ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ
Προσπαθήσαμε να φωτιστεί η σχέση της λογοτεχνίας με την Ιστορία στα πιο θυελλώδη χρόνια

Εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία της Ελένης Μηλιαρονικολάκη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνης του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ, στο κλείσιμο των εργασιών

Τρίτη 24 Δεκέμβρη 2024

RIZOSPASTIS

Με αφορμή τον εορτασμό των 80 χρόνων από την Απελευθέρωση και τον Δεκέμβρη του 1944, με το Συνέδριο αυτό θελήσαμε να τιμήσουμε τους λογοτέχνες μας εκείνης της περιόδου, που όπλισαν την πένα τους και την έκαναν το ίδιο επικίνδυνη με τα όπλα. Αρκετοί μάλιστα απ' αυτούς κρατούσαν όπλα και πένα μαζί. Το προεδρείο είπε πως ήταν ένα πολύ επιτυχημένο συνέδριο, αλλά εμείς νιώθουμε όπως εκείνοι οι λογοτέχνες όταν έλεγαν ότι δεν μπορούσαν να αποδώσουν τα βουνά μεγαλείου του λαού. Νιώθουμε κι εμείς ένα δέος απέναντί τους, νιώθουμε πως τα λόγια μας ήταν λίγα για να εκφράσουν το δικό τους μεγαλείο. Τουλάχιστον καταφέραμε να μην ξεχαστούν. Και υποσχόμαστε ότι θα συνεχίσουμε αυτήν την προσπάθεια, με διάφορα μέτρα που θα κάνουν γνωστά τα καλύτερα έργα της περιόδου. Μια σκέψη είναι να ετοιμάσουμε μια συλλογή με τα καλύτερα διηγήματα και ποιήματα που έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα».

Στο Συνέδριό μας αυτό προσπαθήσαμε βασικά να φωτίσουμε τη σχέση της λογοτεχνίας με την Ιστορία στα πιο θυελλώδη χρόνια του 20ού αιώνα στη χώρα μας. Αφορούσε μόλις δέκα χρόνια, όμως η δυσκολία να μελετήσουμε τη λογοτεχνία τους ήταν μεγαλύτερη απ' ό,τι στο προηγούμενο Συνέδριο, που αφορούσε τα πενταπλάσια. Κι αυτό γιατί στα μισά χρόνια της δεκαετίας υπήρχε επαναστατική κρίση. Ο χρόνος είχε συμπυκνωθεί τόσο που μία μέρα έμοιαζε σαν μήνας, και οι άνθρωποι άλλαζαν τόσο γρήγορα που ένα παιδάκι δέκα χρονών γινόταν άντρας μέσα σε κάτι μήνες.

Η λογοτεχνία του Δεκέμβρη


RIZOSPASTIS

Κάποιος ομιλητής μας χτες είπε πως τη λέξη «ποτάμι» τη συναντάμε συχνά διαβάζοντας τη λογοτεχνία της περιόδου - το ποτάμι που πάει να συναντηθεί με το όλον. Ε, κάπως έτσι ήταν τα πράγματα τότε. Μεγάλο ποτάμι φουσκωμένο ήταν η οργή του λαού, που έτρεχε να συναντηθεί με το όλον, με τη θάλασσα της ελευθερίας του από κάθε σκλαβιά, όχι μόνο του κατακτητή αλλά και του εκμεταλλευτή. Ο Δεκέμβρης του 1944 ήταν η στιγμή της κορύφωσης, η κατάλληλη στιγμή της εξέγερσης. Και αν διαβάσετε τη λογοτεχνία του Δεκέμβρη, τη λογοτεχνία που γράφτηκε τότε για τον Δεκέμβρη και όχι τα επόμενα χρόνια, θα νιώσετε πως υπάρχει κάτι ασυνήθιστο. Είναι μια αίσθηση οργής. Υπάρχει μια τραχύτητα, που δεν είναι σίγουρο αν και οι ίδιοι που έγραφαν αυτά τα έργα το είχαν συνειδητοποιήσει. Σου μεταδίδουν το αίσθημα ενός λαού εξαγριωμένου, που δεν αντέχει άλλο να τον διαφεντεύουν όπως πριν. Γι' αυτό δεν θα σταματήσουμε να λέμε, στα νέα παιδιά κυρίως: Δεν μπορείς να διαβάσεις την Ιστορία χωρίς τη λογοτεχνία. Δεν μπορείς να καταλάβεις την Ιστορία χωρίς τη λογοτεχνία. Γιατί δεν αρκεί να μαθαίνεις τα γεγονότα, έτσι όπως μαθαίνουμε στο σχολείο την Ιστορία. Χρειάζεται να τα νιώσεις, να τα ζήσεις και με τις πέντε αισθήσεις σου. Αυτό μόνο η λογοτεχνία ξέρει να το κάνει. Μπορεί ακόμα να σου δείξει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, τις αντιφάσεις της ζωής και τους τρόπους για να επιλυθούν.


