Το «φτάνει πια» στα προβλήματα των Ειδικών Σχολείων να συναντηθεί με την πάλη για να χάσουν οι λίγοι

Η ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα

Πέμπτη 5 Δεκέμβρη 2024

RIZOSPASTIS

Αγαπητές φίλες και φίλοι, αγαπητοί προσκεκλημένοι, εκπρόσωποι φορέων,

Χθες (σ.σ. προχθές), 3 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Μέρα των Ατόμων με Αναπηρία, πραγματοποιήθηκε κινητοποίηση στο υπουργείο Οικονομικών με αίτημα να απαγορευτούν εδώ και τώρα οι πλειστηριασμοί σε σπίτια οικογενειών με ανάπηρα μέλη ή χρονίως πάσχοντα.

Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις της Ιωάννας στου Ζωγράφου, του Γιάννη στα Πετράλωνα, της Αγάπης στον Κολωνό, του Σπύρου στα Θυμαράκια, του παππού στη Χαλκιδική, του Γιάννη στη Χαλκίδα, του Πάνου στην Πετρούπολη, αλλά και της Διονυσίας στην Ελευσίνα, το οποίο σώθηκε μετά από τη συγκινητική αλλά και μαχητική κινητοποίηση του λαού της πόλης. Αυτή η κινητοποίηση του κόσμου είναι που κρατάει ακόμα στα σπίτια τους περισσότερους από αυτούς.

Σε αυτόν τον αγώνα το Κόμμα μας πρωτοστατεί με τα μέλη και τα στελέχη του μέσα από τους μαζικούς φορείς, τα συνδικάτα και το αγωνιστικό αναπηρικό κίνημα.

Σε αυτήν την κατεύθυνση είναι και η τροπολογία που κατέθεσε το Κόμμα μας στη Βουλή για την απαγόρευση των εξώσεων και των πλειστηριασμών των σπιτιών των ΑμεΑ και των χρονίως πασχόντων, αλλά και για την εξασφάλιση της στέγασης με την παραχώρηση σπιτιών από το κράτος σε όσους έχουν χάσει τα σπίτια τους, όπως στην περίπτωση των Πετραλώνων.

Παλεύουμε καθημερινά για τα προβλήματα των Ειδικών Σχολείων


RIZOSPASTIS

Με τη σημερινή μας συνάντηση επιδιώκουμε να φωτίσουμε μια ιδιαίτερη και ευαίσθητη πλευρά αυτής της πραγματικότητας: Την κατάσταση στα Ειδικά Σχολεία. Προφανώς, συνολικότερα το πλαίσιο στο οποίο ασκείται η Ειδική Αγωγή και παρέμβαση είναι ασφυκτικό.

Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα των μεγάλων κενών στην Παράλληλη Στήριξη και με τις αρνητικές, βλαπτικές θα λέγαμε και αντεπιστημονικές ερμηνευτικές εγκυκλίους για την περικοπή των εκπαιδευτικών Παράλληλης Στήριξης, αφήνοντας, κυριολεκτικά τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αβοήθητους στο γενικό σχολείο.

Ομως τα Ειδικά Σχολεία δεν αρκεί να τα θυμόμαστε σε παγκόσμιες ημέρες, ή όταν η εταιρική κοινωνική ευθύνη δήθεν αγωνιά για τις συνθήκες σε αυτά, επιδιώκοντας να παίξει στη δημοσιότητα και να πουλήσει φιλανθρωπία, με το αζημίωτο φυσικά.

Τα Ειδικά Σχολεία τα θυμόμαστε όταν παλεύουμε καθημερινά για τα προβλήματά τους, αλλά και όταν στηρίζουμε και βοηθάμε αυτούς που παλεύουν καθημερινά με τα προβλήματά τους.

Τελικά αποδεικνύεται περίτρανα ότι μέτρο του εύρους και της κατακτημένης ποιότητας της Ειδικής Αγωγής σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι ο χώρος των Ειδικών Σχολείων. Και από αυτό το συμπέρασμα προκύπτει μια αλήθεια, και συνάμα ένα καθήκον.

Σε αυτόν ακριβώς τον ευαίσθητο χώρο απαιτείται αυτό που λέμε «θετικά άνιση μεταχείριση», που πρέπει να αντιμετωπίσει τον μόχθο και το έλλειμμα που επιτείνεται από τις φυσικές αδυναμίες.


