Εγινε την περασμένη Κυριακή από τις κλαδικές Οργανώσεις της ΤΟ Ηρακλείου του ΚΚΕ και της ΤΟ Εργαζομένων της ΚΝΕ
Με αυτά τα λόγια, παρμένα από κείμενο του Λένιν, ένας εργατοτεχνίτης στο εργοτάξιο του νέου αεροδρομίου στο Καστέλι, ο Παναγιώτης Μπαλαμπάνης, περιέγραψε τον αναντικατάστατο ρόλο του «Ριζοσπάστη». Με αυτήν τη γλαφυρή περιγραφή έδωσε το στίγμα της εκδήλωσης που πραγματοποίησαν οι κλαδικές Οργανώσεις της ΤΟ Ηρακλείου του ΚΚΕ και της ΤΟ Εργαζομένων της ΚΝΕ την Κυριακή 13 Απρίλη, στο Πολύκεντρο Νεολαίας Δήμου Ηρακλείου, με θέμα «Ο "Ριζοσπάστης" καθημερινός καθοδηγητής - οργανωτής των εργατικών - λαϊκών αγώνων».
Ομιλητής ήταν ο Περικλής Κουρμούλης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και αρχισυντάκτης του «Ριζοσπάστη», ενώ τον λόγο πήραν επίσης εργαζόμενοι, νεολαίοι και συνταξιούχοι για να μεταφέρουν τη δική τους ζωντανή πείρα από τη μελέτη, αξιοποίηση και διάδοση της εφημερίδας. Το άνοιγμα της εκδήλωσης έκανε η Δέσποινα Δοριάκη, μέλος της Τομεακής Επιτροπής Ηρακλείου του ΚΚΕ, ακολούθησε η προβολή ενός βίντεο με σταθμούς από την πολυκύμαντη Ιστορία του «Ριζοσπάστη», ενώ στον χώρο παρουσιάστηκε έκθεση - αφιέρωμα στα 50 χρόνια από τη νόμιμη επανέκδοση της εφημερίδας.
«Ζούμε σε ταραγμένους και συγκλονιστικούς καιρούς. 80 χρόνια μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο καπιταλιστικός κόσμος βρίσκεται ξανά στο χείλος μιας γενικευμένης πολεμικής σύρραξης.
Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες της προπαρασκευής ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου, η παρακολούθηση των εξελίξεων από τις σελίδες του "Ριζοσπάστη", η ενημέρωση και κυρίως η κατεύθυνση για δράση αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη σημασία.
Το Κόμμα μας διαθέτει σύγχρονο επαναστατικό Πρόγραμμα, γερούς δεσμούς με τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, πλούσια ιστορική και πολιτική πείρα. Σήμερα, λοιπόν, στο φόντο αυτών των ραγδαίων εξελίξεων, είναι μια καλή ευκαιρία για να κάνουμε επιθεώρηση δυνάμεων. Να δούμε κενά και αδυναμίες, που η αντιμετώπισή τους θα μας κάνει ικανότερους ως Κόμμα στην καθοδήγηση της ταξικής πάλης.
Το ζητούμενο άλλωστε δεν είναι να γίνουμε μάντεις, να προσδιορίσουμε με ακρίβεια ημέρας το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα και πότε μπορεί να προκύψει επαναστατική κατάσταση. Αλλά με ενιαίο τρόπο να αποκτούμε ένα τέτοιο κριτήριο ετοιμότητας, οργάνωσης και δράσης, προβάλλοντας ολοκληρωμένα και πιο πειστικά τη μόνη φιλολαϊκή διέξοδο από τον πόλεμο και την εκμετάλλευση, τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό.
Μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και τον "Ριζοσπάστη". Και με ειλικρίνεια να πούμε ότι δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι από το σημερινό επίπεδο διακίνησης και αξιοποίησης της εφημερίδας μας. Η κυκλοφορία, η μελέτη, η αξιοποίηση και η διακίνηση του "Ριζοσπάστη" είναι δείκτες - ο καθένας με τη βαρύτητά του - για την ιδεολογικοπολιτική ετοιμότητα να ανταποκριθούμε στις σημερινές απαιτήσεις της ταξικής πάλης και στις πιο σύνθετες μάχες που έχουμε μπροστά μας.
