ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Νέα αντίστροφη μέτρηση...

Σκληρά αντίποινα απεργάζεται η ισραηλινή ηγεσία μετά την πολύνεκρη επίθεση αυτοκτονίας στην Ιερουσαλήμ

Τετάρτη 19 Ιούνη 2002

Associated Press

Ισραηλινό τανκ περιπολεί το νεόκτιστο τείχος
ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ - ΡΑΜΑΛΑ - ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.--

«Σκληρή» θα είναι η απάντηση στην πολύνεκρη βομβιστική επίθεση που συγκλόνισε την Ιερουσαλήμ, νωρίς χτες, προειδοποίησε ο Σαρόν, συγκαλώντας έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο Ασφαλείας. Τόσο η Παλαιστινιακή Αρχή όσο και η διεθνής κοινότητα καταδίκασε απερίφραστα την επίθεση ενώ στην Ουάσιγκτον εντείνονται οι προετοιμασίες για την κοινοποίηση του «οράματος» Μπους, που ήδη έχει αρχίσει να προκαλεί ανησυχίες.

«Αυτή η φρίκη είναι η συνέχεια της παλαιστινιακής τρομοκρατίας. Οφείλουμε να την πατάξουμε και θα το κάνουμε» δήλωνε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, που επισκέφθηκε, μία ώρα αργότερα, το σημείο της έκρηξης, κάτι που δε συνηθίζει. Ο Σαρόν, εμφανώς οργισμένος, αναρωτιόταν «μετά από αυτό τι παλαιστινιακό κράτος θέλουν;», καθιστώντας σαφές, για άλλη μια φορά, ότι αντιτίθεται κάθετα στην ιδέα της δημιουργίας ακόμη και ενός προσωρινού παλαιστινιακού κράτους. Αμέσως, συγκλήθηκε έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο προκειμένου να εξεταστούν τα αντίποινα.

Ο καμικάζι αυτοκτονίας ανατινάχτηκε στο κέντρο του λεωφορείου 32 που μετέφερε μαθητές λυκείου και εργαζόμενους, νωρίς χτες το πρωί. Είκοσι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, συμπεριλαμβανομένων πολλών μαθητών και του καμικάζι, και άλλοι 55 τραυματίστηκαν. Ηταν η πλέον πολύνεκρη επίθεση αυτοκτονίας στην πόλη, τα τελευταία 6 χρόνια. Την ευθύνη ανέλαβε η Χαμάς, που κατονομάζει τον 22χρονο Μοχάμεντ αλ Γκουλ, από τον προσφυγικό καταυλισμό αλ Φάραα, κοντά στη Νάμπλους, ως καμικάζι. Στην ανακοίνωση τονίζεται ότι θα ακολουθήσουν και άλλες επιθέσεις, ενώ το υψηλόβαθμο στέλεχός της, στη Γάζα, Αμπντέλ Αζίζ Ραντίζι, υπογράμμιζε ότι «οι επιθέσεις θα σταματήσουν όταν το Ισραήλ αποχωρήσει από τη Δ. Οχθη και τη Λωρίδα της Γάζας».

Η Παλαιστινιακή Αρχή, διά στόματος υπουργού Πληροφοριών, Γιάσερ Αμπέντ Ράμπο, καταδίκασε την επίθεση και δεσμεύτηκε να συλλάβει τους ενόχους. Ο Αμπέντ Ράμπο επανέλαβε ότι οι επιθέσεις αυτές βλάπτουν τους εθνικούς στόχους των Παλαιστινίων και δίνουν άλλοθι στο Ισραήλ να επιμένει στις επιθέσεις και στην κατοχή. Ο σύμβουλος του Αραφάτ, Αχμέντ Αμπντέλ Ραχμάν, συμπλήρωνε ότι «καταδικάζεται κάθε επίθεση εναντίον αμάχων, είτε Ισραηλινών είτε Παλαιστινίων».

Την επίθεση καταδίκασε το σύνολο της διεθνούς κοινότητας: ο Λευκός Οίκος, οι ΥΠΕΞ Βελγίου, Σουηδίας, Ρωσίας, Ισπανίας, Βρετανίας, Γαλλίας και πολλών άλλων χωρών, καθώς και ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Χαβιέ Σολάνα. Κοινός τόπος στις δηλώσεις τους ήταν η μη ύπαρξη στρατιωτικής λύσης και η ανάγκη επιμονής στο δρόμο των ειρηνευτικών συνομιλιών. Η ισραηλινή φιλειρηνική οργάνωση «Γκους Σαλόμ», σε ανακοίνωσή της, καταδικάζει την επίθεση και υπογραμμίζει ότι «όσο υπάρχει κατοχή, τόσο θα συμβαίνουν επιθέσεις».