RIZOSPASTIS

Αρα, το ερώτημα «τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει σήμερα στα Ειδικά Σχολεία», που προφανώς τίθεται με οξύτητα απ' όλους που έχουν έγνοια και αγωνία, πρέπει να απαντηθεί φωτίζοντας τις ανάγκες, που είναι σύνθετες, ανεβασμένες και συνεχώς διευρυνόμενες. Αλλά και με βάση τις δυνατότητες που δίνουν σήμερα η επιστήμη και οι εφαρμογές της στη σύγχρονη Παιδαγωγική.

Και εδώ ακριβώς αρχίζουν να διαμορφώνονται οι δύο βασικές αντιλήψεις και πολιτικές για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της Ειδικής Αγωγής και των Ειδικών Σχολείων ιδιαίτερα. Και αυτό διότι τα προβλήματα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς να εντοπιστεί, να αντιμετωπιστεί και τελικά να καταργηθεί η αιτία που τα δημιουργεί.

Ο λόγος δηλαδή που κρατάει πίσω τα παιδιά των Ειδικών Σχολείων, αντί να τα σπρώχνει προς τα εμπρός. Και αυτός ο λόγος έχει ονοματεπώνυμο: Είναι η πολιτική που βλέπει τα παιδιά των Ειδικών Σχολείων σαν βάρος, σαν κόστος. Και μας καλεί να συμβιβαστούμε με το «τόσο - όσο», να αποδεχτούμε να αντιμετωπίζονται διαχρονικά από όλες τις κυβερνήσεις σαν μαθητές δεύτερης κατηγορίας, που κοστολογούνται οι σύνθετες εκπαιδευτικές τους ανάγκες και μένουν ακάλυπτες, λόγω στενών δημοσιονομικών προτεραιοτήτων.

Είναι όμως οι ίδιες κυβερνήσεις που αποδεικνύονται ιδιαίτερα γαλαντόμες για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης κερδοφορίας μεγαλοεπιχειρηματιών, εφοπλιστών, και φυσικά στο πεδίο της πολεμικής οικονομίας οι δαπάνες πλέον προκαλούν ζάλη.

Και όταν κάποιες στιγμές μάς μιλάνε κάπως θετικά για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, τότε αναδεικνύεται ότι τα βλέπουν με όρους επένδυσης, και μάλιστα επένδυσης με τους πιο ανήθικους και χυδαίους όρους.

Οπως η περιβόητη δήλωση του υπουργού Αμυνας, ότι τα παιδιά με αυτισμό μπορούν να γίνουν πολύ καλοί χειριστές drones για να σημαδεύουν καλύτερα τους στόχους που θέτει η βάρβαρη πολιτική τους σε συνθήκες που οι άδικοι, ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι πυκνώνουν και η ελληνική κυβέρνηση εμπλέκεται σε αυτούς, με ανυπολόγιστες συνέπειες για τον λαό και τα παιδιά μας.

Συνέπειες που έχουν να κάνουν και με το γεγονός ότι όλη η χώρα γίνεται στόχος αντιποίνων, αλλά και γιατί πληρώνουμε ήδη πολύ ακριβά το μάρμαρο από τα δισεκατομμύρια που δίνονται από την αφαίμαξή μας για ΝΑΤΟικές δαπάνες.

Και όλα αυτά φυσικά να μεταφράζονται στην υποχρηματοδότηση σε καίριους τομείς για τη ζωή μας, για την Υγεία, την Εκπαίδευση, την Πρόνοια, την προστασία από φυσικές καταστροφές κ.ά.

Να λοιπόν γιατί η δυσαρέσκεια, το «φτάνει πια», δεν αρκεί να δώσει απάντηση και διέξοδο στα προβλήματα των Ειδικών Σχολείων, αν δεν συνδυαστεί, αν δεν συναντηθεί με την επίγνωση και συνειδητοποίηση αυτού του συμπεράσματος που έγινε σύνθημα μυριόστομο από χιλιάδες και εκατομμύρια του λαού και της νεολαίας μας: «Τα κέρδη τους ή οι ζωές μας». Αν δεν κατανοηθεί ότι κάθε βήμα προς την ικανοποίηση ακόμα και των πιο άμεσων, επιτακτικών ζητημάτων για τους πολλούς προϋποθέτει την πάλη για να χάσουν οι λίγοι.

