ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Πρόωρες εκλογές εν μέσω ύφεσης και γεωπολιτικής «αναταραχής»

Φθηνότερη Ενέργεια, κίνητρα για επενδύσεις, αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και τα «γερμανικά συμφέροντα» στο πρώτο πλάνο της εξωτερικής πολιτικής

Σάββατο 15 Φλεβάρη 2025 - Κυριακή 16 Φλεβάρη 2025

2025 The Associated Press. All

Με συνθήματα για «Ισχυρή Γερμανία» και διασφάλιση του «Made in Germany», τα αστικά κόμματα διαγκωνίζονται για τη στοίχιση του λαού πίσω από τους στόχους των γερμανικών μονοπωλίων
Μείωση του ενεργειακού κόστους και της φορολογίας τους, περισσότερα «κίνητρα» για επενδύσεις, πιο «ευέλικτο» εργατικό δίκαιο, «φρένο» στις εισφορές Κοινωνικής Ασφάλισης και λιγότερη «γραφειοκρατία».

Αυτές είναι οι βασικές απαιτήσεις των γερμανικών επιχειρηματικών ομίλων από τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές στις 23 Φλεβάρη, τις οποίες χαρακτηρίζουν «καθοριστικές για τη μοίρα» των μονοπωλίων της χώρας στον παγκόσμιο ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ και την Κίνα, σε συνθήκες παρατεταμένων «δυσκολιών» για την καπιταλιστική οικονομία της.

Μια «συμμαχία» περίπου 100 επιχειρηματικών ενώσεων και λόμπι κάλεσε σε μέρα εθνικής δράσης στις 29 Γενάρη, ζητώντας από την επόμενη κυβέρνηση «αλλαγή κατεύθυνσης στην οικονομική πολιτική». «Η κατάσταση είναι σοβαρή. Βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής και χάνουμε περισσότερη οικονομική υπόσταση από ποτέ», αναφέρεται στο «κάλεσμα αφύπνισης για τους πολιτικούς» σε έναν κοινό ιστότοπο.

«Το επιχειρηματικό κλίμα είναι άσχημο και υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για τις οικονομικές εξελίξεις. Αντί να επενδύουν στη χώρα μας, οι εταιρείες αναζητούν πιο ελκυστικές τοποθεσίες».

Σε έρευνα που διεξάχθηκε από την Ενωση Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), περίπου το 1/3 των επιχειρηματικών ομίλων δήλωσαν ότι είχαν ήδη μετεγκαταστήσει τομείς έρευνας και ανάπτυξης στο εξωτερικό. Ο πρόεδρος της BDI προειδοποίησε ότι αυτή η μετανάστευση απειλεί τη θέση της Γερμανίας ως επιχειρηματικής τοποθεσίας «στον πυρήνα της».

«Η Γερμανία έχει γίνει λιγότερο ελκυστική ως επιχειρηματική τοποθεσία για τους επενδυτές», επισημαίνει ο πρόεδρος των εργοδοτών, Ράινερ Ντούλγκερ, και «δεν είναι πλέον ανταγωνιστική σε παγκόσμια κλίμακα».

Τα κόμματα του κεφαλαίου, παρά τις όποιες «αποχρώσεις», έχουν ενσωματώσει τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές των επιχειρηματικών ομίλων. Μια κοινή γραμμή ενώνει τις θέσεις τους: Η ισχυροποίηση της Γερμανίας στον παγκόσμιο γεωπολιτικό ανταγωνισμό για πρώτες ύλες, δρόμους μεταφοράς Ενέργειας και εμπορευμάτων, μερίδια αγορών και επενδύσεις.

Με μια φωνή: «Φθηνότερη Ενέργεια!»

Η απαίτηση των επιχειρηματικών ομίλων για φθηνή Ενέργεια, προκειμένου να μπει φρένο στην «αποβιομηχάνιση» και στην πτώση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, διαπερνά ως βασική θέση για την οικονομία τα προγράμματα όλων των κομμάτων.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η δραστική μείωση εισαγωγής φθηνού ρωσικού αερίου μέσω αγωγών, ο ενεργειακός μετασχηματισμός προς μια «κλιματικά ουδέτερη οικονομία» και τις ΑΠΕ, οι οποίες επιδοτούνταν γενναία από το καπιταλιστικό κράτος με εκατοντάδες δισ. ευρώ, προκάλεσαν άνοδο των τιμών της Ενέργειας. Οι «ενεργοβόρες» επιχειρήσεις πλήττονται ιδιαίτερα.

Προκειμένου να προωθηθεί και πάλι η οικονομική ανάπτυξη, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) μεταξύ άλλων προτάσσουν φθηνότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.

