Η ταινία παρακολουθεί την ιστορία της Αριάν, μιας νεαρής γυναίκας που εργάζεται ως ισπανόφωνη διερμηνέας για τους εποχικούς εργάτες από τη Γουατεμάλα σε ένα εργοστάσιο επεξεργασίας σιτηρών στον Καναδά. Μετά από έναν δύσκολο χωρισμό που την άφησε με τρομακτικά χρέη, η Αριάν προσπαθεί να διαχειριστεί το καταπιεστικό εργασιακό της περιβάλλον, λειτουργώντας ως μεσάζοντας μεταξύ των ευάλωτων εργατών και ενός σκληρού διευθυντή που τους εκμεταλλεύεται. Καθώς έρχεται πιο κοντά στους εργαζόμενους, ειδικά στον Μανουέλ, βρίσκεται διχασμένη ανάμεσα στο επαγγελματικό της καθήκον, στη δική της επιβίωση και στην αυξανόμενη παρόρμησή της να εναντιωθεί στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας.
Η υπόθεση της ταινίας τα λέει όλα. Ο Σεβινί εμπνεύστηκε το σενάριο από πραγματικές ιστορίες, μετά από έρευνα σχετικά με τις συνθήκες εργασίας των μεταναστών εργατών. Ο σκηνοθέτης μάς μιλάει για το ταξίδι της Αριάν να συνειδητοποιήσει την εκμετάλλευση που υφίστανται οι μετανάστες... Μα ουσιαστικά ο ρόλος της Αριάν είναι να μας δείξει ότι είτε είσαι ντόπιος είτε ξένος εργάτης, πρέπει να σηκώσεις το ανάστημά σου. Πρέπει να ενωθείς, να διεκδικήσεις αυτό που σου στερούν, τη ζωή και την αξιοπρέπεια, και - όπως θα το λέγαμε κι εμείς - ανοίγει την κουβέντα για να καταλάβει κανείς ποιος παράγει τον πλούτο. Η ταινία δεν μας ετοιμάζει για επανάσταση, όμως είναι ρεαλιστική και ακτινογραφεί ακόμα και τη διαστρωμάτωση των εργατών μέσα στο εργοστάσιο. Δείχνει τους εξαθλιωμένους, τους «χρήσιμους» μάνατζερ - λακέδες των αφεντικών, τα παράσιτα που θέλουν τα υπερκέρδη τους πέρα από κάθε ανθρώπινο κόστος. Από τις ωραιότερες «δικές μας» ταινίες των τελευταίων χρόνων, η πρώτη μεγάλου μήκους του Πιέρ - Φιλίπ Σεβινί μάς κάνει να περιμένουμε ανυπόμονα τα επόμενα βήματά του.
Το «Tack» είναι μια πολύ προσωπική καταγραφή της ζωής και του αγώνα δύο γυναικών για δικαίωση. Οι ζωές της Σοφίας και της Αμαλίας διασταυρώνονται όταν η Αμαλία αποφασίζει να στείλει μήνυμα στην Σοφία, λίγες μέρες μετά τη δημόσια μαρτυρία της για τον βιασμό της από έναν ισχυρό παράγοντα της ιστιοπλοΐας. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα ξεκινά ένας δικαστικός αγώνας εναντίον του πρώην προπονητή της Αμαλίας. Η ταινία ακολουθεί και παρατηρεί τις δύο γυναίκες επί δύο χρόνια περίπλοκων και επώδυνων δικαστικών διαδικασιών.
Το «Tack» είναι μια συγκλονιστική καταγραφή δύο γυναικών που κατάφεραν να σπάσουν τη σιωπή. Η σκηνοθέτιδα, μέσα από πολύ δύσκολα γυρίσματα, κάποια εκ των οποίων και μέσα στην πανδημία, διαχειρίζεται με πολύ σεβασμό το υλικό της. Μας δείχνει τη μοναξιά αλλά και τη γενναιότητά τους και αναδεικνύει τον Γολγοθά που περνάει μια γυναίκα, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για παιδί, από τις μακροχρόνιες και πολυδάπανες νομικές διαδικασίες μέχρι να φτάσει στην τελεσίδικη καταδίκη του δράστη.