Πραγματικά, αυτό ακριβώς επιβεβαιώνεται και από τη δική σας πείρα.

Ας θέσουμε λοιπόν ορισμένα ερωτήματα:

- Γιατί, ενώ η επιστήμη τρέχει με αλματώδεις ρυθμούς και υπάρχουν τα διαγνωστικά εργαλεία, είναι σχεδόν ανύπαρκτες οι δημόσιες, δωρεάν ιατρικές πρωτοβάθμιες δομές έγκαιρης διάγνωσης υποχρεωτικά για όλα τα βρέφη;

- Γιατί, ενώ υπάρχει το διαθέσιμο και καταρτισμένο επιστημονικό δυναμικό, για παράδειγμα των παιδοαναπτυξιολόγων, αυτοί είναι ελάχιστοι, μόλις σε κάποια δημόσια νοσοκομεία, με τις λίστες αναμονής να είναι πολύμηνες;

- Γιατί, τέσσερα χρόνια μετά από τις βαρύγδουπες ανακοινώσεις από την κυβέρνηση και τους υπουργούς ότι θα δοθεί προτεραιότητα στην πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση, εν τέλει θεσμοθετήθηκε το πολυφορεμένο «voucher για πάσα υπηρεσία»; Το οποίο μάλιστα δεν προορίζεται για διάγνωση παρά μόνο για παρέμβαση, κι αυτό μέχρις εξαντλήσεως των κουπονιών!

Την ίδια στιγμή, ελλείψει δημόσιων ιατρικών και όχι μόνο χώρων διεπιστημονικής παρέμβασης για τα μικρά παιδιά, προκρίνεται η παρέμβαση στον χώρο όπου μεγαλώνει και ζει το ίδιο το παιδί. Μα αν είναι δυνατόν! Πόσα ακόμα θα αναλάβει η πολύπαθη οικογένεια;

Προκλητικό και προσβλητικό ότι τα περισσότερα Ειδικά Σχολεία στεγάζονται σε ακατάλληλα κτίρια

Το Κόμμα μας ούτε συγκυριακά και επετειακά ασχολείται με τα Ειδικά Σχολεία, ούτε για λόγους εντυπωσιασμού. Γνωρίζουμε ότι στα Ειδικά Σχολεία φοιτά το 10% των μαθητών με αναπηρίες ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Δηλαδή από τους περίπου 110.000 μαθητές οι 12.000 περίπου φοιτούν στα Ειδικά Σχολεία, μόλις το 1% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού.

Και τι μ' αυτό όμως; Αυτό το 1% του μαθητικού πληθυσμού φαντάζει διαχρονικά στην κυβερνητική πολιτική ως βάρος τεράστιο. Γι' αυτό το 1% του μαθητικού πληθυσμού, λοιπόν, τα σχολεία δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του.

Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στο 80% των Περιφερειακών Ενοτήτων δεν υπάρχει Ειδικό Επαγγελματικό Γυμνάσιο και Λύκειο. Στο 5,5% των Περιφερειακών Ενοτήτων είναι ανύπαρκτα τα Ειδικά Νηπιαγωγεία, δηλαδή δεν υφίσταται δομή υποχρεωτικής Εκπαίδευσης.

Αλλά και στη μη υποχρεωτική Εκπαίδευση, στους παιδικούς σταθμούς, τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλύτερα. Δεν υπάρχουν παιδικοί σταθμοί σε ολόκληρη τη χώρα που να διαθέτουν το αναγκαίο εξειδικευμένο επιστημονικό και παιδαγωγικό προσωπικό για να υποδεχτούν μικρότερα παιδιά προσχολικής ηλικίας που έχουν σοβαρότερες αναπτυξιακές ή άλλου είδους δυσκολίες ή/και αναπηρίες.

Φυσικά, το ζήτημα δεν είναι μόνο ότι δεν υπάρχουν σχολεία, αλλά και ότι αυτά που ήδη λειτουργούν δεν βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Τα περισσότερα στεγάζονται σε ακατάλληλα κτίρια - ακατάλληλα από την άποψη της ασφάλειας - όταν η ίδια η σύνθεση και τα χαρακτηριστικά του μαθητικού πληθυσμού σε αυτά εγείρουν σοβαρά ζητήματα.