RIZOSPASTIS

Γι' αυτό στο Συνέδριο τούτο επιλέξαμε να παρουσιάσουμε μόνο τα έργα που γράφτηκαν εκείνη τη δεκαετία. Ο,τι έχει γραφτεί μετά από χρόνια έχει υποστεί την επεξεργασία του χρόνου, ο λογοτέχνης βλέπει τα γεγονότα από τη σκοπιά των αντιλήψεων και των αισθημάτων που επικρατούν όταν τα γράφει και όχι εκείνων που επικρατούσαν όταν γινόντουσαν αυτά τα γεγονότα.

Η λογοτεχνία να μελετιέται μέσα στο κοινωνικό - ιστορικό πλαίσιο

Δεν θέλουμε να πούμε με αυτό ότι η λογοτεχνία πρέπει να είναι επικαιρική για να είναι αληθινή. Εδώ μιλάμε για τον τρόπο που θα πρέπει να μελετηθεί. Η λογοτεχνία πρέπει να μελετιέται και να διαβάζεται παίρνοντας υπόψη τον χρόνο που γράφτηκε, όχι τον χρόνο που έγιναν αυτά για τα οποία γράφει, να μελετιέται μέσα στο κοινωνικό - ιστορικό της πλαίσιο.

Για τρία χρόνια, από το 1943 έως το 1946, η ΕΑΜική λογοτεχνία ήταν παντοδύναμη, ήταν ηγετική δύναμη. Γιατί το ΕΑΜ ήταν ηγετική δύναμη, γιατί το λαϊκό κίνημα ήταν ηγετική δύναμη. Μεταξύ τους υπήρχε διαλεκτική σχέση. Ο κόσμος διάβαζε πολύ. Ρουφούσε λογοτεχνία, δημιουργούσε με τις πράξεις του λογοτεχνία, ήταν ο κεντρικός της ήρωας. Το ΚΚΕ έκανε μια τεράστια προσπάθεια να βελτιωθεί η ποιότητα των λογοτεχνικών έργων, να αποκτήσουν βαθύ ιδεολογικό περιεχόμενο και άρτια μορφή. Να μην είναι χρονικά, γιατί τα χρονικά δεν αποτελούν λογοτεχνία, δεν μπορούν να επιτελέσουν τη λειτουργία της.

Και μόνο το γεγονός ότι το Κόμμα έδινε τόσο βάρος στη λογοτεχνία αποδεικνύει τη σημασία που είχε για τη λαϊκή πάλη, τη σημασία που έχει για τη δικαίωση των αγώνων εκείνης της περιόδου από την Ιστορία. «Η αριστερά», γράφουν σήμερα κάποιοι μελετητές της με μπόλικη δόση κακεντρέχειας, «έχτιζε τον μυθικό εαυτό της».

Πρώτα πρώτα, χρειάζεται προσοχή η λέξη «αριστερά». Δεν μπορεί να αναφέρεται κανείς στο ΚΚΕ και να το ονομάζει αριστερά, να το εξισώνει με ένα πλήθος κόμματα που δεν έχουν σχέση με τα ιδανικά της κοινωνικής απελευθέρωσης. Αν τα πανεπιστήμια θέλουν να εκφράζονται με όρους ακριβείς και επιστημονικούς, θα πρέπει να πάψουν να χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο για το ΚΚΕ.

