ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ
Και μετά τη Λόγια Τζίργκα, τι;
Κυριακή 23 Ιούνη 2002

Associated Press

Μια οικογένεια ανάμεσα στα ερείπια της Καμπούλ
Το Μεγάλο Συμβούλιο προεστών, φυλάρχων, μουτζαχεντίν, πολεμάρχων και, για διακοσμητικούς λόγους, μερικών γυναικών - η Λόγια Τζίργκα - που υποτίθεται ότι αποτελούσε κρίσιμο βήμα για τον «εκδημοκρατισμό» του Αφγανιστάν, ολοκληρώθηκε στα μέσα της περασμένης βδομάδας, με αρκετή καθυστέρηση. Στην πραγματικότητα, επανεπιβεβαίωσε πανηγυρικά τους πολιτικούς συσχετισμούς που είχαν διαμορφωθεί μετά τη «νίκη» των Συμμαχικών δυνάμεων, την πτώση των Ταλιμπάν και την τοποθέτηση, βασικά από τους Αμερικανούς με εφαλτήριο τη Διάσκεψη της Βόννης, μιας κυβέρνησης αχυρανθρώπων των ΗΠΑ και ισχυρών πολεμάρχων στην Καμπούλ. Ηταν τόσο προφανές το ότι το Μεγάλο Συμβούλιο ήταν απλώς ένα μέσο να «νομιμοποιηθούν» προειλημμένες αποφάσεις, που πολλοί συμμετέχοντες κάγχασαν ανοιχτά.

Το αποτέλεσμα της Λόγια Τζίργκα ήταν να αναγκαστούν οι 1.650 εκπρόσωποι να υπερψηφίσουν, δι' ανατάσεως της χειρός, τις προτάσεις του ανθρώπου που με τον ίδιο τρόπο ψήφισαν (;) πρόεδρο, του Χαμίντ Καρζάι, για τα 14 υπουργεία, χωρίς να έχουν καν τη δυνατότητα συζήτησης γι' αυτές. Το δικαίωμα να... εγκρίνουν τις επιλογές του Καρζάι τούς παρείχε, σε μια επίδειξη γενναιοδωρίας, ο ειδικός απεσταλμένος της κυβέρνησης Μπους στο Αφγανιστάν, Ζαλμάι Χαλιλζάντ, που έσπευσε να περισώσει κάποια προσχήματα. Ελίχθηκε κατ' ανάγκην αφού, εξοργίζοντας ακόμη περισσότερο πάμπολλους ήδη αγανακτισμένους συνέδρους, ο Ασράφ Γκάνι, ο κορυφαίος σύμβουλος του Καρζάι -πρώην στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας - δήλωσε πως «δε χρειαζόταν» ψηφοφορία.

Ο Χαλιλζάντ θύμισε με μια δόση «πατρικής» στοργής στον Γκάνι ότι η Διάσκεψη της Βόννης προέβλεπε, αντίθετα, ψηφοφορία. «Οποιος είπε ότι δε χρειάζεται έγκριση από τη Λόγια Τζίργκα έκανε λάθος», είπε ο Aμερικανοαφγανός. «Θα επιμείνουμε στην πολιτική διαδικασία». Οι περισσότεροι συμμετέχοντες στο Μεγάλο Συμβούλιο πρέπει να γέλασαν κάμποσο με τη δήλωση, αφού ο Χαλιλζάντ ήταν αυτός που, αναμφίβολα, παρασκηνιακά καθόρισε τις εξελίξεις: έπεισε τον πρώην μονάρχη, Μοχαμάντ Ζαχίρ Σαχ, να μη διεκδικήσει κανένα οφίτσιο, πράγμα που ο Σαχ έκανε την πρώτη κιόλας μέρα της Λόγια Τζίργκα, ενώ με τον ίδιο τρόπο έβγαλε από το παιχνίδι τον αλλοτινό Αφγανό Πρόεδρο, Μπουρχανουντίν Ραμπανί.