Από την άποψη αυτή, και το πιο καινούριο κτίριο μπορεί να είναι ακατάλληλο για να στεγάσει ένα Ειδικό Σχολείο αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ώστε σε μια συνθήκη έκτακτης ανάγκης, π.χ. σεισμό, πυρκαγιά κ.ά., σε σύντομο χρονικό διάστημα, με σχέδιο και κατάλληλη εκπαίδευση, εργαζόμενοι και εκπαιδευτικοί να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στη σύντομη απομάκρυνση του μαθητικού πληθυσμού.

Είναι προκλητικό και προσβλητικό για γονείς και παιδιά το ότι τα περισσότερα Ειδικά Σχολεία στεγάζονται σε επικίνδυνα και ακατάλληλα σχολικά κτίρια. Μάλιστα κάποια από αυτά έχουν φτιαχτεί στα τέλη του 19ου αιώνα, όπως π.χ. το 6ο και το 10ο Ειδικό Δημοτικό Σχολείο της Αθήνας.

Και, φυσικά, τα κοντέινερ δεν θα μπορούσαν να είναι αποκλειστικότητα του Γενικού Σχολείου. Και τα Ειδικά Σχολεία έχουν κοντέινερ! Αλλο ένα δείγμα του σεβασμού της σημερινής κυβέρνησης αλλά και των προηγούμενων σε αυτά τα παιδιά!

Αλλά ακόμα και για τα ελάχιστα νεόδμητα κτίρια που στεγάζουν Ειδικά Σχολεία, διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις για το κατά πόσο, με βάση τη σύνθεση του μαθητικού τους πληθυσμού, είναι ασφαλή. Π.χ. το Ειδικό Δημοτικό στον Αγιο Δημήτριο, που εκτείνεται σε 3 ορόφους, πόσο διευκολύνει την έκτακτη εκκένωσή του σε περίπτωση ανάγκης;

Σοκάρουν, πραγματικά, οι εικόνες από το ΕΝΕΕΓΥΛ Ηρακλείου Κρήτης, που με αφορμή την κατολίσθηση του πρανούς επανήλθε δριμύτατα η άθλια κατάσταση που επικρατεί στο σχολείο, που δυστυχώς χαρακτηρίζει τη συντριπτική πλειοψηφία των Ειδικών Σχολείων στη χώρα. Τι να πρωτοπούμε και από πού να το πιάσουμε;

Οι Σύλλογοι Γονέων μαζί με εκπαιδευτικούς στη Θεσσαλονίκη βρίσκονται σε πολύμηνο ανυποχώρητο αγώνα για το αυτονόητο: Την εξεύρεση κατάλληλων χώρων και σχολείων. Τρία Ειδικά Σχολεία στον δήμο Πυλαίας - Χορτιάτη στεγάζονταν εδώ και 25 χρόνια σε βιομηχανικό χώρο, που μάλιστα ένα μέρος του ήταν σε λειτουργία!

Να πούμε για τα Ειδικά Σχολεία στην Αττική; Μόνο τους δύο τελευταίους μήνες, μετά από παρέμβαση των βουλευτών του ΚΚΕ και με Ερωτήσεις που καταθέσαμε, φέραμε στο προσκήνιο τις άσχημες συνθήκες που επικρατούν σε αυτά.

Ορισμένα παραδείγματα:

Σοβαρότατα προβλήματα σε κάθε έκφανση της λειτουργίας τους

Δεν υπάρχει Ειδικό Σχολείο στη χώρα μας, σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια, που να μην αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα σε κάθε έκφανση της λειτουργίας του. Είναι αυτά τα σχολεία όπου το χτύπημα του πρώτου κουδουνιού, η έναρξη της σχολικής χρονιάς δεν σκορπά χαμόγελα αλλά αγωνία και σε οικογένειες και σε εργαζόμενους σε αυτά.

