ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
Διαρκής προσπάθεια «κουκουλώματος» εργατικών «ατυχημάτων» από τη Διοίκηση

Μηνυτήρια αναφορά της Επιθεώρησης Εργασίας στον διοικητή του νοσοκομείου

Πέμπτη 3 Οχτώβρη 2024

Μηνυτήρια αναφορά προς την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ιωαννίνων σε βάρος του διοικητή του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων (ΠΓΝΙ) για τη μη αναγγελία εργατικού «ατυχήματος» στην Ψυχιατρική Κλινική κατέθεσε το τμήμα Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Ιωαννίνων. Η μηνυτήρια αναφορά γίνεται για τη μη τήρηση του νόμου 3850/2010 παρ. 2α άρθρο 43, ο οποίος υποχρεώνει κάθε εργοδότη να αναγγέλλει στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας και στις πλησιέστερες αστυνομικές αρχές εντός 24ώρου όλα τα εργατικά «ατυχήματα».

Η υπόθεση αφορά σοβαρή σωματική βλάβη υγειονομικού στην Ψυχιατρική Κλινική Ιωαννίνων την 1η Αυγούστου 2024, για την οποία ο υγειονομικός έλαβε αναρρωτική άδεια για ενάμιση μήνα.

Με ανακοίνωσή της η «Αγωνιστική Κίνηση Υγειονομικών» στο ΠΓΝΙ υπογραμμίζει ότι «η μη αναγγελία είναι συνειδητή και κατ' εξακολούθηση», καταγγέλλοντας ότι αντίστοιχα περιστατικά έχουν καταγραφεί και στο πρόσφατο παρελθόν με την ίδια αντιμετώπιση από τη διοίκηση του νοσοκομείου.

«Η άρνηση αναγγελίας των εργατικών ατυχημάτων γίνεται με δόλο. Ο στόχος είναι η μη αναγνώριση, οπότε η μη ανάληψη της εργοδοτικής ευθύνης για τις συνθήκες, μέσα στις οποίες και λόγω των οποίων συμβαίνουν τα ατυχήματα. Ανάληψη ευθύνης σημαίνει λήψη μέτρων πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου. Στην περίπτωση της μοναδικής στην περιοχή Μονάδας Οξέων Περιστατικών, η έλλειψη ασφαλών υποδομών και η υποστελέχωση σε αριθμό και σύνθεση προσωπικού είναι καθοριστικές και για την έγκαιρη αναγνώριση αλλά και για την αποτροπή και αντιμετώπιση βίαιων συμβάντων», τονίζεται στην ανακοίνωση.

Επιπρόσθετα αναφέρεται ότι «η μη καταγραφή και αναγγελία εργατικών ατυχημάτων εμφανίζει ψευδώς τα νοσοκομεία ως ασφαλείς χώρους εργασίας, οπότε δεν δικαιολογείται η ένταξη στα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα.

Ιδιαίτερα για την ψυχιατρική κλινική οι αγωνιστές υγειονομικοί επισημαίνουν ότι οι διοικήσεις έχουν δείξει εγκληματική αδιαφορία στα αιτήματα των υγειονομικών για βελτίωση των υποδομών και στελέχωσης της δομής, υπενθυμίζοντας ότι αυτή καλείται να λειτουργήσει με μειωμένο προσωπικό, την ίδια περίοδο που καταγράφει αύξηση των νοσηλευμένων κατά 67% από το 2019 έως το 2023».

Παράλληλα η ΑΣΥ καταγγέλλει την παράταξη της ΔΑΚΕ, που μέσω της πλειοψηφίας της στον Σύλλογο εργαζομένων έχει αναλάβει ρόλο στήριξης της Διοίκησης και συγκάλυψης ευθυνών στο ΠΓΝΙ. Τέλος οι αγωνιστές υγειονομικοί δηλώνουν την αμέριστη στήριξή τους στην Επιτροπή Υγείας και Ασφάλειας των εργαζομένων, καλώντας παράλληλα όλους τους υγειονομικούς «να κάνουν προτεραιότητα την καταγραφή και ανάδειξη παραμέτρων του επαγγελματικού κινδύνου και να κατανοήσουν ως υποχρέωση όλων την άσκηση ελέγχου της διοίκησης και την πρόληψη και αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου».

Δεν διερεύνησαν «ατύχημα» γιατί δεν έκανε καταγγελία ο εργαζόμενος!

Το ενδιαφέρον είναι ότι ένα ακόμα εργατικό «ατύχημα», σε βάρος εργαζόμενης, συνέβη στο ίδιο νοσοκομείο πριν από το παραπάνω συμβάν που οδήγησε στη μηνυτήρια αναφορά.

