ΔΝΤ - UNCTAD
Στο υψηλότερο σημείο δεκαετιών οι δείκτες παγκόσμιου γεωπολιτικού κινδύνου
Παρασκευή 18 Απρίλη 2025 - Κυριακή 20 Απρίλη 2025

2025 The Associated Press. All

Η ραγδαία όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σε παγκόσμιο επίπεδο όπως και οι μεγάλοι κίνδυνοι συγχρονισμένης κρίσης στην καπιταλιστική οικονομία αποτυπώνονται σε πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ. Σύμφωνα λοιπόν με το 2ο κεφάλαιο της τελευταίας Εκθεσης για την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα του ΔΝΤ που δημοσιεύτηκε μέσα στη βδομάδα, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν αυξηθεί σημαντικά και βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών, «απειλώντας την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα».

Οι κίνδυνοι που επισημαίνονται στο 2ο κεφάλαιο της έκθεσης έρχονται να προστεθούν στα σημαντικά «καμπανάκια κινδύνου» που είχε «χτυπήσει» το 1ο κεφάλαιο, όταν δημοσιεύτηκε τον Οκτώβρη του 2024. Το 2ο κεφάλαιο έρχεται να φωτίσει περισσότερο τη σύνδεση της όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών με τις «αναταράξεις» στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία.

Καθώς ο σκοπός της έκθεσης είναι να καταλήξει σε συστάσεις για την «ανθεκτικότητα» των χρηματοπιστωτικών αγορών σε περιόδους κρίσεων, τα επιτελεία του ΔΝΤ αντιμετωπίζουν τη σχέση γεωπολιτικών εντάσεων - οικονομικών κρίσεων ανάποδα. Εξετάζουν δηλαδή τις επιπτώσεις της έκφρασης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών (στρατιωτικές συγκρούσεις, «εμπορικός πόλεμος» κ.λπ.) στην οικονομία και ιδιαίτερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και όχι το πώς τα αδιέξοδα της καπιταλιστικής οικονομίας, που βρίσκεται αντιμέτωπη με νέα κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, οξύνουν τις αντιθέσεις μεταξύ των αστικών τάξεων, των ιμπεριαλιστικών κρατών και συμμαχιών τους. Ωστόσο, ορισμένα στοιχεία της έκθεσης παραμένουν ενδιαφέροντα για το πώς αποτυπώνεται η όξυνση αυτών των ανταγωνισμών.

Τα «φάρμακα» δημιουργούν νέες, «αυξανόμενες ευπάθειες»

Στο 1ο κεφάλαιο της έκθεσης, το ΔΝΤ σημείωνε πως «αν και οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχουν παραμείνει περιορισμένοι, οι αυξανόμενες ευπάθειες θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τους μελλοντικούς κινδύνους». Πρόσθετε πως παράλληλα «υπάρχουν αρκετοί εξέχοντες κίνδυνοι και μια συσσώρευση μεσοπρόθεσμων τρωτών σημείων» για την παγκόσμια οικονομία.

Ενώ αποτυπώνοντας το πώς το «φάρμακο» που επιστρατεύουν οι αστικές κυβερνήσεις για το ένα πρόβλημα του σάπιου καπιταλισμού γίνεται «φαρμάκι» για τα υπόλοιπα, έλεγε μεν πως «με τη νομισματική χαλάρωση που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες παρέμειναν διευκολυντικές», σπεύδοντας να προσθέσει πως την ίδια ώρα «οι διευκολυντικές χρηματοπιστωτικές συνθήκες που κρατούν τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους σε απόσταση διευκολύνουν επίσης τη δημιουργία τρωτών σημείων - όπως οι υψηλές αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων, η παγκόσμια αύξηση του ιδιωτικού και του δημόσιου χρέους και η αυξημένη χρήση μόχλευσης από μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα - γεγονός που αυξάνει τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στο μέλλον». Με δυο λόγια, οι «κρουνοί» της χρηματοδότησης που άνοιξαν τα αστικά κράτη όχι μόνο δεν αντιμετώπισαν το βαθύτερο πρόβλημα - την υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου - αλλά στην πραγματικότητα το μεγάλωσαν.

Το 1ο κεφάλαιο συνέχιζε υποστηρίζοντας πως «αυτά τα αυξανόμενα τρωτά σημεία θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις δυσμενείς διαταραχές, οι οποίες έχουν γίνει πιο πιθανές λόγω της αυξημένης οικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας εν μέσω των συνεχιζόμενων στρατιωτικών συγκρούσεων και των αβέβαιων μελλοντικών πολιτικών των νεοεκλεγμένων κυβερνήσεων». Ενώ έφερνε ως παράδειγμα την «αναταραχή στις αγορές στις αρχές Αυγούστου 2024 - όταν η μεταβλητότητα των χρηματιστηριακών αγορών αυξήθηκε τόσο στην Ιαπωνία όσο και στις ΗΠΑ και οι παγκόσμιες τιμές των μετοχών μειώθηκαν σημαντικά - που έδωσε μια γεύση των βίαιων αντιδράσεων που μπορεί να προκύψουν», αναφερόμενο στη μεγάλη πτώση των χρηματιστηρίων, που αποτύπωνε την αδυναμία του κεφαλαίου να βρει κερδοφόρες διεξόδους.