Η «μεταβατική» κυβέρνηση του Καρζάι, που υποτίθεται θα οδηγήσει το Αφγανιστάν σε εκλογές εντός 18 μηνών, δε διαφέρει παρά ελάχιστα από την προηγούμενη. Διατηρεί τρεις Τατζίκους, πρόσωπα-κλειδιά της Συμμαχίας του Βορρά, σε καίριες θέσεις: τον Μοχάμεντ Φαχίμ, τον άνθρωπο που εισέβαλε στην Καμπούλ αψηφώντας τον Ντόναλντ Ράμσφελντ, υπουργό Αμυνας και μάλιστα και αντιπρόεδρο. Τον Αμπντάλα Αμπντάλα, το πρόσωπο που γνωρίζουν οι πιο πολλοί στη Δύση, υπουργό Εξωτερικών. Και τον πρώην υπουργό Εσωτερικών Γιουνούς Κανούνι - που παραχώρησε τη θέση του υπουργού Εσωτερικών στον Παστούν πολέμαρχο Τατζ Μοχάμεντ Ουαρντάκ - στο υπουργείο Παιδείας. Την εξίσου κρίσιμη θέση του υπουργού Οικονομικών ανέλαβε ο... μέγας δημοκράτης Ασράφ Γκάνι.

Εν κατακλείδι, κανένας Αφγανός πολιτικός ή πολέμαρχος δε θα μπορούσε να πάει ανοιχτά κόντρα στις επιταγές των «μεγάλων» στη Λόγια Τζίργκα. Ο ειδικός απεσταλμένος της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο Αφγανιστάν, Κλάους Πέτερ Κλάιμπερ, έκανε λίγες μέρες πριν ξεκινήσει η διαδικασία, αρχές Ιούνη, έναν ελάχιστα συγκεκαλυμμένο εκβιασμό για να καταλάβει όποιος δεν είχε καταλάβει τι επρόκειτο να διακυβευτεί στη Λόγια Τζίργκα: «αν η νέα κυβέρνηση δεν ελέγξει αποτελεσματικά ολόκληρη τη χώρα, θα είναι αδύνατο να συνεχιστεί κανονικά η ροή της διεθνούς βοήθειας». Ο Κλάιμπερ προειδοποιούσε 8 εκατομμύρια Αφγανών για τους οποίους η βοήθεια είναι θέμα ζωής ή θανάτου. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο.

Τώρα τι;

Αυτό που επιδίωκαν οι σύμμαχοι λοιπόν επιτεύχτηκε - αν εξαιρεθεί το μικρό πρόβλημα ότι οι Αφγανοί προσγειώθηκαν ανώμαλα από τα ροζ συννεφάκια όπου τους ανέβασαν οι «σωτήρες» τους, με τη ρητορική περί εκδημοκρατισμού - όμως τα ουσιαστικά προβλήματα που ταλανίζουν την κυβέρνηση Καρζάι όσο και τους πάτρωνές της στην Ουάσιγκτον καθόλου δε λύθηκαν. Μπορεί ο νέος πρόεδρος που θαυμάζουν οι μόδιστροι για τους ενδυματολογικούς του νεοτερισμούς, να υποσχέθηκε πως θα κτίσει «μια ευημερούσα χώρα που θα έχει ισχυρό νόμισμα, ένα ενιαίο στρατό υπό κεντρική διοίκηση και ισχυρή δημοκρατική κυβέρνηση, αλλιώς θα παραιτηθεί», αλλά αυτά είναι απλώς λόγια. Ο Καρζάι είναι απολύτως εξαρτημένος.

Κατ' αρχάς δεν υπήρχε καν συμφωνία ως την Τετάρτη περί του πώς θα συσταθεί η προσωρινή Βουλή, πράγμα που ο απεσταλμένος του ΟΗΕ Λακντάρ Μπραχίμι περιέγραψε με την πολύ αστεία δήλωση ότι «εδώ δεν είναι μια τέλεια δημοκρατία, όπως η Σουηδία ή η Ελβετία». Γεγονός επίσης παραμένει ότι η κυβέρνηση Καρζάι δεν ελέγχει καμιά περιοχή πέραν της Καμπούλ - αν ελέγχει κι αυτήν, αφού το βράδυ της Τρίτης έσκαγαν δύο ρουκέτες στο κέντρο της παρά τα «δρακόντεια» μέτρα ασφαλείας της ISAF. Πολέμαρχοι όπως ο Αμπντούλ Ρασίντ Ντόστουμ, ο αδίστακτος Ουζμπέκος, μένουν μεν εκτός νομής εξουσίας αλλά δεν παύουν να αποτελούν καθοριστικούς, όσο κι απρόβλεπτους, παράγοντες.