Για να υπάρξει σταθεροποίηση και παραπέρα αύξηση της κυκλοφορίας, χρειάζεται τα καθοδηγητικά όργανα να έχουν σταθερά στον προσανατολισμό τους τον σχεδιασμό και τον έλεγχο της δουλειάς με τον "Ριζοσπάστη". Σημαίνει μέτρα για να αγοράζουν και να διαβάζουν τον "Ριζοσπάστη", πρώτα απ' όλα, τα στελέχη και τα μέλη του Κόμματος και της ΚΝΕ.
Σημαίνει σχεδιασμένη δουλειά για να κερδίζουμε σταθερούς αναγνώστες από τη μεγάλη δεξαμενή του μαχητικού περίγυρου, των οπαδών του Κόμματος, που σήμερα έχει μια πιο χαλαρή σχέση με την εφημερίδα.
Η αύξηση της κυκλοφορίας του "Ριζοσπάστη", η καθημερινή μελέτη πρώτα και κύρια από όλο το κομματικό και ΚΝίτικο δυναμικό, η διάδοσή του, πρέπει να κατανοηθούν ως σοβαρό πολιτικό καθήκον, άμεσα συνδεδεμένο με την παραπέρα οργανωτική και πολιτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ. Την ικανότητα του Κόμματος να πείθει, να οργανώνει και να κινητοποιεί λαϊκές μάζες ενάντια στα μέτρα που φέρνει η βαρβαρότητα του σάπιου καπιταλισμού, μέχρι την ανατροπή του. Γιατί η εφημερίδα μας είναι πρώτα και κύρια οδηγός για δράση.
Η αύξηση της κυκλοφορίας, επομένως, θα έρθει από το ανέβασμα της συλλογικής ευθύνης των οργάνων να σχεδιάσουν και να ελέγξουν καλύτερα τη δουλειά με τον "Ριζοσπάστη". Αλλά και από το ανέβασμα της δικής μας ατομικής ευθύνης, της ευθύνης κάθε στελέχους και μέλους του Κόμματος και της ΚΝΕ να έχει καθημερινή επαφή με τον "Ριζοσπάστη", να αγωνιά για την άνοδο της κυκλοφορίας του, να προβληματίζεται για το πώς καλύτερα μπορεί να αξιοποιηθεί στον χώρο ευθύνης όπου δρα ή καθοδηγεί.
Ο καινούργιος και σταθερός αναγνώστης του "Ριζοσπάστη" δεν θα προκύψει από το περίπτερο. Εκπαιδεύεται να αναζητά την εφημερίδα. Είναι ο φίλος, ο οπαδός που έχουμε μαζί του επαφή και επικοινωνία, τον παρακινούμε να δυναμώσει την επαφή του με το Κόμμα. Είναι ο συνάδελφος στη δουλειά, που ακούει τι λέει το Κόμμα και τον θέλουμε δίπλα μας στο κίνημα. Είναι ο στόχος που θέσαμε για στρατολογία.
Επομένως, η διακίνηση και η αύξηση της κυκλοφορίας του "Ριζοσπάστη" είναι δείκτης της πολιτικής δουλειάς που κάνουμε με τον περίγυρό μας, των σταθερών σχέσεων που αυτός αναπτύσσει με το Κόμμα.
Δεν παραγνωρίζουμε, βέβαια, ότι το διάβασμα της εφημερίδας και του βιβλίου, που κάποτε ήταν σχεδόν αυτονόητο, σήμερα απαιτεί εκπαίδευση. Απαιτεί συστηματοποίηση και επιμονή, που θα πρέπει να συνδυάζεται με την αξιοποίηση της εφημερίδας καθημερινά στις ανάγκες που προκύπτουν από την ίδια την ταξική πάλη. Ολα αυτά πρέπει να είναι προαπαιτούμενα για τον κομμουνιστή που θέλει να αναδειχθεί σε ηγέτη στον χώρο του, να λέγεται και να είναι πραγματική πρωτοπορία.