Τα ερωτήματα λοιπόν είναι αμείλικτα:

- Θα καλυφθούν όλα τα δρομολόγια για να πάνε τα παιδιά στο σχολείο;

- Και πώς να γίνει αυτό, όταν είναι πολιτική επιλογή όλων των κυβερνήσεων να ενισχύουν και να χρηματοδοτούν το εμπορευματοποιημένο και ιδιωτικοποιημένο σύστημα μεταφοράς τους, με τους ιδιώτες να δίνουν προσφορές και να κλείνουν συμβάσεις μόνο αν κερδίζουν από αυτές; Ετσι, πολλά δρομολόγια βγαίνουν άγονα.

Μάλιστα η Περιφέρεια Αττικής σε έγγραφό της επισημαίνει: «Στην Αττική, λόγω της αύξησης του τουριστικού προϊόντος και της επέκτασης της τουριστικής περιόδου, η ζήτηση για οδηγούς βαίνει συνεχώς αυξανόμενη...». Την ίδια στιγμή αναγνωρίζει ότι «...δεν υπάρχει πλαίσιο εκπαίδευσης των οδηγών για φροντιστική συμπεριφορά σε μαθητές, διευθυντές και γονείς (...) ειδικά για τους μαθητές με αναπηρία». Και μετά από αυτές τις διαπιστώσεις, το ιδιωτικοποιημένο σύστημα μεταφοράς καλά κρατεί.

Τα Ειδικά Σχολεία είναι τα σχολεία που με το χτύπημα του κουδουνιού, αλλά και κατά τη διάρκεια του χρόνου, λειτουργούν με σημαντικές ελλείψεις σε προσωπικό. Παρά τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης για τις μόνιμες προσλήψεις στα Ειδικά Σχολεία, που έγιναν κάτω από την πίεση των αγώνων εκπαιδευτικών και γονιών, υπολείπονται σημαντικά των αναγκών που υπάρχουν.

Φέτος, για παράδειγμα, πέραν των ειδικοτήτων που λείπουν, είναι τραγικά μειωμένες οι προσλήψεις σε Ειδικό Βοηθητικό Προσωπικό, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται το επιστημονικό και παιδαγωγικό έργο του υπόλοιπου προσωπικού και το υπάρχον ειδικό βοηθητικό προσωπικό να οδηγείται στη σωματική και ψυχική καταπόνηση και εξάντληση.

Πολύ περισσότερο που το ίδιο το έργο τους, ειδικά για τις περιπτώσεις των μαθητών με βαρύτερες αναπηρίες, η εξάσκηση σε δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης, αυτοφροντίδας, είναι πρωτίστως εκπαιδευτικό έργο, με στόχους προς κατάκτηση.

Τι να πούμε για τις ειδικότητες των ψυχολόγων, εργοθεραπευτών, κοινωνικών λειτουργών κ.ά., που έχουν στην ευθύνη τους δεκάδες μαθητές, με αποτέλεσμα να μην προλαβαίνουν να προσφέρουν πλέρια και ολοκληρωμένα τις επιστημονικές τους γνώσεις ώστε να στηρίξουν ουσιαστικά τους μαθητές τους!

Το έλλειμμα αυτό επιβεβαιώνεται από τον γιγαντωμένο ιδιωτικό τομέα των κέντρων θεραπευτικής παρέμβασης, που στην κυριολεξία κάνουν χρυσές δουλειές δίπλα στο υποστελεχωμένο δημόσιο Ειδικό Σχολείο.

Κρίσιμες πλευρές και για τη συνέχεια της ζωής μετά το σχολείο

Ομως, φίλες και φίλοι, τα Ειδικά Σχολεία δεν έχουν μόνο πρόβλημα υποδομών και ελλείψεων προσωπικού. Δεν υπάρχει ένα επιστημονικά δομημένο πρόγραμμα σπουδών με βάση την αναπηρία και τη φύση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά που:

Λείπουν, ακόμα, τα εκσυγχρονισμένα επαγγελματικά εργαστήρια, παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών με αναπηρία μπορεί, εφόσον λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση, αγωγή και επαγγελματική κατάρτιση, να ενταχθεί στην παραγωγική εργασία και ζωή, να είναι αυτόνομοι και ανεξάρτητοι.

Επιτρέψτε μας, λοιπόν, να αναφερθούμε και σε ορισμένες πλευρές που, αν και ξεφεύγουν από αυτό καθαυτό το θέμα των Ειδικών Σχολείων, είναι κρίσιμες, γιατί πρόκειται για τη συνέχεια της ζωής των παιδιών μετά το σχολείο.

