Το γέλιο ενώνει και λυτρώνει
Κυριακή 16 Ιούνη 2002

Χαμένα αδέλφια, πονηροί δούλοι, παράσιτοι, μασκαρέματα, απάτες, αναγνώριση κι ερωτικοί αναστεναγμοί, με τη μαγική πένα του Σαίξπηρ, παίρνουν σάρκα και οστά φέτος το καλοκαίρι, χάριν μιας συνεργασίας. Το «Θεατρικό Σανίδι», μετά από 5 συνεχή χρόνια παρουσίας του στα πολιτιστικά δρώμενα, σε συνεργασία φέτος με την «Πολιτιστική Παρέμβαση», και την υποστήριξη του ΣΕΗ, θα παρουσιάσει σε όλα τα μεγάλα Φεστιβάλ και στους δήμους ανά την Ελλάδα τη σαιξπηρική «Δωδέκατη νύχτα», σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη, μετάφραση Ερρίκου Μπελιέ, μουσική Γιάννη Ζουγανέλη, σκηνικά-κοστούμια Γιάννη Ματαράγκα. Παίζουν: Βασίλης Κολοβός, Χάρης Σώζος, Μίνα Χειμώνα, Γιώργος Ματαράγκας, Κοσμάς Ζαχάρωφ, Παναγιώτα Βλαντή, Μπάμπης Κλαλιώτης, Ανδρέας Βαρούχας, Γιάννης Ματαράγκας, Μαρία Κάππα, Κώστας Πασπάλης, Πέτρος Νάκος.

Ο Ανδρέας Βαρούχας, που υποδύεται τον Φαμπιάν, μας λέει για το ρόλο του: «Είναι ένας τύπος αστείος, κωμικός. Είναι ντουέτο με τον Σερ Ντόπι που σκαρώνουν την όλη φάρσα πάνω στην οποία εξελίσσεται ο μύθος. Είναι ένας λαϊκός τύπος, κηπουρός, στην αυλή της Ολίβια. Λαϊκός, ευχάριστος, με έντονη αίσθηση του χιούμορ. Με εκφράζει γιατί είναι μια δουλιά εταιρικής μορφής. Προσωπικά τα περισσότερα χρόνια της δουλιάς μου τα πέρασα σε εταιρικές δουλιές».

Ο Γιώργος Ματαράγκας μάς μιλά για την πορεία του εταιρικού θιάσου. Τα δύο πρώτα χρόνια ανέβασαν τον «Ψεύτη» του Γκολντόνι, ακολούθησαν οι «Επιτρέποντες» του Μένανδρου και πέρσι «Το Κορίτσι από την Ανδρο» του Τερέντιου. «Φέτος -- λέει ο Γ. Ματαράγκας --αποφασίσαμε να κάνουμε ένα μεγάλο άλμα με το ανέβασμα της "Δωδέκατης Νύχτας", γιατί είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο έργο αλλά και μια πολύ ωραία κωμωδία και σίγουρα μια μεγάλη παραγωγή. Οσο για το ρόλο μου, κάνω τον τρελό του έργου, ο οποίος όμως δεν είναι ο γελωτοποιός με την κλασική μορφή. Είναι ο σοφός της παράστασης, ο οποίος ξέρει τα πάντα. Και όλοι οι υπόλοιποι δεν τον αντιμετωπίζουν ως τον τρελό, αλλά ως αυτόν που ξέρει την αλήθεια, όσο καυστικός κι αν γίνεται».

Οσο για το αν υπάρχουν σήμερα τέτοιοι τρελοί-σοφοί, ο Γ. Ματαράγκας πιστεύει ότι «υπάρχουν στην τέχνη αλλά όχι στην πολιτική. Ελάχιστοι είναι στο χώρο της πολιτικής που κουβαλούν αυτή τη σοφία. Στην τέχνη ίσως υπάρχουν περισσότεροί, αν και καμιά φορά κινδυνεύουν να μπουν στο σύστημα και να χάσουν τη σοφία τους».

Ο Σερ Τόμπι, ένας φωνακλάς, πότης, γυναικάς, τρακαδόρος, φαρσέρ, ο άνθρωπος που κοροϊδεύει όλο τον κόσμο, ο «κατά κόσμον» Κοσμάς Ζαχάρωφ, θεωρεί τη «Δωδέκατη νύχτα» την ωραιότερη κωμωδία του Σαίξπηρ, η οποία όμως, όπως λέει, «δεν παίζεται συχνά γιατί είναι πολυπρόσωπη. Είναι μια κωμωδία από την οποία κατάγεται όλο το ευρωπαϊκό θέατρο. Βρίσκουμε τύπους της κομέντια, σπέρματα της ελληνικής, γαλλικής κωμωδίας. Βρίσκουμε τύπους όπως ο ψευτοπαλικαράς, ο ψευτοεραστής, ερωτευμένα ζευγάρια, ανεκπλήρωτους έρωτες, ανθρώπους κυνικούς, γλεντζέδες».