Κανένας δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο επίπεδο της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης που απαιτούν οι εξελίξεις μόνο με αυτά που γνώριζε μέχρι χτες, μόνο με τις χτεσινές εμπειρίες και τις γενικές αναφορές.
Εδώ κρίνεται ο αναντικατάστατος ρόλος του "Ριζοσπάστη". Χωρίς αυτόν τον εξοπλισμό, χωρίς το "ξεκοκάλισμα" καθημερινά του "Ριζοσπάστη", ο κομμουνιστής, όσο μαχητικός κι αν είναι, όσο κι αν κατέχει τη γενική πολιτική του Κόμματος, είναι δύσκολο να αναδειχθεί σε ηγέτη στον χώρο του, να βελτιώσει την ικανότητά του στην οργάνωση μαζών».
Ο Αντρέας Κριαράς, παλιός σύντροφος, μετέφερε την πείρα από την παράνομη έκδοση και διακίνηση του «Ριζοσπάστη» την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας: «Η Οργάνωση αδημονούσε να έρθουν τα λιγοστά φύλλα του "Ριζοσπάστη", για να μάθουν οι σύντροφοι και οι οπαδοί τι λέει το Κόμμα. Μόλις έφταναν τα φύλλα, σε παράνομο τυπογραφείο τυπώναμε τρικάκια και προκηρύξεις με τα σημαντικότερα κομμάτια του φύλλου και στην συνέχεια τα σκορπούσαμε στις γειτονιές. Είχαμε κόψει εσωτερικά τις τσέπες των παντελονιών μας και τις γεμίζαμε με προκηρύξεις. Καθώς προχωρούσαμε, τις αφήναμε να πέσουν σε διάφορα σημεία».
Παίρνοντας τον λόγο ο Παναγιώτης Μπαλαμπάνης αναφέρθηκε στον ρόλο του «Ριζοσπάστη» ως οργανωτή στον χώρο δουλειάς και στην καθοριστική συμβολή της εφημερίδας στο «να πάμε τη συζήτηση ένα βήμα παρακάτω. Να σπάσουμε το ιδεολόγημα των αναπτυξιακών φαραωνικών έργων στην Κρήτη, που θα ωφελήσουν μαζί εργάτες και μεγαλοεργοδοσία. Να καταλάβουν περισσότεροι εργάτες ότι δεν γίνεται να κερδίζουν το κεφάλαιο και οι εργάτες μαζί. Μέσω του "Ριζοσπάστη" φτιάξαμε πιο ουσιαστικούς δεσμούς με τους εργάτες και μπορέσαμε να στρατολογήσουμε».
Η Ευαγγελία Ματζοπούλου, νέα ξενοδοχοϋπάλληλος, τόνισε: «Για εμάς τους νέους εργαζόμενους ο "Ριζοσπάστης" είναι φωνή, πυξίδα, εργαλείο και καθημερινός σύντροφος. Ειδικά για τους εργαζόμενους στον Τουρισμό εδώ στην Κρήτη, που δουλεύουμε σεζόν με τη σεζόν, με ένταση, εντατικοποίηση, μέσα σε ένα περιβάλλον που δοκιμάζει τα όρια και την αντοχή μας. Ο "Ριζοσπάστης" μάς βοηθά να βάζουμε όνομα σε αυτά που ζούμε. Ενα άρθρο στο διάλειμμα, μια κουβέντα στην αλλαγή βάρδιας, μια εμπειρία από άλλο ξενοδοχείο ή άλλη πόλη, μπορεί να εμπνεύσει και να ανάψει τη σπίθα. Εχουμε δει τι σημαίνει αυτό στην πράξη».
Τον λόγο πήρε και ο Αντώνης Σοφίου, οπαδός του ΚΚΕ, μεταφέροντας τη δική του πείρα ως καθημερινός αναγνώστης του «Ριζοσπάστη».