Ιδιαίτερα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση η ιστορία είναι αμαρτωλή. Καμία ουσιαστική στήριξη από την πλευρά του κράτους.

Ολα επαφίενται στην ατομική ευθύνη της οικογένειας να στηρίξει τον ανάπηρο φοιτητή ή στις δικές του αντοχές να αντιμετωπίσει τις τεράστιες δυσκολίες της φοίτησής του. Από την πρόσβαση στη σχολή του, τα εποπτικά μέσα, τη διερμηνεία για τους κωφούς φοιτητές, την κατάλληλη προσαρμογή των συγγραμμάτων (εκτυπώσεις στη γραφή Braille, μεγεθυμένα γράμματα για φοιτητές με προβλήματα όρασης, κ.λπ.).

Αλλά και το δικαίωμα στην εργασία χτυπιέται από παντού. Εδώ συναντάμε την άρνηση όλων των κυβερνήσεων να εφαρμόσουν ακόμα κι αυτές τις περιορισμένες διατάξεις για την πρόσληψη ΑμεΑ σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Ειδικά ο ιδιωτικός τομέας έχει εξαιρεθεί κατ' απαίτηση των ενώσεων των εργοδοτών από την εφαρμογή του νόμου από το 2005.

Την ίδια στιγμή, όσοι ανάπηροι εργάζονται, είναι από τους πρώτους που απολύονται ή εξαναγκάζονται σε παραίτηση ή κρύβουν το πρόβλημά τους εις βάρος της υγείας τους για να μην απολυθούν.

Μάλιστα, μόνο ως πρόκληση μπορεί να θεωρηθεί, να παρουσιάζεται ως πρόοδος η δήθεν δυνατότητα που δίνει η κυβέρνηση σε συνταξιούχους ΑμεΑ να παρατείνουν τον εργάσιμο βίο τους, ακριβώς επειδή οι μισθοί και οι συντάξεις είναι πείνας.

Γι' αυτό το Κόμμα μας στηρίζει τα αιτήματα των αναπήρων:

Κακά τα ψέματα όμως... Η μεγαλύτερη αγωνία που βιώνουν οι οικογένειες, και κυρίως οι γονείς, είναι τι θα γίνει το παιδί τους, ο άνθρωπός τους, όταν αυτοί «φύγουν» από τη ζωή ή, όπως χαρακτηριστικά λένε, «όταν κλείσουν τα μάτια τους».

Η ανάγκη αυτή με τίποτα δεν μπορεί να καλυφθεί από τις ελάχιστες Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης που αυτήν τη στιγμή λειτουργούν και μάλιστα χωρίς εξασφάλιση της χρηματοδότησής τους από το κράτος.

Είναι ανάγκη, λοιπόν, το κράτος τώρα να αναλάβει την ευθύνη του απέναντι σε αυτές τις οικογένειες και να ιδρύσει εκτεταμένο δημόσιο δίκτυο με υψηλής ποιότητας δωρεάν υπηρεσίες σε Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης, σε ξενώνες, σε δημόσιες δομές ανοιχτής ή κλειστής προσωρινής ή μόνιμης ημερήσιας ή 24ωρης φιλοξενίας. Δηλαδή, σε δημόσιες δομές πλήρως στελεχωμένες με όλο το απαραίτητο μόνιμο προσωπικό, με αξιοπρεπείς μισθούς με βάση τις ανάγκες τους και τις άκρως εξειδικευμένες υπηρεσίες που προσφέρουν.

Η κατάσταση που μόλις περιγράψαμε ούτε ελληνική ιδιαιτερότητα είναι ούτε αποτέλεσμα κακού σχεδιασμού. Αποτελεί διεθνές πρόβλημα.

Σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Ενωσης διαβάζουμε μάλιστα τα εξής: «Παρά τη δέσμευση των κρατών - μελών της ΕΕ για την ένταξη/συμπερίληψη των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και των ανάπηρων ενηλίκων, αυτοί τοποθετούνται είτε σε διαχωρισμένα περιβάλλοντα είτε λαμβάνουν ανεπαρκή και ακατάλληλη στήριξη στο γενικό πλαίσιο, γενικά αποφοιτούν από το σχολείο με χαμηλά ή και καθόλου εφόδια».

