ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ
Επιστροφή στην αβεβαιότητα

Οι σημερινές εκλογές, αλλά και τα αμερικανικά σχέδια για το Ιράκ θα καθορίσουν το μέλλον της Τουρκίας

Κυριακή 3 Νοέμβρη 2002

Associated Press

...θεωρείται βέβαιο ότι θα προκαλέσει την αντίδραση των στρατηγών
Αν οι δημοσκοπήσεις αποδειχθούν σωστές --αυτό είναι ένα μεγάλο «αν» --, οι σημερινές εκλογές στην Τουρκία θα σηματοδοτήσουν τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του πολιτικού σκηνικού, όπως διαμορφώθηκε την τελευταία 20ετία, και τη γέννηση ενός νέου.

Σύμφωνα με όλα τα γκάλοπ, όλα τα κόμματα του Κοινοβουλίου, όπως κι οι πιο προβεβλημένοι πολιτικοί της Τουρκίας, αν δε μείνουν εντελώς εκτός Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης, θα υποστούν καθίζηση, όσον αφορά στην πολιτική τους ισχύ. Μηδενός εξαιρουμένου. Κανένα από τα κόμματα της συμπολίτευσης, ούτε το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς (DSP) του πρωθυπουργού Μπουλέντ Ετσεβίτ, ούτε το κόμμα Μητέρας Πατρίδας (ANAP) του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και αρμόδιου για Ευρωπαϊκά Θέματα Μεσούτ Γιλμάζ, ούτε το ακροδεξιό Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί (MHP), αναμένεται να ξεπεράσει το όριο του ποσοστού 10% των ψήφων σε εθνικό επίπεδο και να εισέλθει στη Βουλή. Σύμφωνα με τον ανταποκριτή στην Τουρκία του «Βήματος» και του Αθηναϊκού Πρακτορείου Αλκη Κούρκουλα, τα τρία κόμματα, στις δημοσκοπήσεις που έγιναν τις τρεις εβδομάδες του Οκτωβρίου, συγκεντρώνουν: Το DSP από 0,6% έως 3,17%, το ΑΝΑΡ από 2,4% έως 9,18%, και το ΜΗΡ από 3,6% έως 7,9%. Την ίδια τύχη αναμένεται να έχουν άλλα δύο κόμματα που πρωταγωνίστησαν τα τελευταία χρόνια στα τουρκικά πολιτικά πράγματα, το κόμμα του Ορθού Δρόμου (DYP) της Τανσού Τσιλέρ και το κόμμα της Ευτυχίας του Ρετζάι Κουτάν, που, αντίστοιχα, προβλέπεται ότι θα μοιραστούν από 5,4% έως 9,2% και από 0,9% έως 4,72%, αναλόγως ποιον εκλογολόγο ρωτά κανείς. Οπως, επίσης, και το πολυδιαφημισθέν, όταν ξεκίνησε, κόμμα της Νέας Τουρκίας (YTP) του πολύ Ισμαΐλ Τζεμ, αυτοδιαφημιζόμενου ως «αρχιτέκτονα της ελληνοτουρκικής φιλίας», που αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 0,8% και 3,2%. Αριθμοί που, αν επιβεβαιωθούν έστω ως τάσεις, στοιχειοθετούν την πλήρη αποδόμηση του σημερινού πολιτικού σκηνικού, τη λαϊκή αποδοκιμασία, με τον πιο ταπεινωτικό για τα μεγαλύτερα και ιστορικότερα τουρκικά κόμματα, της πολιτικής που ακολούθησαν ως σήμερα.