Γεγονός παραμένει επίσης ότι ουσιαστικά το Αφγανιστάν, τουλάχιστον ένα μεγάλο κομμάτι του, παραμένει ως και σήμερα ένα μεγάλο πεδίο στρατιωτικών επιχειρήσεων. Και μπορεί η βρετανική κυβέρνηση να διαμήνυσε ότι θα αποσύρει τους πεζοναύτες της στα τέλη του καλοκαιριού και ο υπουργός Αμυνας Τζεφ Χουν να άφησε να εννοηθεί ότι δε θα αντικατασταθούν, αλλά αντίθετα οι Αμερικανοί όχι μόνο θα παραμείνουν για τουλάχιστον ένα χρόνο ακόμη, αλλά μελετούν και την επέκταση της στρατιωτικής τους παρουσίας. Αντιμετωπίζουν, με άλλα λόγια, το ίδιο δίλημμα που είχαν και στο Βιετνάμ: να αναλάβουν την αποστολή του στρατού του Καρζάι ώσπου να δημιουργηθεί ένας, όπως τουλάχιστον μοιάζει να προτιμά, ο Ντόναλντ Ράμσφελντ.

Κι όχι μόνο. Το να μείνουν αμερικανικά στρατεύματα όπως και εκείνα των υπόλοιπων χωρών του ΝΑΤΟ και της ευρύτερης «Συμμαχίας» στο Αφγανιστάν, είναι αξίωση των πετρελαϊκών εταιριών. Αυτές που άρχισαν να πανηγυρίζουν πριν δυο βδομάδες, όταν ο Καρζάι μετέβη στο Ισλαμαμπάντ για να συναντηθεί με τους ηγέτες του Πακιστάν και του Τουρκμενιστάν. Οι τρεις άνδρες, ο Καρζάι, ο Πακιστανός δικτάτορας Περβέζ Μουσάραφ και ο πρόεδρος του Τουρκμενιστάν Σαπαρμουράτ Ναγιάζογ, συμφώνησαν στους όρους δημιουργίας αγωγών αξίας 2 δισ. δολαρίων, για τη μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από την Κεντρική Ασία στις διεθνείς αγορές. Είναι το Μεγάλο Βραβείο του πολέμου («κατά της τρομοκρατίας», έτσι;), βεβαίως: ο έλεγχος του τρόπου μεταφοράς του πετρελαίου από την περιοχή που αποκαλείται από τους ειδήμονες περί τα ενεργειακά, «η επόμενη Μέση Ανατολή».

Το νοσηρό σκάκι συνεχίζεται στο Αφγανιστάν και στην περιοχή, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις το ίδιο, οι αποκαλύψεις για τις μαζικές σφαγές αιχμαλώτων από τον αμερικανικό στρατό δεν απασχολούν κανέναν, και στην παρτίδα μπαίνουν κι άλλες εξελίξεις. Π.χ. η εκτίμηση από Αμερικανούς αναλυτές ότι η κρίση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, που παραλίγο να οδηγήσει σε πυρηνικό πόλεμο, ήταν μια «συνωμοσία» της Αλ Κάιντα αν όχι του Οσάμα μπιν Λάντεν προσωπικά, με σκοπό, κατά τους αναλυτές αυτούς, να υπάρξει μια νέα «βάση» για την οργάνωση,μετά το Αφγανιστάν. Αν μη τι άλλο, οφείλει να αναγνωρίσει κανείς στους διαμορφωτές πολιτικής αυτούς, ότι έχουν φαντασία.


Μπ. Γ.