Η συγκινητική καταγραφή της μας γεννά πολλά ερωτήματα. Εάν αυτές οι αναγνωρισμένες γυναίκες δυσκολεύονται να μιλήσουν, πόσο εύκολο είναι για τις υπόλοιπες γυναίκες να καταγγείλουν την κακοποίηση, αφού η κρατική και εργοδοτική βία τις κρατά δέσμιες; Είναι ατομική ευθύνη της κάθε γυναίκας να καταγγείλει την κακοποίηση, όταν δεν υπάρχει καμία προστασία και στήριξη από το κράτος και την ΕΕ, που όλα τα απαραίτητα μέτρα, όπως δίκτυο προστασίας, δομές, κοινωνική, νομική και ψυχολογική υποστήριξη, τα θεωρούν κόστος και όσα χρήματα προβλέπονται πάνε σε ΜΚΟ και ιδιώτες; Στο πλαίσιο της εμπορευματοποίησης, της ανταγωνιστικότητας και της ανθρωποφαγίας δεν λειτουργούν τόσο ο αθλητισμός όσο και οι υπόλοιπες εκφάνσεις της ζωής μας; Πόσο εκτεθειμένες σε εκβιασμούς και πιέσεις είναι οι γυναίκες σε αυτό το πλαίσιο; Πώς ονομάζεται η κοινωνία που διαμορφώνει δράστες - τέρατα, αν όχι η κοινωνία της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο; Και πάνω σε ποιες σάπιες αξίες στηρίζεται; Οι όποιες νομικές αλλαγές για την αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου και της ποινικής μεταχείρισης των δραστών των εγκλημάτων βίας σε βάρος των γυναικών, με βάση το κίνητρο του δράστη, που αναμφισβήτητα είναι αναγκαίες, δεν φτάνουν από μόνες τους για να αφοπλίσουν το χέρι του δράστη, δεν αρκούν από μόνες τους όταν μιλάμε για ένα τόσο σοβαρό κοινωνικό ζήτημα. Η ατομική εγκληματικότητα δεν αναπτύσσεται στο κενό, η θέση της γυναίκας είναι ανισότιμη σε αυτήν την εκμεταλλευτική κοινωνία, και η πραγματική ασπίδα προστασίας μπορεί να χτιστεί μέσα από τη συλλογική δράση απέναντι σε αυτό που γεννά τη βία.
Η ταινία «Megalopolis» είναι ένα ρωμαϊκό έπος που διαδραματίζεται σε μια φανταστική σύγχρονη Αμερική. Η πόλη της Νέας Ρώμης πρέπει να αλλάξει, προκαλώντας σύγκρουση μεταξύ ενός ιδιοφυούς καλλιτέχνη, που επιδιώκει ένα ουτοπικό, ιδεαλιστικό μέλλον, και του αντιπάλου του, του δημάρχου, που παραμένει αφοσιωμένος σε ένα οπισθοδρομικό καθεστώς, διαιωνίζοντας την απληστία και τη διαφθορά. Ανάμεσά τους στέκει διχασμένη η κόρη του δημάρχου, που εξαιτίας της αγάπης της για τον καλλιτέχνη θα δοκιμαστεί και θα αναγκαστεί να ανακαλύψει τι πραγματικά πιστεύει ότι αξίζει στην ανθρωπότητα.
Ενας τρίωρος φαντασμαγορικός κυκεώνας, που χρειάζεται να τον δεις πάνω από μια φορά για να καταλάβεις το μεγαλύτερο μέρος όσων θέλει να πει ο Κόπολα... Σαίξπηρ, Μάρκος Αυρήλιος, Κολοσσαίο, μεταφερμένα σε ένα αδιευκρίνιστο παρελθόν / παρόν, ενδεχομένως της εποχής Ρέιγκαν, όπως μαρτυρούν κάποιοι σοβιετικοί πύραυλοι που πετάγονται κυριολεκτικά από το πουθενά... Ιντριγκες, έρωτες, πάθη, μίση και όλοι ενωμένοι (δήμαρχοι, τραπεζίτες κ.λπ.) μπορούν να υποστηρίξουν τη δημιουργία ενός πιο όμορφου κόσμου, αυτού που ονειρεύεται ο ιδιοφυής καλλιτέχνης... Οχι ο λαός... Ο λαός δεν υπάρχει πουθενά, δεν κρατάει ούτε καν ρόλο κομπάρσου, είναι εξαφανισμένος, μοιραίος και άβουλος αντάμα, έρμαιο στις προθέσεις των αφεντών του. Αντιλαμβανόμαστε ότι ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός, αλλά να... Σκεφτόμασταν να τον φτιάχναμε με τα χέρια μας, στο μπόι των ονείρων μας...