Associated Press

Η διαφαινόμενη νίκη του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης...
Τι προκάλεσε αυτήν τη δραματική αλλαγή στους συσχετισμούς πολιτικής ισχύος και ποιοι θα ωφεληθούν; Σε ό,τι αφορά στο πρώτο ερώτημα, η απάντηση, εν πολλοίς, πρέπει να αναζητηθεί μάλλον στην οικονομική κατάσταση του τουρκικού λαού. Σχεδόν όλοι οι Τούρκοι πολιτικοί παραδέχονται ότι ο αποφασιστικός παράγοντας αυτού που μοιάζει με καταστροφή του πολιτικού σκηνικού είναι η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2001, όταν το ξένο κεφάλαιο προκάλεσε την κατάρρευση του εθνικού νομίσματος κι απέσυρε πάνω από 7 δισ. δολάρια από τη χώρα μέσα σε ένα μεσημέρι, και συνεχίζεται έως και σήμερα. Οι αριθμοί «ευημερούν», με την κυβέρνηση Ετσεβίτ που διήρκεσε, με τα ψέματα, για τρία χρόνια, να ανακοινώνει τον Οκτώβριο ότι ο στόχος της για την ετήσια αύξηση του ΑΕΠ ανέβηκε στο 4-5%, μετά τη συρρίκνωσή του το 2001 κατά 9,4%. Αλλά η πραγματικότητα στις μεγαλουπόλεις και την τουρκική επαρχία είναι εφιαλτική. Εκατομμύρια εργαζομένων έχουν απολυθεί, οι δημόσιοι υπάλληλοι μένουν απλήρωτοι για μήνες, ο πληθωρισμός εξακολουθεί να τρέχει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, οι μισθοί μειώνονται, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις εξακολουθούν να κλείνουν. Τα δάνεια του ΔΝΤ, ύψους 16 δισ. δολαρίων, που παρεμπιπτόντως διακόπηκαν πριν από μερικές εβδομάδες, ούτε κατά διάνοια αποτελούν λύση στο πρόβλημα -- και οι πολίτες το γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα.

Πιθανό αποτέλεσμα και εικοτολογία

Οι δημοσκοπήσεις φέρουν δύο κόμματα να έχουν περίπου σίγουρη είσοδο στη Βουλή και δύο μικρότερα να έχουν αρκετές πιθανότητες να το πετύχουν. Το ένα είναι το διάδοχο σχήμα του κόμματος του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας, που πρόσφατα γιόρτασε τα 73χρονά της, του Μουσταφά Κεμάλ, του Ατατούρκ: Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό (CHP), που στις προηγούμενες εκλογές υπό την ηγεσία του Ντενίζ Μπαϊκάλ, ενός πολιτικού που πολλοί χαρακτηρίζουν «αρτηριοσκληρωτικό» στην Αγκυρα, είχε μείνει εκτός Βουλής. Η ένταξη στο κόμμα του ανθρώπου των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, του πρώην αντιπροέδρου της Παγκόσμιας Τράπεζας Κεμάλ Ντερβίς, αύξησε όμως κατακόρυφα τα πιθανολογούμενα ποσοστά του, που κυμαίνονται από 11,3% έως 18,3%. Αποτελεί κόμμα που εκφράζει με δογματισμό αρχές της παραδοσιακής τουρκικής «φιλελεύθερης» (όσο έχουν νόημα τέτοιοι σχηματικοί όροι στην Τουρκία, βέβαια) δεξιάς και διατηρεί άριστες σχέσεις, τόσο με τον πάντοτε πανίσχυρο τουρκικό στρατό και με την άρχουσα τάξη των βιομηχάνων και των εμπορικών ομίλων.

Το φαβορί για έναν «θρίαμβο» σ' αυτές τις εκλογές όμως δεν είναι παρά το κόμμα που αρχικά ισχυριζόταν ότι εκφράζει το «μοντέρνο Ισλάμ» και κατόπιν έκανε μια τεράστια προσπάθεια να πείσει ότι είναι κεντροδεξιό κι όχι θρησκευτικό: Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, του «χαρισματικού» λαϊκιστή πρώην δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, που, παρά το ότι του απαγορεύτηκε η προσωπική συμμετοχή στην εκλογική κούρσα, μοιάζει έτοιμος να καταγάγει μιαν ανεπανάληπτη νίκη. Ούτε την εποχή που ο Νετσμετίν Ερμπακάν γινόταν ο δράστης της μεγαλύτερης έκπληξης στην τουρκική πολιτική ιστορία ένα «ισλαμιστικό» κόμμα δεν είχε καταφέρει να συγκεντρώνει ποσοστό 22,4% έως 30%.

