ΝΕΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Η δημοσιονομική πειθαρχία και οι «αξιολογήσεις» θα καθορίζουν τους μισθούς

Παραδόθηκε χτες το πόρισμα της επιτροπής Κιντή

Σάββατο 3 Αυγούστου 2002

Σε «ιστό της αράχνης» για τους δημοσίους υπαλλήλους, έχει μετατρέψει η κυβέρνηση την υπόθεση του «νέου μισθολογίου», η οποία ήδη σέρνεται στις «διαπραγματεύσεις» εδώ και μια τριετία. Η παρελκυστική αυτή τακτική επιβεβαιώθηκε και χτες μετά την παράδοση του πορίσματος της Επιτροπής Κιντή, αφού ο υπουργός Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Κ.Σκανδαλίδης, έθεσε το μισθολόγιο των δημοσίων υπό τη «δαμόκλειο σπάθη» του προγράμματος σύγκλισης και του προϋπολογισμού του 2003..! Η παραπομπή του θέματος σε έναν νέο κύκλο διαπραγματεύσεων και κάτω απ' αυτούς τους όρους, επιβεβαιώνει την επιδίωξη της κυβέρνησης να διαιωνίσει και για τα επόμενα χρόνια την πολιτική της λιτότητας σε βάρος 420.000 δημοσίων υπαλλήλων και αξιοποιώντας τη συμβιβαστική πολιτική της πλειοψηφίας της ΑΔΕΔΥ, να τους καταστήσει ομήρους προεκλογικών σκοπιμοτήτων.

Οσον αφορά στο ίδιο το πόρισμα της επιτροπής «Για το νέο σύστημα αμοιβών στο Δημόσιο», παρά ορισμένες σωστές διαπιστώσεις, υπακούει στη λογική των «δημοσιονομικών περιορισμών που αντιμετωπίζει η χώρα», (σελ. 3) όπως ομολογούν απολογητικά οι ίδιοι οι συντάκτες του. Ως εκ τούτου, και τα τρία σενάριά του, -τα οποία ας σημειωθεί ακόμα και αυτά δε δεσμεύουν την κυβέρνηση- δεν ικανοποιούν το αίτημα των εργαζομένων για 300.000 δραχμές πρώτο μισθό, πολύ περισσότερο τις πραγματικές ανάγκες των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά σε όλες τις εκδοχές συντηρούν το καθεστώς λιτότητας.

Δεν καταργούν τη ...γάγγραινα των επιδομάτων, αλλά αντίθετα μέσα από μια λογική «αναμόρφωσης», αναπαράγουν την ίδια γνωστή «επιδοματική πολιτική», με όλα τα δυσμενή παρεπόμενα για τους δημόσιους υπαλλήλους, τους μισθούς και τις συντάξεις τους.

Επιπλέον, μέσα από το «νέο σύστημα αμοιβών» επιδιώκεται να εφαρμοστεί η σύνδεση του «μισθού με την αποδοτικότητα», μια βασική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης, που θα καθιστά τους δημόσιους υπαλλήλους δέσμιους και υποχείρια της εκάστοτε κεντρικής εξουσίας. «Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να εισαχθεί κλίμακα απόδοσης με μετρήσιμους στόχους...». (σελ.86).

Οσον αφορά στις βασικές αρχές και στη δομή του νέου μισθολογίου μεταξύ άλλων προτείνεται: Να αλλάξει η ισχύουσα ενιαία δομή των 36 μισθολογικών κλιμακίων (μ.κ.) να καθιερωθούν διαφορετικές μισθολογικές κλίμακες για τις κατηγορίες ΥΕ, ΔΕ, ΤΕ, και ΠΕ, αντίστοιχα με 19 μ.κ. για κάθε κατηγορία και «να διευρυνθεί ο αριθμός των μ.κ. από 18 σε 19, ώστε να υπάρχει κίνητρο παραμονής για τους υπαλλήλους στην υπηρεσία, δεδομένου ότι εξαντλούν τα μισθολογικά κλιμάκια με τη συμπλήρωση 35 ετών υπηρεσίας». Εμμεσα εδώ «φωτογραφίζεται» η δυνατότητα για επέκταση του εργασιακού βίου στα 35 χρόνια από 33 που ισχύει σήμερα για ένα μεγάλο ποσοστό εργαζομένων.