Απειλή για τη χρηματοπιστωτική «σταθερότητα»

Πάνω σε αυτό το έδαφος των αγιάτρευτων αντιθέσεων του καπιταλισμού που σάπισε και με φόντο τη μάχη ΗΠΑ - Κίνας για την πρωτοκαθεδρία, οξύνονται οι «γεωπολιτικοί κίνδυνοι» (πόλεμοι, διακρατικές εντάσεις, τρομοκρατικές ενέργειες), οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί δηλαδή, και το 2ο μέρος της έκθεσης έρχεται ακριβώς να εκτιμήσει το πόσο αυτοί με τη σειρά τους απειλούν τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα μέσω διαφόρων διαύλων.

Πρόκειται για ένα πραγματικό «ναρκοπέδιο», με την έκθεση να περιγράφει τη «μετάδοση» της «γεωπολιτικής αβεβαιότητας» προς την οικονομία μέσω εμπορικών και χρηματοπιστωτικών περιορισμών και φυσικά τις συνέπειες των ιμπεριαλιστικών πολέμων, τις καταστροφές, τους θανάτους, τον ξεριζωμό, που με τη σειρά τους επιδρούν σε μια σειρά παράγοντες (εμπορικές ροές, ροές κεφαλαίων, διακρατικές συναλλαγές, μείωση της «συνολικής ζήτησης», ελλείμματα λόγω αύξησης πολεμικών δαπανών), οι οποίοι «ανεβοκατεβάζουν» τις τιμές μετοχών, ομολόγων, ισοτιμιών και λοιπών «assets» (χρυσού, πετρελαίου κ.ο.κ.).

«Μια αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων που εμποδίζει τη διασυνοριακή εμπορική και επενδυτική δραστηριότητα ή αυξάνει την αβεβαιότητα, μπορεί να προκαλέσει ανακατανομή των ροών κεφαλαίων, να διαταράξει τις αλυσίδες εφοδιασμού ή να προκαλέσει δυσμενείς διαταραχές της ζήτησης σε μια οικονομία», σημειώνει η έκθεση και προσθέτει πως «μια αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων που εκδηλώνεται μέσω πραγματικών ή δυνητικών περιορισμών στο διασυνοριακό εμπόριο και τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές ή στρατιωτικών συγκρούσεων μπορεί να προκαλέσει ανακατανομή των ροών κεφαλαίων και απότομες διορθώσεις στις τιμές των μετοχών».

Μάλιστα επισημαίνει πως «παρόλο που οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι φαίνεται να έχουν, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, τιμολογηθεί στις αγορές μετοχών (...) η ξαφνική συνειδητοποίηση σημαντικών γεωπολιτικών κινδύνων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τα τραπεζικά και μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, με δυσμενείς συνέπειες για τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα».

Εξάλλου αποτυπώνοντας την ανισομετρία στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, η έκθεση τονίζει πως η επίδραση των κινδύνων αυτών προκαλεί μεγαλύτερους κλυδωνισμούς σε οικονομίες με χαμηλότερη θέση στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, ενώ «η ανάλυση υποδηλώνει ότι οι χώρες με περιορισμένα δημοσιονομικά και διεθνή αποθέματα ασφαλείας είναι ιδιαίτερα ευάλωτες».

Και την ίδια ώρα βέβαια κανείς δεν θα μείνει «αλώβητος», αφού «οι επιπτώσεις των γεγονότων γεωπολιτικού κινδύνου (...) διαχέονται σε όλες τις χώρες μέσω εμπορικών ή χρηματοπιστωτικών δεσμών».

Το συμπέρασμα είναι σαφές: «Σημαντικά γεγονότα γεωπολιτικού κινδύνου θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα».

Αβεβαιότητα σε ένα ήδη εύθραυστο πλαίσιο

Αντίστοιχες προειδοποιήσεις διατυπώνει η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), σε έκθεση που δημοσίευσε στις 4 Απρίλη. «Καθώς μεγάλες οικονομίες πρόκειται να επιβάλουν νέους σαρωτικούς δασμούς, η UNCTAD προειδοποιεί ότι το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα εισέρχεται σε μια κρίσιμη φάση - απειλώντας την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την αναπτυξιακή πρόοδο, ιδίως για τις πιο ευάλωτες οικονομίες», σημειώνεται.

Η UNCTAD τονίζει πως «σε μια παγκόσμια οικονομία με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και υψηλό χρέος, οι υψηλότεροι δασμοί κινδυνεύουν να αποδυναμώσουν τις επενδύσεις και τις εμπορικές ροές - προσθέτοντας αβεβαιότητα σε ένα ήδη εύθραυστο πλαίσιο. Αυτό θα μπορούσε να διαβρώσει την εμπιστοσύνη, να επιβραδύνει τις επενδύσεις και να απειλήσει τα αναπτυξιακά οφέλη».

Μάλιστα, η UNCTAD αναγνωρίζει πως «η ανάγκη για εμπορική μεταρρύθμιση είναι σαφής», καθώς «οι εμπορικές ανισορροπίες, τα συγκεντρωμένα κέρδη και οι ξεπερασμένοι κανόνες πρέπει να αντιμετωπιστούν», ωστόσο απευθύνει ευχολόγια για λύση των ανταγωνισμών μέσω διαλόγου και όχι μέσω κλιμάκωσης, προκειμένου να «μην επηρεαστούν οι λιγότερο υπεύθυνοι για τις οικονομίες, με ελάχιστη ευθύνη για τις παγκόσμιες εμπορικές ανισορροπίες».


Δ. Μ.