Την καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας για το προηγηθέν «ατύχημα», το οποίο «χτυπούσε καμπανάκι» και για το επόμενο, είχε κάνει την 1η Ιούλη 2024 ο Γιώργος Πρέντζας, με την ιδιότητα του μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Εργαζομένων στο ΠΓΝΙ και του ΓΣ της ΠΟΕΔΗΝ. Μάλιστα, την καταγγελία τη συνόδευσε και με σχετικά έγγραφα για το συμβάν. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε αυτό το «ατύχημα» δεν είχε αναγγελθεί από τη διοίκηση του νοσοκομείου.

Η απάντηση όμως της Επιθεώρησης Εργασίας ήταν ότι αφού δεν τον ανήγγειλε ο εργοδότης, ούτε η εργαζόμενη - θύμα του «ατυχήματος» δεν μπορούσε να το διερευνήσει. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι μετά την καταγγελία του συνδικαλιστή ζητήθηκε από την εργαζόμενη να συμπληρώσει σχετικό έγγραφο για να ξεκινήσει η διαδικασία διερεύνησης, αλλά η εργαζόμενη δεν προσκόμισε τίποτα. Ακόμα ότι η διοίκηση του νοσοκομείου δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα της Επιθεώρησης να γνωστοποιήσει τα στοιχεία και τις συνθήκες στις οποίες συνέβη το «ατύχημα».

Με βάση αυτά, η Επιθεώρηση απαντά εγγράφως στις 11 Ιούλη 2024 το εξής στον Γιώργο Πρέντζα: «Από τα παραπάνω η Υπηρεσία μας δεν έχει τη δυνατότητα - αρμοδιότητα να διερευνήσει περαιτέρω το εν λόγω συμβάν, διότι δεν υπήρξε αναγγελία αυτού στην Υπηρεσία μας, τόσο από τον εργοδότη (Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων), όσο και από την εργαζόμενη»!

Τα παραπάνω, εκτός από προκλητικά, αφού στην ουσία θωρακίζουν το καθεστώς ασυδοσίας για την εργοδοσία και τις διοικήσεις, είναι και παράτυπα, ενώ εκθέτουν την κυβέρνηση, η οποία όταν άλλαζε το καθεστώς λειτουργίας της Επιθεώρησης Εργασίας, ισχυριζόταν ότι αυτό γίνεται για την αναβάθμισή της, και ότι μπορεί να παρεμβαίνει ακόμα και με «ανώνυμες καταγγελίες». Σημειώνεται ότι κανένας νόμος δεν υποχρεώνει τον εργαζόμενο να υποβάλλει οποιοδήποτε έγγραφο για να ξεκινήσει η διαδικασία διερεύνησης. Αντιθέτως ο νόμος 3996/2011 ορίζει καθαρά ότι η Επιθεώρηση Εργασίας «στ. Εξετάζει κάθε καταγγελία και αίτημα που υποβάλλεται σε αυτό και παρεμβαίνει άμεσα στους χώρους εργασίας».

Το πρόσχημα ότι η εργαζόμενη δεν ανταποκρίθηκε και γι' αυτό δεν μπορεί να γίνει έρευνα από την Επιθεώρηση Εργασίας δεν παίρνει υπόψη του ότι οι εργαζόμενοι βρίσκονται υπό τη διαρκή πίεση του φόβου απόλυσης ή χειροτέρευσης των συνθηκών εργασίας σε περίπτωση που αντιδράσουν. Γι' αυτό άλλωστε και μια σειρά «ατυχήματα» «κουκουλώνονται» από την εργοδοσία με διάφορους εκβιασμούς σε βάρος των εργαζομένων. Ακόμα, παροπλίζει τη συνδικαλιστική δράση, δηλαδή τη συλλογική έκφραση των εργαζομένων, και ακυρώνει το βασικό έργο της Επιθεώρησης Εργασίας, που είναι να εντοπίσει τα αίτια, μεταξύ άλλων, ενός «ατυχήματος» και να επιβάλει στους εργοδότες την εξάλειψή τους, ώστε να μη συμβούν παρόμοια εργατικά «ατυχήματα» στο μέλλον.

Τέλος, γεγονός παραμένει ότι οι τέτοιοι χειρισμοί των καταγγελιών δίνουν αέρα στα πανιά της εργοδοτικής ασυδοσίας. Ετσι, ο διοικητής του νοσοκομείου επέλεξε να μην αναγγείλει και το δεύτερο «ατύχημα», παίρνοντας «αέρα» από τον τρόπο που η ηγεσία της Ανεξάρτητης Αρχής χειρίζεται τις καταγγελίες. Ομως τη δεύτερη φορά ο εργαζόμενος που υπέστη το «ατύχημα» ήταν αυτός που το ανήγγειλε και διεκδικεί αποφασιστικά τα δικαιώματά του.