Μετά από είκοσι χρόνια απουσίας ο Οδυσσέας ξεβράζεται στις ακτές της Ιθάκης, ημιθανής και αγνώριστος. Η αγαπημένη του σύζυγος, Πηνελόπη, είναι ουσιαστικά φυλακισμένη στο ίδιο της το παλάτι και δέχεται αφόρητες πιέσεις από τους φιλόδοξους μνηστήρες να διαλέξει νέο σύζυγο και βασιλιά. Ο γιος τους, Τηλέμαχος, διατρέχει θανάσιμο κίνδυνο από τους μνηστήρες, οι οποίοι τον βλέπουν ως εμπόδιο στο αδυσώπητο κυνήγι τους για την Πηνελόπη και κατ' επέκταση το βασίλειο.
Εικαστικά απλή, στηριγμένη στις τελευταίες ραψωδίες της Οδύσσειας, με αρκετές αλλαγές στο σενάριο, που δυστυχώς φέρνουν χρονικές ανισότητες οι οποίες δεν υπάρχουν στο σοφά σχεδιασμένο έπος του Ομήρου. Οι πρωταγωνιστές, αναμφίβολα ταλαντούχοι, μοιάζουν αποστασιοποιημένοι, δεν καταφέρνουν να μας πείσουν για την προσαρμογή τους στην εποχή - και πώς να μπορέσουν, αφού δεν μας πείθει ούτε το υπόλοιπο καστ ούτε η ατμόσφαιρα που δημιούργησε ο σκηνοθέτης, παρά τις πολύ καλές προθέσεις του.
Η 12χρονη Μπέιλι ζει μαζί με τον μπαμπά της και τον αδερφό της σε μια κατάληψη στο βόρειο Κεντ. Ο πατέρας δεν έχει πολύ χρόνο για τα παιδιά του και η Μπέιλι, που πλησιάζει στην εφηβεία, αναζητεί την προσοχή και την περιπέτεια αλλού. Θα γνωρίσει έναν μυστηριώδη άνδρα και σύντομα τα πάντα στη ζωή αυτής της οικογένειας θα αρχίσουν να αλλάζουν.
Κόβεται χίλια κομμάτια η καρδιά του θεατή που βλέπει τα παιδιά να μεγαλώνουν μόνα τους ουσιαστικά, εγκαταλειμμένα σε άθλιες συνθήκες, με γονείς μέσα στα ναρκωτικά. Κι ας παλεύει η σκηνοθέτιδα να δώσει μια στιγμή αισιοδοξίας, καταλαβαίνουμε ότι δεν οδηγεί πουθενά τούτος ο δρόμος... Σου δείχνει τόσο ωμά την αλήθεια, που δεν μπορείς να σηκώσεις ούτε στιγμή το βλέμμα σου από πάνω της. «Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά» - και πώς να μην είναι, όπως μεγαλώνουν με σπασμένα τα φτεράκια τους... Λιτή και συνταρακτική.
Ενα απροσδόκητο κάλεσμα των προγόνων στέλνει την Βαϊάνα σε ένα ταξίδι στις μακρινές θάλασσες της Ωκεανίας, σε επικίνδυνα και αχαρτογράφητα νερά.
Μια υπέροχη Βαϊάνα, που την είδαμε στην αυθεντική της έκδοση, με υπότιτλους, και όχι μεταγλωττισμένη, άρα δεν μπορούμε να εκφέρουμε άποψη για τη δουλειά που έγινε εδώ, μπορούμε όμως να πούμε ότι είναι μία από τις ωραιότερες ταινίες της Disney τα τελευταία χρόνια. Η Βαϊάνα γίνεται θαλασσοπόρος στα χνάρια του Ταουτάι Βάσα, θαλασσοπόρου πριν από 1.000 χρόνια, και ταξιδεύει να ανακαλύψει το νησί Μοτουφετού, όπου συναντιούνταν όλοι οι λαοί του Ειρηνικού, αλλά χάθηκε από την κατάρα του θεού Νάλο, αφήνοντας τους λαούς απομονωμένους. «Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες» στον δρόμο της Βαϊάνα, μα σε αυτό το ταξίδι δεν είναι μόνη με τον Μάουι... Για την αλληλεγγύη, τη συνειδητοποίηση του πόσο προσφέρει στον άνθρωπο το να γνωρίζει την ιστορία του και το πνεύμα φιλίας μεταξύ των λαών, να πάτε με τα μικρά σας, και ακόμα κι αν κάπου διαφωνήσετε, θα καταφέρετε να ανοίξετε μια υπέροχη κουβέντα μαζί τους. Το γραφικό περιβάλλον είναι εκπληκτικά όμορφο.