INTIME NEWS |
Αυτό είναι και το κρίσιμο στοιχείο της διαφοράς ανάμεσα στο ΚΚΕ, που θεωρεί ότι η κοινωνική έρευνα και παραγωγή του φαρμάκου πρέπει να αντιστοιχηθεί με την κοινωνική ιδιοκτησία, και σε όλες τις άλλες πολιτικές δυνάμεις που όλες οι κατά καιρούς θέσεις και προτάσεις τους καθορίζονται από τη στήριξη αντίστοιχα της ατομικής ιδιοκτησίας, της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας. Αυτή είναι η αιτία που τα τελευταία 20-25 χρόνια και ανεξαρτήτως του χαρακτήρα των κυβερνήσεων - φιλελεύθερες, σοσιαλδημοκρατικές, «αριστερές», αυτοδύναμες ή συνεργατικές - η φαρμακευτική περίθαλψη του λαού επιδεινώθηκε.
Κατά διαστήματα η ΕΕ και ακολούθως όλες οι αστικές κυβερνήσεις εξειδικεύουν μέτρα για τη φαρμακευτική περίθαλψη, τους όρους παροχής της, χρησιμοποιούν «καρμπόν» επιχειρήματα όπως «περιορισμός της σπατάλης», «νοικοκύρεμα», «αντιμετώπιση της πολυφαρμακίας», κ.λπ.
Στη μείωση αυτού του ποσού υπήρξε κοινή επιχειρηματολογία από τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, είτε ως κυβερνήσεις είτε ως αντιπολίτευση, για «μείωση της σπατάλης», για «αντιμετώπιση της πολυφαρμακίας», για «νοικοκύρεμα» κ.λπ. Κατά τη διάρκεια της εξεταστικής επιτροπής για το σκάνδαλο της NOVARTIS, οι εκπρόσωποι αυτών των κομμάτων διεκδικούσαν το ποιος συνέβαλε πιο αποτελεσματικά στη μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης που είχε ως αποτέλεσμα την εκτόξευση των δαπανών των ασθενών για φάρμακα.
Ολες οι κυβερνήσεις εφάρμοσαν μέτρα προκειμένου να αυξηθεί η συμμετοχή των ασθενών στη φαρμακευτική δαπάνη και αντίστοιχα να μειωθεί η κρατική και ασφαλιστική δαπάνη (δημόσια δαπάνη). Με τους εξής τρόπους:
Α) Με την καθιέρωση της «ασφαλιστικής τιμής» των φαρμάκων που για ένα μεγάλο μέρος τους είναι μικρότερη της πραγματικής λιανικής τιμής. Επομένως η θεσμοθετημένη συμμετοχή (0% - 10% - 25%) υπολογίζεται στην ασφαλιστική τιμή και οι ασθενείς ανάλογα πληρώνουν εξολοκλήρου ή μέρος της διαφοράς από τη λιανική τιμή. Το αποτέλεσμα είναι για ένα φάρμακο το 25% συμμετοχής του ασθενούς και το 75% του ΕΟΠΥΥ να μετατρέπεται έως 80% και 20% αντίστοιχα.
Με αυτό το κόλπο καταλαβαίνουμε το «αφελές» ερώτημα του υπουργού Υγείας «πού είδατε τα αυξημένα ποσοστά των ασθενών στη συμμετοχή αφού τα καθιερωμένα ποσοστά δεν άλλαξαν;»! Είναι το αντίστοιχο επιχείρημα που ενώ αυξάνεται η βενζίνη εμάς δεν μας επηρεάζει, αφού και πριν και τώρα βάζουμε 20 ευρώ...
Β) Με την καθιέρωση πληρωμής του 1 ευρώ ανά συνταγή από τους ασφαλισμένους, το οποίο αφαιρείται από τη συμμετοχή του ΕΟΠΥΥ. Το αποτέλεσμα είναι το 25% συμμετοχής του ασθενούς και το 75% του ΕΟΠΥΥ για ένα φάρμακο αξίας 10 ευρώ να μετατρέπεται σε 35% και 65% αντίστοιχα.
Γ) Με τη διεύρυνση της «αρνητικής λίστας» των φαρμάκων (ΜΗΣΥΦΑ) και των ΓΕΔΙΦΑ (που πωλούνται εκτός φαρμακείων) που όλες αυτές οι κατηγορίες δεν αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ.
Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τα ΜΗΣΥΦΑ οι ασθενείς από 183 εκατ. ευρώ που πλήρωσαν το 2018, τον Μάρτη του 2024 πλήρωσαν 332 εκατ. ευρώ, δηλαδή αύξηση κατά 81,4%.
Το αποτέλεσμα είναι ότι μόνο για τα αποζημιούμενα από τον ΕΟΠΥΥ φάρμακα η μεσοσταθμική συμμετοχή των ασθενών από 9% που έπρεπε να είναι, έχει εκτιναχθεί πάνω από το 30%. Με όλα αυτά κατέληξε το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία να πληρώνουν κατά 57,7% λιγότερα, ενώ οι ασφαλισμένοι να πληρώνουν συμμετοχή κατά 43,1% περισσότερα σε σχέση με το 2009 και με τάση αυτή η αναλογία να επιδεινώνεται σε βάρος των ασθενών.