Επειτα, για το μυθικό. Δεν βρήκαμε πουθενά κάποιες οδηγίες του ΚΚΕ προς τους λογοτέχνες να φτιάξουν έργα που να εξαίρουν το ΚΚΕ. Ούτε έργα βρήκαμε να μιλούν για το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ καλούσε τους λογοτέχνες να γράψουν για την πραγματικότητα, να γράψουν για τον λαό, να αποδώσουν όσο γίνεται καλύτερα τα δεινά του και τα κατορθώματά του. Τώρα, αν κάποιοι βλέπουν στον λαό το ΚΚΕ, τι να κάνουμε; Αυτή ήταν η πραγματικότητα. Για τον ίδιο λόγο και τότε η αστική τάξη απέτρεπε τους λογοτέχνες από το να γράφουν για την πραγματικότητα, μέσα από τη «Νέα Εστία» και τα άλλα περιοδικά ή τις εφημερίδες που έλεγχαν.

Το πρόβλημά τους δεν ήταν η αισθητική, ότι δηλαδή τα επικαιρικά έργα είναι κακά έργα γιατί δεν μπορούν να έχουν διαχρονικότητα. Οπως είπαμε, υπάρχουν εκατοντάδες επικαιρικά έργα στην Ιστορία της λογοτεχνίας που έχουν γραφτεί με ανεξίτηλη μελάνη. Το πρόβλημά τους είναι το περιεχόμενο που αντικειμενικά είχαν τα έργα που αναφέρονταν στην πραγματικότητα. Γιατί επικαιρικά διαχρονικά έργα από εκείνη την περίοδο υπάρχουν πολλά. Προπαντός ποιητών, γιατί η ποίηση είναι το δυνατό σημείο της ελληνικής λογοτεχνίας, σ' αυτήν έχει παράδοση. Εχουμε έναν Σολωμό, έναν Κάλβο, έναν Σικελιανό, έναν Παλαμά, έναν Καβάφη. Αυτό ισχύει και για τους αστούς και για τους κομμουνιστές λογοτέχνες και ευρύτερα προοδευτικούς λογοτέχνες. Εκείνοι έχουν τον Σεφέρη και τον Ελύτη, εμείς έχουμε τον Βάρναλη και τον Ρίτσο. Και εκείνα τα χρόνια είχαμε και τους καλύτερους της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς με το μέρος του ΕΑΜ, τον Αναγνωστάκη, τον Λειβαδίτη, τον Δάλλα, τον Κατσαρό, Τίτο Πατρίκιο, Αρη Αλεξάνδρου, Κώστα Κουλουφάκο κ.ά. στην ποίηση, τον Δημήτρη Χατζή, τον Ανδρέα Φραγγιά, τον Στρατή Τσίρκα, τον Ζήση Σκάρο, τον Δημήτρη Ραβάνη - Ρεντή κ.ά. στην πεζογραφία.

Αυτό λοιπόν που τους ενοχλούσε δεν ήταν το επικαιρικό, αλλά το περιεχόμενο του επικαιρικού. Οταν είδαν κι αποείδαν, το είπαν καθαρά: Η πολιτική και η ιδεολογία βλάπτουν την Τέχνη. Και στον εμφύλιο ακόμα καθαρότερα: Αν κάνετε έργα με πολιτικό και ιδεολογικό περιεχόμενο, σβηστήκατε από τον χάρτη της λογοτεχνίας. Τελείωσε. Εκεί. Να πεθάνετε της πείνας. Ε, δεν φαντάζομαι να πιστεύει κανένας ότι αυτό το έκαναν για να ανέβει η στάθμη του λογοτεχνικού έργου.

Στο Συνέδριο αναδείχθηκε επίσης η σημασία που είχε αποδώσει το Κόμμα στη λαϊκή δημιουργία. Ο Ζαχαριάδης, για παράδειγμα, έθεσε το θέμα της συγκέντρωσης αυτού του υλικού στο κλείσιμό του στο 7ο Συνέδριο. Σήμερα θα πρέπει να φροντίσουμε να γίνει αυτή η δουλειά συγκέντρωσης του υλικού, όπως αναλύθηκε εύστοχα από έναν εισηγητή του Συνεδρίου μας. Ακούσαμε και στην έναρξη ένα άγνωστο πολυφωνικό τραγούδι της Ηπείρου για τον Αρη, πριν χαθεί εντελώς, γιατί χάνονται οι άνθρωποι.