ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ
Ανοιχτό μέτωπο διεκδίκησης
Κυριακή 13 Οχτώβρη 2002

Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι υποψήφιοι δήμαρχοι και νομάρχες που στηρίζει το ΚΚΕ, υπογράμμιζαν προεκλογικά ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να ψηφίσουν με κριτήριο τα πραγματικά τους προβλήματα. Ενα απ' αυτά, που έχει και κεντρική θέση, είναι το εισόδημα των λαϊκών νοικοκυριών. Την επαύριο των εκλογών είναι σίγουρο πως οι εργαζόμενοι θα νιώσουν ακόμα περισσότερο ότι οι μισθοί και τα μεροκάματα παραμένουν καθηλωμένα, ότι όλο και λιγότερο φτάνουν για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Και αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού η κυβερνητική πολιτική, η λογική της αγοράς που έχει επιβληθεί πιο έντονα τα τελευταία χρόνια καθημερινά απομυζά τον εργατικό μόχθο.

Ιδιαίτερα από την αρχή του χρόνου τα λαϊκά στρώματα βάλλονται πανταχόθεν, καθώς η λαίλαπα των ανατιμήσεων, στα βασικά είδη κατανάλωσης, οι αυξήσεις στις ΔΕΚΟ, η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών της υγείας και της παιδείας κατατρώγουν μισθούς και συντάξεις.

Η Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που με τυμπανοκρουσίες υπέγραψε με τον ΣΕΒ η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, συνέβαλε και αυτή στη σημερινή τραγική κατάσταση. Με επίσημο μέσο όρο πληθωρισμού το 3,5% για τους πρώτους 9 μήνες του έτους, είναι φανερό ότι το 3,4% που προβλέπει η ΕΓΣΣΕ, σε ετήσια βάση, στους βασικούς μισθούς και στα κατώτερα μεροκάματα, αντί να προστατέψει το εισόδημα των εργαζομένων το χειροτέρεψε ακόμα περισσότερο. Και το μέγεθος της φθοράς είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο, αν εξεταστεί σε συνάρτηση με τις πραγματικές αυξήσεις σε μια σειρά προϊόντα, τρόφιμα και υπηρεσίες.

Ακόμα χειρότερα: Ολα δείχνουν ότι στην ίδια ανοδική πορεία θα κινηθούν προϊόντα και υπηρεσίες το τρίμηνο που απομένει, αλλά και το νέο χρόνο. Ηδη το πετρέλαιο θέρμανσης πουλιέται κατά 15% τουλάχιστον πιο ακριβό από πέρσι. Νέες αυξήσεις έρχονται στα ασφάλιστρα των αυτοκινήτων και ο κατάλογος δεν τελειώνει. Φαίνεται πλέον καθαρά γιατί ΣΕΒ και πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, με τις ευλογίες της κυβέρνησης, έσπευσαν να κλείσουν διετή σύμβαση, εξασφαλίζοντας εκ των προτέρων την καθήλωση των μισθών και για το 2003 στο 3,9%.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση οι ταξικές δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα, το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο, έγκαιρα επεξεργάστηκαν ένα νέο πλαίσιο διεκδικήσεων για τις συλλογικές συμβάσεις και το εισόδημα των εργαζομένων. Η διεκδίκηση μισθών και ημερομισθίων στο ύψος των πραγματικών και σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων είναι πλέον ζήτημα επιβίωσης.

Η απαίτηση για κατώτερο μισθό στα 1.000 ευρώ, κατώτερο μεροκάματο στα 41 ευρώ, σύνταξη στα 820 ευρώ, για εφάπαξ ενίσχυση 585 ευρώ σε όσους εργαζόμενους και συνταξιούχους έχουν εισόδημα κάτω των 11.800 ευρώ (4 εκατ. δραχμές) αποτελούν το μίνιμουμ για να τα βγάλει πέρα μια εργατική οικογένεια. Μαζί με αυτά, τα συνδικάτα - πριν απ' όλους - πρέπει να προβάλλουν το αίτημα για πάγωμα των τιμών, την κατάργηση της έμμεσης φορολογίας στα είδη διατροφής, ένδυσης -υπόδησης, στα φάρμακα και τα σχολικά είδη. Να ενσωματώσουν ακόμα στις διεκδικήσεις τους την απαίτηση για μείωση των δημοτικών τελών, τη μείωση της φορολογίας για τους εργαζόμενους και αφορολόγητο όριο στα 15.000 ευρώ, με παράλληλη αύξηση της φορολογίας των περιουσιακών στοιχείων και των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου.

Το μέτωπο των διεκδικήσεων είναι ανοιχτό. Το ΠΑΜΕ δείχνει την κατεύθυνση αυτής της πάλης, που θα είναι σκληρή και δύσκολη. Το κεφάλαιο δε θα παραιτηθεί αμαχητί από τα προνόμιά του και τα υπέρογκα κέρδη του. Η κυβέρνηση επιμένει στην ίδια πολιτική. Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ τους στηρίζει. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν άλλο δρόμο, παρά αυτόν της σύγκρουσης και της διεκδίκησης. Δεν μπορούν να συνθηκολογήσουν ούτε να υποχωρήσουν. Γιατί πίσω τους δεν υπάρχει παρά το βάραθρο της εξαθλίωσης.