Επιπλέον, οι επιχειρηματικοί όμιλοι προτείνεται να λαμβάνουν επιστροφές φόρου για επενδύσεις. Εάν μια εταιρεία στη Γερμανία επενδύσει σε νέα μηχανήματα ή εξοπλισμό, το 10% των δαπανών θα της επιστραφεί μέσω φορολογικών ελαφρύνσεων. Οι Σοσιαλδημοκράτες το ονομάζουν μπόνους «Made in Germany» και το προϋπολογίζουν έως και 18 δισ. ευρώ ετησίως.

Η Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) θέλει επίσης να μειώσει σημαντικά τις τιμές Ενέργειας, μειώνοντας τον φόρο ηλεκτρικής ενέργειας και τις χρεώσεις δικτύου.

Βασικός πυρήνας της CDU/CSU είναι οι χαμηλότεροι φόροι για τις επιχειρήσεις, με τη φορολογική τους επιβάρυνση να μην υπερβαίνει το 25%.

Παρόμοια με το SPD και την CDU/CSU, οι Πράσινοι προτάσσουν τις φθηνότερες τιμές Ενέργειας, με μείωση φόρων και εισφορών για τις επιχειρήσεις. Οπως και το SPD, μιλούν για επιδοτήσεις ως «κίνητρο» για επενδύσεις.

Για την προώθηση της οικονομίας, η ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) υπόσχεται μείωση των φόρων και των εξόδων των επιχειρήσεων, ενώ δηλώνει ότι ο φόρος CO2 πρέπει να καταργηθεί πλήρως.

Η Αριστερά (Die Linke) προτείνει αντίστοιχα μια «βιομηχανική τιμή ρεύματος» για τις «ενεργοβόρες» επιχειρήσεις. Υποστηρίζει επίσης κρατικές επενδύσεις και επιχορηγήσεις 200 δισ. ευρώ για «μια φιλική προς το κλίμα βιομηχανική μετατροπή», επιδοτώντας δηλαδή πρωτίστως τις λεγόμενες «πράσινες» επενδύσεις και την ενεργειακή μετάβαση.

Η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) θέλει να σταματήσει την «επικείμενη αποβιομηχανοποίηση» της Γερμανίας κυρίως μέσω της μεταρρύθμισης της ενεργειακής πολιτικής για φθηνότερη Ενέργεια για τις επιχειρήσεις. Οι δημόσιες επενδύσεις, λέει, πρέπει να χρηματοδοτούνται από πρόσθετα δάνεια ως μέρος της μεταρρύθμισης του «φρένου χρέους».

Η άρση του «φρένου χρέους», το οποίο κατοχυρώνεται συνταγματικά στη Γερμανία, είναι πλέον ανοιχτά μια απαίτηση των επιχειρηματικών ομίλων και όλα τα κόμματα είτε την υποστηρίζουν είτε την υπονοούν.

Επαναλειτουργία των ρωσικών αγωγών και πυρηνική ενέργεια

Η ύφεση της γερμανικής καπιταλιστικής οικονομίας και η υποχώρησή της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, βασικά με τις ΗΠΑ και την Κίνα, έχουν ανοίξει πιο αποφασιστικά τη συζήτηση για επαναλειτουργία των αγωγών «Nord Stream», αλλά και για επαναφορά της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, που είχε καταργηθεί επί καγκελαρίας Αγκ. Μέρκελ.

Η CDU/CSU αφήνει στο πρόγραμμά της ανοιχτή την «επιλογή» για επιστροφή στην πυρηνική ενέργεια.

Οι Φιλελεύθεροι (FDP) τονίζουν πως η Γερμανία θα πρέπει να παράγει Ενέργεια, με επιστροφή στην πυρηνική ενέργεια και επίσης να εγκριθεί η αυξημένη παραγωγή φυσικού αερίου, χωρίς να αποκλείεται η καταστροφική για το περιβάλλον μέθοδος fracking.

Η AfD μιλά επίσης για επιστροφή στην πυρηνική ενέργεια και την επανάληψη των παραδόσεων φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Μετά τις δολιοφθορές κατά των αγωγών «Nord Stream» στη Βαλτική, ο «Nord Stream 2» θεωρείται ότι μπορεί να επισκευαστεί και να λειτουργήσει.

Σε πρόσφατη συνέντευξή της στην εφημερίδα «Die Zeit» η υποψήφια καγκελάριος της AfD, Αλις Βάιντελ, είπε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να είμαστε πιο ανεξάρτητοι και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω πυρηνικών σταθμών. Αυτό είναι επίσης ένα καλό παράδειγμα του γιατί πρέπει να είμαστε πιο συνειδητοποιημένοι στις συναλλαγές μας με τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ ήταν πάντα κατά του "Nord Stream 2". Τον φτιάξαμε όμως και εξακολουθούμε να έχουμε συμφέρον για φθηνή Ενέργεια από τη Ρωσία».