Η ρίζα του κακού, λοιπόν, παρ' όλες τις όμορφες λέξεις περί συμπερίληψης και καταπολέμησης του αποκλεισμού, είναι ακριβώς το γεγονός ότι η εργαζόμενη ανθρωπότητα είναι αποκλεισμένη από τον πλούτο που παράγει. Δεν είναι αυτή που καθορίζει τους σκοπούς της παραγωγής, αλλά μια χούφτα καπιταλιστές, τα κράτη τους, οι ενώσεις τους, οι κυβερνήσεις τους. Να γιατί βγάζουν σπυριά όταν θέτουμε στο επίκεντρο ότι σήμερα πλούτος υπάρχει.

Ο,τι διεκδικούμε έχει, ήδη, παραχθεί από τον μόχθο όλων των εργαζομένων αλλά, δυστυχώς, δεν προσφέρεται υποχρεωτικά και καθολικά στους μαθητές και αργότερα στους εργαζόμενους με αναπηρία.

Γιατί η πρόοδος των επιστημών, η εξέλιξη σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης και ταυτόχρονα κοινωνικής παραγωγής «φωνάζει» ότι έχουμε συσσωρεύσει γνώση και μια σειρά από αναγκαία μέσα πρόληψης της αναπηρίας. Κι αν κάτι ακόμα δεν μπορεί να προληφθεί, υπάρχουν τα επιστημονικά μέσα και εργαλεία να εντοπίζεται και να αρχίζει η επιστημονική παρέμβαση. Υπάρχει το διαθέσιμο επιστημονικά μορφωμένο και εξειδικευμένο δυναμικό που μπορεί να προσφέρει τη γνώση του σε κάθε κοινωνικό κρίκο.

Ομως, αυτές οι σύγχρονες δυνατότητες παραμένουν ανεκπλήρωτες, άπιαστο όνειρο για τη μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών με αναπηρία.

Μόνος δρόμος η καθημερινή πάλη που δείχνει τη διέξοδο

Και για να κλείσει επιτέλους αυτή η ψαλίδα, μόνος μας δρόμος είναι ο συλλογικός, οργανωμένος αγώνας των οικογενειών, των εργαζομένων στον χώρο της Ειδικής Εκπαίδευσης για τα σύγχρονα δικαιώματα. Η καθημερινή πάλη που δείχνει τη διέξοδο, την κοινωνία του αύριο.

Σε αυτήν την κοινωνία, που μέτρο της προόδου της δεν μπορεί παρά να είναι και η προσφορά απέναντι στα πιο ευάλωτα μέλη της, τα άτομα με αναπηρία. Σε αυτήν την κοινωνία, για την οποία αγωνιζόμαστε εμείς οι κομμουνιστές, τη σοσιαλιστική, θα είναι στο επίκεντρο του σχεδιασμού η κάλυψη των διαρκώς διευρυνόμενων κοινωνικών αναγκών των ατόμων με αναπηρία.

Και η πρώτη απόπειρα σοσιαλιστικής οικοδόμησης στη Σοβιετική Ενωση επιβεβαίωσε με έμπρακτο τρόπο αυτήν την αντίληψη, χαράσσοντας τον δρόμο.

Ιούνης 1918, καπνίζοντας ακόμα το κανόνι του «Αβρόρα» στην Αγία Πετρούπολη, τέθηκαν οι προτεραιότητες της νέας εργατικής εξουσίας.

Ετσι, με την υπογραφή του Λένιν, όλα τα ιδιωτικά, φιλανθρωπικά ιδρύματα εντάσσονταν στην ευθύνη της Λαϊκής Επιτροπής Παιδείας.

Κατοχυρώθηκε με νόμο το δικαίωμα αυτών των παιδιών στην αγωγή και στη φροντίδα της υγείας τους. Και, μάλιστα, το δικαίωμα αυτό αναγνωρίστηκε σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης της νεαρής σοβιετικής Ρωσίας, εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε, και είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία στρατιάς ορφανών και εγκαταλελειμμένων παιδιών.

