Με την ορμή από τη συγκλονιστική απεργιακή συγκέντρωση της Λάρυμνας, στην απεργιακή Πρωτομαγιά στη Λαμία
Στιγμές αγωνιστικής ανάτασης για τη συνέχιση του αγώνα, με περισσότερη δύναμη και αντοχή, με μεγαλύτερη ενότητα, με ακόμη πιο πλατιά έκφραση αλληλεγγύης και επόμενο μεγάλο σταθμό την απεργιακή συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς, όπου εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ και τα σωματεία τους θα διαδηλώσουν στη Λαμία.
Εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ, συνάδελφοί τους από κάθε γωνιά της Στερεάς και της Εύβοιας, αλλά και την Αττική, βιοπαλαιστές αγρότες και κτηνοτρόφοι με τρακτέρ και αγροτικά οχήματα, αυτοαπασχολούμενοι αυτοκινητιστές με χωματουργικά μηχανήματά τους, επαγγελματίες, εκπαιδευτικοί, μαθητές, συνταξιούχοι εργαζόμενοι και συνδικαλιστές της ΛΑΡΚΟ, ο λαός της Λοκρίδας και των χωριών γύρω από το εργοστάσιο της Λάρυμνας έδειξαν ότι είναι μια γροθιά. Αποφασισμένοι να συνεχίσουν τον κοινό αγώνα για να μη μαραζώσει ο τόπος τους, για να μην κλείσει η ΛΑΡΚΟ, για να δυναμώσει η πάλη ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική που τσακίζει τα λαϊκά νοικοκυριά.
Τραγούδησαν όλοι μαζί, με τα δάκρυα από πείσμα να χαράζουν τα πρόσωπά τους, ενώνοντας τις φωνές τους στο «Πάγωσε η τσιμινιέρα» αλλά και στο «Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει», δύο τραγούδια που απέκτησαν άλλο νόημα στον χώρο και στον χρόνο που τα ερμήνευσαν, μοναδικά, μαζί με πολλά ακόμη τραγούδια που συντροφεύουν χρόνια τώρα τους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού, ο Γιώργος Νταλάρας και η Φωτεινή Βελεσιώτου.
Σε συνέχιση του αγώνα με επόμενο μεγάλο σταθμό τον απεργιακό γιορτασμό της Εργατικής Πρωτομαγιάς, κάλεσε στην ομιλία του ο Παναγιώτης Πολίτης, πρόεδρος του Σωματείου στο εργοστάσιο της Λάρυμνας, εκφράζοντας τις ευχαριστίες των εργαζομένων σε όσους συμμετείχαν και στήριξαν την κινητοποίηση, αλλά και στους καλλιτέχνες που τραγούδησαν στη συγκέντρωση.
Αναφερόμενος στα εγκληματικά αποτελέσματα των σχεδιασμών της κυβέρνησης στη ΛΑΡΚΟ, ο Π. Πολίτης θύμισε ξανά ότι «η κυβέρνηση χρέωσε τον κρατικό προϋπολογισμό 110 εκατομμύρια ευρώ για να δώσει τη ΛΑΡΚΟ 6 εκατομμύρια (...) ο νέος ιδιοκτήτης θα γίνει δισεκατομμυριούχος και το "αντίτιμο για την εθνική οικονομία και τις τοπικές κοινωνίες", όπως ήταν το αφήγημα, είναι να εξαφανιστούν 1.600 άμεσες και 15.000 έμμεσες θέσεις εργασίας που κάλυπταν τον κύκλο εργασιών της ΛΑΡΚΟ».
Ανέτρεψε δε με συγκεκριμένα στοιχεία τις γνωστές συκοφαντίες ότι τάχα οι εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, σημειώνοντας πως η κυβέρνηση συνεχίζει την ίδια εγκληματική πολιτική με στόχο να πετάξει τους εργαζόμενους στον δρόμο και στα προγράμματα φτώχειας και ανεργίας. Και υπογράμμισε:
«Η κυβέρνηση σπαταλά κρατικό χρήμα, καταστρέφει οικογένειες, καταστρέφει τα χωριά μας, καταστρέφει το έμψυχο κεφάλαιο της ΛΑΡΚΟ, για να περπατήσει στο οριστικό κλείσιμό της.
Γνωρίζουμε ότι η σημερινή κυβέρνηση ήρθε να ολοκληρώσει το έργο όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, που διαχρονικά και συστηματικά, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, εγκατέλειψαν και απαξίωσαν τη ΛΑΡΚΟ.
Γνωρίζουμε ότι το σχέδιο που υλοποιείται στη ΛΑΡΚΟ είναι επιδίωξη μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, για το οποίο στην ΕΕ έχουν από κοινού συμφωνήσει όλοι όσοι κυβέρνησαν».
Και καταλήγοντας, μέσα σε θερμά χειροκροτήματα και συνθήματα τόνισε: «Μπορούμε να φέρουμε τα πάνω κάτω. Μπορούμε να κάνουμε την τσιμινιέρα να καπνίσει ξανά και να μείνει αναμμένη για πολλές δεκαετίες ακόμα. Ο εργάτης δεν λυγά, αγωνίζεται, νικά. Ο αγώνας μας είναι τίμιος, δίκαιος και θα είναι νικηφόρος».