Η μεγάλη προσπάθεια του Ερντογάν να πείσει τους πάντες ότι είναι ένας «μετριοπαθής» πολιτικός και δεν προτίθεται να παραβεί τους κανόνες του πολιτικού παιγνιδιού μοιάζει να πείθει ως ένα βαθμό τους πολιτικούς σχολιαστές στην Τουρκία και στη Δύση. Ο Μεχμέτ Αλί Μπιράντ το είπε με μια φράση: «Αν παραμείνει μετριοπαθές και μετά τις εκλογές, το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης θα συσσωματωθεί χωρίς πρόβλημα» στο σκηνικό, έγραψε το περασμένο Σάββατο στην Turkish Daily News. Ο Τζάκσον Ντάιλ της Washington Post έσπευσε να καθησυχάσει και το ανήσυχο αμερικανικό ακροατήριο: «Αφήστε τους μουσουλμάνους να νικήσουν», έγραψε, σχολιάζοντας πως στόχος του Ερντογάν είναι να «αυξήσει τα δικαιώματα του κόσμου» στην Τουρκία κι αυτό «είναι ένα άλογο που η κυβέρνηση Μπους πρέπει να καβαλήσει» [sic]. Η κρατούσα άποψη στην Αγκυρα θέλει τον Ερντογάν και τους ανθρώπους του να συμμαχούν με το CHP των Μπαϊκάλ - Ντερβίς σε μιας μορφής «κυβέρνηση σωτηρίας», χωρίς επί της ουσίας να διαταράσσονται ούτε κατ' ελάχιστον οι ισορροπίες της τουρκικής πολιτικής ως προς τις στρατηγικές της υπακοής στις αμερικανικές επιταγές για τη Μέση Ανατολή, τον Καύκασο, το Ιράκ κλπ., ούτε η εξαρτησιακή σχέση της Τουρκίας με το ΔΝΤ -- παρά τη ρητορική του Ερντογάν. Είναι ένα σενάριο που μένει να αποδειχθεί αν και κατά πόσον θα πραγματωθεί και, ακόμη περισσότερο, αν μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη. Εξάλλου, δεν πρέπει να λησμονεί κανείς ότι την 12η Σεπτέμβρη συμπληρώθηκαν 22 χρόνια από το πραξικόπημα του Κενάν Εβρέν και των ομοϊδεατών του με την υποστήριξη των ΗΠΑ και υποτιθέμενο στόχο τη «σωτηρία» της Τουρκίας από τους ...πολιτικούς της.

Και στην αντιπολίτευση ποιος θα είναι; Κατά τις δημοσκοπήσεις, μάχη γι' αυτό αναμένεται να δώσουν, πέρα από τα σημερινά κοινοβουλευτικά κόμματα -- τουλάχιστον το ΑΝΑΡ --, το Νεαρό Κόμμα (GP) του επιχειρηματία που ξαφνικά εφέτος αποφάσισε να γίνει πολιτικός, Τζεμ Ουζάν, και με ανέξοδες κορόνες κατά του ΔΝΤ και της ΕΕ φαίνεται ικανό να συγκεντρώσει από 6,6% έως 13%, και, για να γίνουν ακόμα πιο περίπλοκα τα πράγματα, ο συνασπισμός των αριστερών κομμάτων της Εργασίας (EMEP), του Λεβέντ Τουζέλ, του ODP, του SHP του Μουράτ Καραγιαλτσίν και του DEHAP, του Μεχμέτ Αμπάσογλου. Ο συνασπισμός αυτός μοιάζει ικανός να συγκεντρώσει από 3,1% έως 6,4%, ωστόσο το περιοδικό Economist εκτιμούσε στο τελευταίο τεύχος του ότι το ποσοστό του είναι υψηλότερο, κάπου 8%, και δεν αποκλείεται ακόμη και να καταφέρει να μπει στη Βουλή. Αν αυτό συμβεί, θα πρόκειται για μια Βουλή που ο στρατός θα αντιμετωπίζει με τεράστια καχυποψία: Αφού σ' αυτήν θα βρίσκονται εκπρόσωποι των δύο κινημάτων που βασικά πολέμησε την τελευταία δεκαπενταετία τουλάχιστον, του κουρδικού και του ισλαμικού δηλαδή. Είναι ένα μεγάλο ερώτημα πώς θα αντιδρούσαν οι στρατηγοί και οι πάτρωνές τους, περισσότερο στην Ουάσιγκτον από όσο στην ΕΕ, της οποίας οι δυνατότητες παρέμβασης στα τουρκικά πράγματα μοιάζουν έως τώρα ισχνές.