Ειδικότερα, για τον τρόπο μισθολογικής εξέλιξης προτείνεται: Από το εισαγωγικό μ.κ. (1) στο επόμενο μ.κ. (2) απαιτείται η συμπλήρωση ενός έτους πραγματικής υπηρεσίας. Για τη συμπλήρωση κάθε επόμενου απαιτούνται δύο έτη, αλλά «και θετική αξιολόγηση της απόδοσης από τον αρμόδιο αξιολογητή»..! Που σημαίνει ότι ένας υπάλληλος μπορεί να εργάζεται, αλλά θα «παίρνει κλιμάκιο», μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η διαγωγή του θα είναι η αρμόζουσα! Το τι συνεπάγεται αυτό και για το μισθό και για την εξέλιξη κάθε δημόσιου υπαλλήλου, σε ένα Δημόσιο, που βρίθει από τον κομματικό έλεγχο, την αναξιοκρατία κ.λπ., γίνεται κατανοητό.

Το πόρισμα επικαλείται το στόχο της «πραγματικής σύγκλισης» με τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς μισθούς, αλλά όπως διευκρινίζεται «η σύγκλιση αυτή δεν μπορεί να είναι ούτε απότομη, ούτε αποκλειστικά ονομαστική...»! Και όλα αυτά, όταν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο μέσος ακαθάριστος μισθός σε τρέχουσες τιμές για το 2001, για τους Ελληνες δημόσιους υπαλλήλους, αντιστοιχεί στο 60,2% του μέσου ευρωπαϊκού, κατέχοντας την προτελευταία θέση.

Με την ίδια λογική αντιμετωπίζεται και το ζήτημα της σχέσης των αμοιβών με τις συντάξιμες αποδοχές. Ενώ δήθεν «στόχος του νέου μισθολογίου» πρέπει να είναι η ενσωμάτωση ενός αριθμού επιδομάτων στις συντάξιμες αποδοχές, υπογραμμίζεται ότι αυτό δεν πρέπει να έρχεται σε αντίθεση με τον πρόσφατο ασφαλιστικό νόμο, που μειώνει τη σύνταξη από το 80% στο 70% των αποδοχών! Γίνεται καθαρό, δηλαδή, ότι οι «λύσεις» που θα επιλέξει η κυβέρνηση θα είναι υποταγμένες στην πρόσφατη ασφαλιστική ανατροπή και υπ' αυτό το πρίσμα εξετάζεται η «αναμόρφωση των επιδομάτων» και στα τρία σενάρια.

Παρά το γεγονός ότι το «νέο μισθολόγιο» εμφανίζεται από την κυβέρνηση ως το «φάρμακο», για την αναμόρφωση των μισθών, γίνεται καθαρό, ότι το τελικό αποτέλεσμα δε θα προσθέτει στο εισόδημα των δημοσίων υπαλλήλων τίποτα παραπάνω πέρα από την εισοδηματική πολιτική. Σύμφωνα με το πόρισμα «Σενάριο Β», που προτείνει η επιτροπή, η μεσοσταθμική αύξηση στις αποδοχές τους «θα είναι της τάξης του 17% περίπου κατά την ολοκλήρωση της εφαρμογής του νέου μισθολογίου». Παίρνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, η «ολοκλήρωση» επεκτείνεται σε ένα βάθος χρόνου μέχρι και πενταετία, γίνεται φανερό, πως η καλυτέρευση της μισθολογικής θέσης των δημοσίων υπαλλήλων παραμένει ανεκπλήρωτη.

Και όμως, τόσο ο πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ Σ.Παπασπύρος, όσο και η Εκτελεστική της Επιτροπή, αυτό το πόρισμα, το οποίο ανοίγει τους ασκούς του Αιόλου, το χαρακτηρίζουν «σημαντικό και χρήσιμο υλικό» που «αποτελεί βάση» για περαιτέρω διαπραγματεύσεις και περιορίζουν το ενδιαφέρον τους στο ποιο «σενάριο θα ισχύσει» ή στο χρόνο εφαρμογής του.