Λίγες ώρες αργότερα, ο ισραηλινός στρατός σκότωσε, σε σημείο ελέγχου βορείως της Χεβρώνα, τον Μουχμάντ Μπασαράτ, στέλεχος της Τζιχάντ, τον οποίο θεωρούσε υπεύθυνο για τη δολοφονία δύο διεθνών παρατηρητών το Μάρτη, καθώς και τη διοργάνωση αντι-ισραηλινών επιθέσεων. Επίσης, έγινε γνωστό ότι με νέα απόφαση παρατάθηκε η «διοικητική κράτηση» στις φυλακές Πετβάχ, του ηγέτη της Φατάχ και βουλευτή Μαρουάν Μπαργκούτι, χωρίς απαγγελία κατηγορίας, ενώ οι ισραηλινές αρχές διαψεύδουν κατηγορηματικά τις αλλεπάλληλες καταγγελίες για βασανιστήρια σε βάρος του.

Ανησυχία ενόψει «οράματος»

Η χτεσινή επίθεση αυτοκτονίας «δε θα επηρεάσει τους βασικούς άξονες του διαγγέλματος που προετοιμάζει για τα τέλη της βδομάδας ο Πρόεδρος Μπους», διαβεβαίωνε χτες εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου. Η αγγλόφωνη αραβική εφημερίδα «Αλ Χαγιάτ», επικαλούμενη καλά πληροφορημένες πηγές, υποστήριζε χτες ότι ο Μπους θα προτείνει τη δημιουργία ενός «μίνι» παλαιστινιακού κράτους στα εδάφη των ζωνών Α και Β, δηλαδή στα εδάφη, που με βάση τη συμφωνία του Οσλο, είτε βρίσκονται υπό πλήρη παλαιστινιακή διοίκηση είτε υπό παλαιστινιακή πολιτική διοίκηση. Τα εδάφη αυτά καταλαμβάνουν το 40% της Δ. Οχθης.

Το δημοσίευμα υποστηρίζει, επίσης, ότι ο Μπους θα προτείνει τη διεθνή αναγνώριση του κράτους αυτού με έδρα αρχικώς στα Ηνωμένα Εθνη, και στη συνέχεια την έναρξη εντατικών συνομιλιών. Επίσης, αναμένεται να θέσει ως προϋπόθεση τη δημιουργία Συντάγματος, εκπαιδευτικού συστήματος και συστήματος Υγείας, καθώς και ενιαία σώματα ασφαλείας, σε μια ξεκάθαρη απόπειρα υπερσκελισμού της ηγεσίας Αραφάτ.

Η πρόταση Μπους, τουλάχιστον όπως φέρεται να σχεδιάζεται, προκαλεί, ήδη, ανησυχίες. Η ισραηλινή ηγεσία εμφανίζεται αποφασισμένη να μη συζητήσει καν το ενδεχόμενο. Ο Σαουδάραβας διάδοχος, Αμπντουλάχ, επαναλάμβανε ότι θα πρέπει να περιέχει ακριβές χρονοδιάγραμμα και μηχανισμό υλοποίησης. Παράλληλα, αναλυτές εκτιμούσαν ότι ένα «μίνι» κράτος γεννά περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει, καθώς θα πρέπει να έχει εδαφική συνέχεια (διάλυση εποικισμών), στρατό, και πολλά άλλα, ενώ θα πρέπει να ακολουθήσουν, τάχιστα, όλες οι υπόλοιπες εξελίξεις: ισραηλινή αποχώρηση από τα υπόλοιπα εδάφη, πρόσφυγες, Ιερουσαλήμ, προκειμένου να αποφευχθεί η επανάπαυση του Ισραήλ, η δυσαρέσκεια των Αράβων και η αγανάκτηση των Παλαιστινίων.

Προς το παρόν, πάντως, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για την ανοικοδόμηση τείχους ανάμεσα στη Δ. Οχθη και στο Ισραήλ, τονίζοντας ότι «αν πρόκειται για σύνορα θα πρέπει να είναι προϊόν συναπόφασης» και συμπληρώνοντας ότι «οι Ισραηλινοί οφείλουν να αποφεύγουν κινήσεις που προκαλούν οργή». Αναλόγου μήκους κύματος δηλώσεις έκανε και η πρώτη κυρία των ΗΠΑ, Λόρα Μπους, ενώ την ανέγερση τείχους καταδίκασαν πολλές χώρες.

«Παρεξήγηση»

Διπλωματικό επεισόδιο δημιουργήθηκε και στο Λονδίνο, καθώς η Σέρι Μπλερ, σύζυγος του πρωθυπουργού, μιλώντας σε φιλανθρωπική εκδήλωση συγκέντρωσης φαρμάκων για τους Παλαιστινίους μαζί με τη βασίλισσα της Ιορδανίας, Ράνια, δήλωσε ότι «οι νέοι Παλαιστίνιοι δεν έχουν ελπίδα, γι' αυτό βλέπουν ως μοναδική λύση τις επιθέσεις αυτοκτονίας». Η ισραηλινή πρεσβεία αντέδρασε έντονα μιλώντας για «προσπάθεια αιτιολόγησης των τρομοκρατών». Η κ. Μπλερ ζήτησε συγνώμη για τυχόν παρεξηγήσεις, ενώ εκπρόσωπός της έσπευσε να δηλώσει ότι δε δικαιολόγησε αλλά απλώς «περιέγραψε μια πραγματικότητα».