Αντίστοιχα η BSW απαιτεί να αρθούν οι «δυτικές» κυρώσεις κατά της Ρωσίας και η Γερμανία να διαπραγματευτεί με τη Μόσχα για να «πάρει και πάλι φθηνό φυσικό αέριο μέσω του αγωγού "Nord Stream"».

Για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την «Αμυνα»

Το SPD, η CDU/CSU και οι Πράσινοι έχουν πολλές ομοιότητες ως προς τη γεωπολιτική ενίσχυση της Γερμανίας, μέσω ενός ισχυρού ευρωπαϊκού πυλώνα του ΝΑΤΟ, για τη στήριξη της Ουκρανίας πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά, τις στρατιωτικές δαπάνες και την ανάπτυξη των γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων.

Το SPD «δεσμεύεται να τοποθετήσει αμερικανικούς πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς στη Γερμανία», μετά από μια συμφωνία που έγινε με την αμερικανική κυβέρνηση στο περιθώριο της περσινής Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον. Επίσης, «η Γερμανία πρόκειται να γίνει ο κεντρικός κόμβος για τον εφοδιασμό και να υποστηρίξει κυρίως την ταξιαρχία της Λιθουανίας».

Αντίστοιχα και η CDU/CSU είναι υπέρ της τοποθέτησης οπλικών συστημάτων μεγάλης εμβέλειας στη Γερμανία, υπέρ της αύξησης των στρατιωτικών δαπανών και πέρα από το 2% του ΑΕΠ, ενώ το SPD τονίζει ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος είναι μια «Ευρωπαϊκή Αμυνα» και μια ανταγωνιστική ευρωπαϊκή «αμυντική» βιομηχανία.

Οι Πράσινοι και η CDU/CSU θέλουν να επεκτείνουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας και ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη στήριξη του Κιέβου.

Η Αριστερά ζητά μείωση του στρατιωτικού προϋπολογισμού και απορρίπτει τη στάθμευση πυραύλων μεσαίου βεληνεκούς στη Γερμανία. Κατά των πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στη Γερμανία είναι επίσης η BSW και η AfD.

Η Αριστερά και η BSW υποστηρίζουν μια κοινή πρωτοβουλία της γερμανικής κυβέρνησης και της ΕΕ με την Κίνα, τη Βραζιλία και άλλες χώρες του «Παγκόσμιου Νότου», που θα φέρει «τη Ρωσία και την Ουκρανία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».

Ειδικότερα η BSW, ενώ δεν ζητά αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, ωστόσο αναφέρει ότι η Ευρώπη χρειάζεται μια «σταθερή αρχιτεκτονική ασφάλειας, μακροπρόθεσμα με τη Ρωσία».

Η AfD κατηγορεί για την άσχημη κατάσταση στις γερμανικές Ενοπλες Δυνάμεις τις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία και την εκπαίδευση Ουκρανών στρατιωτών. Για την ιμπεριαλιστική σύγκρουση στην Ουκρανία αναφέρει ότι η Γερμανία πρέπει να μείνει «ουδέτερη», εκτός ΝΑΤΟ και ΕΕ.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι η «μεγαλύτερη απειλή ασφαλείας» για τη Γερμανία, τονίζει η υποψήφια καγκελάριος της AfD, Αλις Βάιντελ, και «πρέπει να τερματιστεί αμέσως, έστω και μόνο προς το συμφέρον της γερμανικής ασφάλειας».

Είναι υπέρ της αποστολής γερμανικών στρατευμάτων που θα εγγυηθούν την «ειρήνη», σε συνεννόηση με την Ουκρανία και τη Ρωσία.

ΝΑΤΟ και ΕΕ «στα μέτρα» των γερμανικών συμφερόντων

Η CDU/CSU τονίζει την ανάγκη για μια ισχυρή ΕΕ και καλές σχέσεις με τη Γαλλία και την Πολωνία, αλλά «περισσότερη Ευρώπη» μόνο όπου δημιουργεί «προστιθέμενη αξία για όλους, όπως η εσωτερική αγορά».

Για την ΑfD η γερμανική εξωτερική πολιτική πρέπει να καθοδηγείται αποκλειστικά από τα γερμανικά συμφέροντα, αμφισβητώντας ιμπεριαλιστικές «συμμαχίες» και διεθνείς οργανισμούς. Η Γερμανία θα πρέπει να εγκαταλείψει την ΕΕ στην τρέχουσα μορφή της και να απεμπλακεί από το ευρώ. Η επιστροφή σε μια «ομοσπονδία κρατών κυρίαρχων εθνών» με ξεκάθαρα σύνορα είναι επείγουσα ανάγκη για μια «Ευρώπη των πατρίδων». Απορρίπτει μια κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική και αμυντική πολιτική, τάσσεται ενάντια στην επέκταση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά.