Σε αυτές τις συνθήκες, το σοβιετικό κράτος έθεσε ως πρώτο του καθήκον τον περιορισμό των ασθενειών, της νόσησης που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αναπηρίες. Θεσμοθετήθηκε, με ευθύνη του κράτους, δημόσιο καθολικό σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, με μέτρα υγείας και ασφάλειας στους χώρους δουλειάς, προστασίας της μητρότητας.

Εγινε πραγματικότητα ο υποχρεωτικός έλεγχος όλων των βρεφών και η παρακολούθησή τους, καθ' όλη τη διάρκεια ανάπτυξής τους. Κι εφόσον εντοπίζονταν αναπτυξιακές δυσκολίες ή διαταραχές, ξεκινούσε το πρόγραμμα επιστημονικής παρέμβασης.

Δημιουργήθηκαν παιδικοί σταθμοί για την παιδαγωγική και θεραπευτική φροντίδα των μικρών παιδιών, για την κατάλληλη πρόληψη και περιορισμό των δευτερογενών συνεπειών από την αναπηρία καθώς και την προετοιμασία για να ενταχθούν στο γενικό σχολείο, ή εάν αυτό δεν ήταν δυνατό στο Ειδικό Σχολείο.

Και ακριβώς επειδή στόχος της εκπαιδευτικής πολιτικής του εργατικού κράτους ήταν η ουσιαστική ένταξη κάθε ατόμου, πρώτα απ' όλα στην κοινωνία, εφαρμόστηκε ως βασική μέθοδος της ειδικής παιδαγωγικής η εξατομικευμένη, διαφοροποιημένη εκπαιδευτική διαδικασία.

Πώς αλλιώς θα μπορούσε να υπηρετηθεί άλλωστε ο βασικός και καθολικός στόχος της ένταξης όλων, αν δεν αναγνωριζόταν ότι κάθε παιδί έχει τις δικές του προσδιορισμένες ανάγκες αλλά, πολύ περισσότερο, τις δυνατότητες και ικανότητες που πάνω σε αυτόν τον καμβά είναι ανάγκη να ακουμπήσει αυτή η διαδικασία;

Αντιπαραθέτουμε τον ρεαλισμό των αναγκών μας στον ρεαλισμό των δήθεν «αντοχών της οικονομίας»

Οταν, λοιπόν, αναδεικνύουμε τις κατακτήσεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας στον 20ό αιώνα, δεν το κάνουμε για να κάνουμε απλά μια ιστορική αναφορά, αλλά γιατί φωτίζεται ο δρόμος για το σημερινό περιεχόμενο των διεκδικήσεών μας.

Επομένως:

Και σε ένα τέτοιο εκπαιδευτικό και κυρίως κοινωνικό πλαίσιο, μπορεί να δοθεί πραγματικά επιστημονική και προωθητική δυναμική για τα παιδιά των Ειδικών Σχολείων, με όρους ουσιαστικής ένταξης.

Με ένα τέτοιο πλαίσιο και λογική διεκδικήσεων, δίνουμε απάντηση στον ρεαλισμό των δήθεν «αντοχών της οικονομίας» και αντιπαραθέτουμε τον ρεαλισμό των αναγκών μας.

Ενας τέτοιος ρεαλισμός, όμως, μόνο στυγνός πραγματισμός δεν είναι. Πηγάζει από όλες τις μεγάλες στιγμές της ανθρωπότητας όταν αυτή αναμετρήθηκε με το καθήκον να ξελασπώσει το μέλλον, να νικήσει την άγνοια, την καταπίεση, τον πόνο, τον θάνατο.

Και μια τέτοια, ανάλογη στιγμή ανακαλούμε όταν θυμόμαστε τον τυφλό και κωφό διδάκτορα Ψυχολογίας Σοβόροφ - «παιδί» των επιτευγμάτων της σοβιετικής Ειδικής Αγωγής.

Ο οποίος, όταν ρωτήθηκε στα πλαίσια ενός επιστημονικού συνεδρίου «πώς είναι δυνατόν να μην ακούει και να μη βλέπει τίποτα και να καταλαβαίνει καλύτερα από το ακροατήριο;», αυτός απάντησε: «Ποιος σας είπε ότι δεν βλέπουμε και δεν ακούμε τίποτα; Βλέπουμε και ακούμε με τα μάτια και τ' αυτιά των φίλων μας, όλων των ανθρώπων, όλης της ανθρωπότητας!».