εργαζόμενοι «απορρίπτουμε εξολοκλήρου το νομοσχέδιο και συνεχίζουμε να διεκδικούμε αποκλειστικά δημόσιες και δωρεάν σύγχρονες σπουδές, γενναία αύξηση της χρηματοδότησης, μόνιμη και σταθερή δουλειά, γιατί η Εκπαίδευση για λίγους, για όσους έχουν να πληρώσουν ανήκει σε προηγούμενους αιώνες».