Με αυτά τα μέτρα υλοποιείται το σχέδιο της ΕΕ και των κυβερνήσεων για να ξελαφρωθεί από τις δαπάνες ο υποχρηματοδοτούμενος από το κράτος και το κεφάλαιο ΕΟΠΥΥ και να τις φορτωθούν οι εργαζόμενοι. Πρακτικά στον ΕΟΠΥΥ μειώθηκε το ποσοστό συμμετοχής το λιγότερο στο 69% από το 75% και των ασθενών αυξήθηκε το λιγότερο στο 31% από το 25%.
Η φαρμακευτική περίθαλψη, ως σημαντική παράμετρος της θεραπείας, εμπλέκεται σε αυτό που ενδιαφέρει τους καπιταλιστές, δηλαδή να διατηρείται η εργατική δύναμη σε ένα ελάχιστο επίπεδο ικανότητας προκειμένου να μπορεί να αξιοποιείται στη διαδικασία της παραγωγής, να είναι ικανή προς εκμετάλλευση.
Εάν κάποιος διαβάσει τις ανακοινώσεις των ενώσεων των φαρμακοβιομηχάνων πραγματικά ζαλίζεται από τον «χορό» των δισεκατομμυρίων σε συνθήκες που ένας εργαζόμενος δυσκολεύεται να βγάλει τον μήνα.
Οι πωλήσεις φαρμάκων στην Ελλάδα από τη φαρμακοβιομηχανία μεταξύ 2015 και 2023 έχουν αυξημένους ρυθμούς ανάπτυξης τόσο σε αξία (από 5,6 δισ. ευρώ σε 8,2 δισ. ευρώ/+46,4%), όσο και σε αριθμό συσκευασιών (από 502 εκατ. σε 590 εκατ./+17,5%).
Θετικός είναι και ο δείκτης των εξαγωγών φαρμάκων, συμπληρωνόμενος με το σύστημα των «παράλληλων εξαγωγών». Το 50% περίπου των εξαγωγών κατευθύνονται σε Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κύπρο και Αυστρία και συνολικά οι εξαγωγές γίνονται σε 147 χώρες του κόσμου, κατέχοντας το φάρμακο σταθερά τη 2η θέση μεταξύ των εξαγώγιμων προϊόντων.
Μεταξύ 2010 και 2023 η αξία των εισαγωγών διαμορφώθηκε από τα 3,7 δισ. ευρώ στα 4,4 δισ. ευρώ (+19%) ενώ η αξία των εξαγωγών από 1 δισ. ευρώ σε 2,8 δισ. ευρώ (+280%).
Σύμφωνα με τα στοιχεία, υπάρχουν στην Ελλάδα 28 εργοστάσια παραγωγής φαρμάκων ελληνικής ιδιοκτησίας και 1 εργοστάσιο ξένης ιδιοκτησίας, ενώ στις παραγωγικές μονάδες και στο χονδρεμπόριο απασχολούνται περίπου 32.000 εργαζόμενοι, κατά 160% περισσότεροι σε σχέση με το 2017 (20.000 εργαζόμενοι).
Σύμφωνα με το επενδυτικό πρόγραμμα των ελληνικών βιομηχανιών φαρμάκου για την περίοδο 2020 - 2026, οι νέες παραγωγικές υποδομές θα αποτελούνται από 10 νέα εργοστάσια, 32 μονάδες παραγωγής, 56 γραμμές παραγωγής και 14 ερευνητικές δομές. Μέρος αυτού του σχεδιασμού είναι η ανάπτυξη της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας στην περιοχή της Τρίπολης με το ιδιαίτερο στοιχείο της παραγωγής και πρώτης ύλης για την παραγωγή φαρμάκων, όπου για ορισμένα φάρμακα η παραγωγή θα καλύπτει το 1/3 των αναγκών της ΕΕ. Οπως αναφέρεται, η περιοχή της Τρίπολης δεν επιλέχτηκε τυχαία από τις φαρμακοβιομηχανίες, αλλά στρατηγικά καθώς η βιομηχανική της ζώνη έχει μπει στη χρήση των «αναπτυξιακών κινήτρων» και των «περιφερειακών ενισχύσεων», δηλαδή πρόσβαση σε τζάμπα χρήμα, φοροαπαλλαγές, φοροελαφρύνσεις.