Αντ' αυτού υποστηρίζει μια «ιδρυτική οικονομική και ομάδα συμφερόντων», η οποία θα περιορίζεται σε μερικά θέματα, όπως η κοινή αγορά.

Η BSW βλέπει την ΕΕ ως «μεσολαβητή για την ειρήνη», ωστόσο ζητά να μεταφερθούν ξανά οι εξουσίες στα κράτη, εκτός από ορισμένους τομείς, όπως η ψηφιακή κυριαρχία της Ευρώπης. Η BSW είναι ενάντια στη διεύρυνση της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας.

Η Αριστερά θεωρεί το ΝΑΤΟ «περιττό μακροπρόθεσμα» και υποστηρίζει μια «συνεργατική πολιτική ασφάλειας στην Ευρώπη» με τη μορφή του προηγούμενου της Διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (CSCE).

Ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα

Είναι επίσης φανερή η «απόσταση» που επιδιώκει το γερμανικό κεφάλαιο από τις «απαιτήσεις» των ΗΠΑ, λόγω διάστασης συμφερόντων. Ετσι, αυτό που διέπει τις θέσεις όλων των κομμάτων είναι πως η Γερμανία δεν πρέπει να «συνθλιβεί» ανάμεσα στον ανταγωνισμό ΗΠΑ - Κίνας για παγκόσμια πρωτοκαθεδρία.

Οσον αφορά την Κίνα, η CDU/CSU κάνει λόγο για «συστημικό ανταγωνισμό», το SPD και οι Πράσινοι βλέπουν επίσης την Κίνα ως «συστημικό αντίπαλο, ανταγωνιστή και εταίρο». Και τα τρία αυτά κόμματα επιδιώκουν «στενές οικονομικές σχέσεις» και «διεύρυνση των εμπορικών σχέσεων», αλλά μείωση των «κρίσιμων εξαρτήσεων», προστασία στρατηγικών υποδομών και της τεχνολογίας που σχετίζεται με την ασφάλεια.

Απέναντι στις ΗΠΑ «η ευρωπαϊκή κυριαρχία πρέπει να ενισχυθεί», αναφέρει το πρόγραμμα των Πρασίνων, θέση που ασπάζονται επίσης CDU/CSU και SPD.

Η BSW θέλει μεγαλύτερη απόσταση από τις ΗΠΑ. Η Γερμανία θα πρέπει «να υπερασπιστεί τον εαυτό της ενάντια στις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των ΗΠΑ».

Η AfD επισημαίνει αντίστοιχα ότι «η Κίνα έχει εξαιρετική σημασία ως εμπορικός εταίρος και είναι ταυτόχρονα ανταγωνιστής και εταίρος». Τονίζει ότι στη γεωπολιτική σύγκρουση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ «δεν πρέπει να πάρουμε κανενός το μέρος». «Η Κίνα και οι ΗΠΑ είναι οι δύο πιο σημαντικές αγορές για τη Γερμανία και τα συμφέροντά μας υπαγορεύουν να συναλλασσόμαστε και με τα δύο κράτη».

Και αν οι ΗΠΑ ασκήσουν πίεση στη Γερμανία να υποστηρίξει πιο έντονα την πολιτική της κατά της Κίνας, για παράδειγμα υποστηρίζοντας κυρώσεις, «θα πρέπει να πούμε: Εάν έχετε πρόβλημα με την Κίνα, δεν είναι δικό μας πρόβλημα. Οι Γερμανοί δεν κάνουν όλα όσα θέλουν οι Αμερικανοί».

Η Αριστερά βλέπει την Κίνα ως έναν «νέο παγκόσμιο παίκτη» που επιδιώκει τα δικά του «αυτοκρατορικά συμφέροντα» και βλέπει μια «εξάρτηση» της Γερμανίας, για παράδειγμα, στην κατασκευή ηλιακών σταθμών και ανεμογεννητριών.

Η BSW επιλέγει προσεκτικά αλλά εγκωμιαστικά λόγια για την Κίνα, όπως ότι έχει επιτύχει «ψηφιακή κυριαρχία έναντι των ΗΠΑ», ενώ η Ευρώπη είναι «ψηφιακή αποικία». Η Γερμανία δεν πρέπει να συμμετέχει «στις οικονομικές κυρώσεις που προωθεί η Ουάσιγκτον προς το συμφέρον της οικονομίας των ΗΠΑ», ιδιαίτερα στην Κίνα, αναφέρει.


Ε. Μ.