Αν ζούσε ο Σερ Τόμπι σήμερα θα διέθετε άραγε αυτό το χιούμορ;

«Σε μια εποχή σαν τη δικιά μας θα ήταν πολύ δύσκολο», λέει ο Κ. Ζαχάρωφ. «Φαντάζομαι ότι το χιούμορ έχει χαθεί από τον κόσμο γιατί τα καθημερινά προβλήματα είναι τόσο πολλά και ο άνθρωπος τόσο αγχώδης που βλέπω να χάνεται το χιούμορ ακόμη κι από αυτούς που ήταν φύσει άνθρωποι με χιούμορ. Δε νομίζω ότι θα υπήρχε. Σπέρματα μόνο αυτού του ανθρώπου μπορούμε να δούμε, ή κομματιαστά, σε μικρές ποσότητες».

Ο Βασίλης Κολοβός επισημαίνει το σεβασμό στο κοινό και στον μεγάλο ελισαβετιανό δημιουργό, που επιδιώκουν όλοι οι συντελεστές της παράστασης. Ο ρόλος του, ο τύπος του επηρμένου, του φαντασιόπληκτου, αυτού που προσπαθεί να απαρνηθεί την τάξη του και να μεταπηδήσει σε μιαν άλλη. Και όπως λέει, «ο τύπος αυτός έχει την αντιμετώπιση από τον Σαίξπηρ όπως θα είχε ο κάθε άνθρωπος που από το ένα μετερίζι, σαν σαλτιμπάγκος, προσπαθεί να βρεθεί σε άλλο».

Η Ολίβια, ένα από τα πιο ιδανικά πλάσματα που βγήκαν από την πένα του Σαίξπηρ, μια γυναίκα που συνδυάζει την αισθηματική ειλικρίνεια με μια πηγαία εξυπνάδα, που τη σώζει από τη ρομαντική αποχαύνωση, έχει συνεπάρει τη Μίνα Χειμώνα. «Είναι μια σύγχρονη γυναίκα», λέει η Μ. Χειμώνα. «Ενώ είναι αρχόντισσα, μια λαίδη, με θέση στην κοινωνία -- καθώς το έργο πραγματεύεται και τις κοινωνικές τάξεις και τις αποστάσεις -- αυτή είναι πέρα από την εποχή της. Κάνει υπέρβαση. Είναι μια προοδευτική γυναίκα. Δε δέχεται κατεστημένα. Δε δέχεται κάποιον ευγενή που είναι ερωτευμένος μαζί της. Η καρδιά της χτυπάει για έναν άνθρωπο που τον συναντά για πρώτη φορά και ανατρέπει τη ζωή της. Δεν είναι πλούσιος, είναι νεότερός της, ένας άνθρωπος μάχιμος και ορμητικός, που ταράζει τον εσωτερικό της κόσμο. Κάνει τα πάντα γι' αυτόν, αψηφώντας την κοινωνική της θέση, το περιβάλλον της, το οποίο κριτικάρει τη στάση της και ξεχνάει την προηγούμενη θλίψη της (για τον πατέρα και τον αδελφό που έχασε). Ολα αλλάζουν μορφή κάτω από μια μουσική του έρωτα γιατί λέει ο Σαίξπηρ ότι οι ερωτευμένοι κινούνται σε άλλες σφαίρες και ακούν άλλες μουσικές, αυτές που εμείς δεν μπορούμε να ακούσουμε. Εργο αισιόδοξο, για τον έρωτα, για τις σχέσεις και την αστεία πλευρά της ζωής που καλά θα κάνουμε να τη θυμηθούμε γιατί όλοι την έχουμε ξεχάσει».

Οι παραστάσεις ξεκινούν στις αρχές Ιούλη στην Αθήνα, θα συνεχιστούν ανά την Ελλάδα και θα τελειώσουν το Σεπτέμβρη πάλι στην Αθήνα. Ενδεικτικά αναφέρουμε: 5/7 Κορυδαλλός, 7-8/7 Θεσσαλονίκη, 10/7 Κασσάνδρα, 13/7 Βύρωνας, 26-27/7 Ρέθυμνο, 28/7 Χανιά, 9/8 Κοζάνη, 10/8 Καραβόμυλος, 12/8 Μεγαλόπολη, 25/8 Σέρρες, 30/8 Χίος.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