Αυτά τα στοιχεία, όντως θετικά για την ανάπτυξη του κλάδου της φαρμακοβιομηχανίας, των δυνατοτήτων που υπάρχουν, συνοδεύονται από τα απόλυτα ή και σχετικά αρνητικά στοιχεία για τους όρους της λαϊκής φαρμακευτικής περίθαλψης. Και δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά διότι όλα τα παραπάνω στοιχεία - εργοστάσια, μηχανές, εργαζόμενοι, έρευνα - μια τεράστια δηλαδή δύναμη, μπαίνουν σε κίνηση και μετρούν τους δείκτες απόδοσης σε κέρδος και όχι στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα από τη διεθνή εμπειρία. Το 1980 η φαρμακοβιομηχανία «Smith Kline Beckman» αξιοποίησε τις υποδομές, την τεχνογνωσία και το προσωπικό του αμερικανικού στρατού για την ανάπτυξη ενός εμβολίου κατά της ελονοσίας, όπου ανακαλύφθηκε ένα ανοσοενισχυτικό που ενισχύει την αποτελεσματικότητα των εμβολίων για το οποίο κατοχύρωσε την πατέντα. Επίσης, χρηματοδοτήθηκε από την κυβέρνηση για την ανάπτυξη εμβολίου κατά της φυματίωσης που θα χρησιμοποιούσε αυτό το ανοσοενισχυτικό. Η εταιρεία αφού το ανακάλυψε - χωρίς να βάλει δολάριο από τα ταμεία της, χωρίς να «ρισκάρει» χρηματοδότηση - το χρησιμοποίησε ως συστατικό του εμβολίου για τον έρπητα ζωστήρα που διανέμεται μόνο στις ανεπτυγμένες χώρες με 150 δολάρια η δόση και με κέρδη από το 2017 μέχρι σήμερα 14 δισ. δολάρια. Φυσικά το εμβόλιο κατά της φυματίωσης έμεινε στα αζήτητα, παρόλο που υπάρχουν 1,5 εκατομμύρια άνθρωποι που πεθαίνουν κάθε χρόνο από φυματίωση.
Στην Ελλάδα έχει ενισχυθεί το νομοθετικό πλαίσιο για την έρευνα μεταξύ των πανεπιστημίων, των δημόσιων νοσοκομείων και της φαρμακοβιομηχανίας. Αυτό - πέραν των άλλων - απαλλάσσει τη φαρμακοβιομηχανία από το οικονομικό «ρίσκο» των αρχικών σταδίων της έρευνας και «ξυπνάει» όταν «μυριστεί» προοπτική εξασφαλισμένου κέρδους.
Τα παραπάνω παραδείγματα εκφράζουν τη σύμφυση κράτους και κεφαλαίου στη βάση του γνωστού «το ένα χέρι νίβει το άλλο και τα δυο το πρόσωπο» της καπιταλιστικής οικονομίας και του κέρδους σε βάρος των εργαζομένων.
Ολες αυτές οι αντιθέσεις και αντιφάσεις είναι το αποτέλεσμα της κύριας και χρεοκοπημένης αντίφασης ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην ιδιοποίηση του αποτελέσματός της που επικρατεί στον καπιταλισμό. Που η επιθετικότητά του απέναντι στα δικαιώματα και στις ανάγκες των παραγωγών του πλούτου είναι αντίστοιχη με τον βαθμό της σήψης του. Αυτά τα προβλήματα που διαπιστώνουμε στη λαϊκή φαρμακευτική περίθαλψη όχι μόνο δεν είναι προσωρινά, αλλά μόνιμα και συνεχώς επιδεινούμενα.
Βγαίνουν πλέον πιο καθαρά τα συμπεράσματα ότι σε αυτόν τον δρόμο της ανάπτυξης, που καθορίζεται από τις επιδιώξεις του κεφαλαίου, των επιχειρηματικών ομίλων, οι λαοί από χέρι είναι οι χαμένοι.
Καπιταλιστική φαρμακοβιομηχανία, ντόπια ή ξένη, με φάρμακα - εμπορεύματα και ακριβά ή λαϊκή φαρμακοβιομηχανία, με φάρμακα - κοινωνικά αγαθά και δωρεάν; Αυτό είναι το κριτήριο με το οποίο πρέπει να κρίνουν τα λαϊκά στρώματα, αυτό είναι το αναγκαίο για την περίθαλψή του και γι' αυτό είναι ρεαλιστικό. Δηλαδή να αντιστοιχηθεί η πλήρης και δωρεάν κάλυψη των λαϊκών αναγκών σύμφωνα με τις σύγχρονες δυνατότητες της επιστήμης, της τεχνολογίας, της παραγωγικότητας με την αξιοποίηση του σύγχρονου επιστημονικού και άλλου εξειδικευμένου προσωπικού.
Το ΚΚΕ αναδεικνύει το ζήτημα της φαρμακευτικής περίθαλψης και δαπάνης από την πλευρά των λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων.
Για πλήρη φαρμακευτική περίθαλψη όλων, χωρίς πλαφόν και περικοπές, με κατάργηση κάθε πληρωμής, χαρατσιών και συμμετοχής, με κατάργηση των εισφορών στον κλάδο Υγείας των ασφαλιστικών ταμείων. Με χρηματοδότηση της δαπάνης από τον κρατικό προϋπολογισμό και με φορολόγηση του κεφαλαίου στο 45%.
(Το κείμενο αποτελεί σύντμηση της ομιλίας του Γ. Καβαλάρη, σε πρόσφατη εκδήλωση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ για το Φάρμακο)