Σε ό,τι αφορά στο ΚΚ Τουρκίας (ΤΚΡ), το οποίο κατεβαίνει αυτόνομο στις εκλογές, τα στελέχη του τόνιζαν ότι δεν αναμένουν, φυσικά, είσοδο στη Βουλή με δεδομένο το εκλογικό σύστημα, αλλά θα προσπαθήσουν για τη συσπείρωση των μελών και φίλων του κόμματος, εναντίον του οποίου εκκρεμεί η δικαστική προσπάθεια κλεισίματός του.

Αμερικανικές ανησυχίες

Πολλοί λένε ότι οι εκλογές αυτές ενδέχεται να μην αποτελέσουν παρά μια «ενδιάμεση» φάση της τουρκικής πολιτικής ζωής, σε μια πορεία προς την επαναδημιουργία ενός πολιτικού σκηνικού, το οποίο θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντα της εγχώριας αστικής τάξης, αλλά και τα ευρωπαϊκά και υπερατλαντικά. Μένει να αποδειχθεί αν θα δικαιωθούν, αν δηλαδή το πολιτικό παιγνίδι θα περιέλθει σε αδιέξοδο την επαύριο των σημερινών εκλογών. Το γεγονός είναι ότι απάντηση στο ερώτημα, ποιος θα κυβερνήσει από εδώ και πέρα την Τουρκία, δε θα υπάρξει πριν από τα τέλη αυτού του μήνα ή του Δεκεμβρίου, στην καλύτερη περίπτωση. Εως τότε, καθήκοντα θα συνεχίσει να ασκεί ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός ο Ετσεβίτ, με το διαλυμένο ήδη συνασπισμό του με τους Γιλμάζ και Μπαχτσελί. Αυτή η «ενδιάμεση περίοδος» έχει τη σημασία της.

Διότι, απλούστατα, τίθεται επί τάπητος και το ζήτημα του Ιράκ και της αμερικανικής πολιτικής γι' αυτό, το αν θα ξεκινήσει ή όχι έναν Πόλεμο του Κόλπου ΙΙ, ποιες ανακατατάξεις θα συνεπιφέρει κάτι τέτοιο, αν θα δοθεί κράτος στους Κούρδους και πώς θα γίνει αυτό χωρίς να ξεσπάσει ένας νέος πόλεμος, αυτή τη φορά για το διχασμό ή την επιβίωση της Τουρκίας ως έχει σήμερα.

Ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αγκυρα Μαρκ Πάρις έγραψε ένα αξιοπρόσεκτο άρθρο στην Washington Times την εβδομάδα που πέρασε, στο οποίο άφησε να διαφανούν οι ανησυχίες της αμερικανικής κυβερνώσας ελίτ. Επέστησε την προσοχή στην όλο και πιο «καυτή» ρητορική του Ετσεβίτ κατά του αμερικανικού πολέμου -- που πάντως μπορεί να αποδειχθεί απλώς αέρας αύριο --, στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στην Κοπεγχάγη, που θα κρίνει την πορεία για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας και το μελλοντικό Ευρωστρατό (ως προς το θέμα της ένταξης η μάχη μοιάζει ακόμη δίχως κατάληξη, σε ό,τι αφορά τον Ευρωστρατό όμως τα πράγματα μοιάζουν να κλίνουν προς τις απόψεις του τουρκικού επιτελείου), στο Κυπριακό (όπου τα πράγματα ολισθαίνουν προς την πιθανότητα δημιουργίας συνομοσπονδίας) και τη διαπραγμάτευση των δανείων με το ΔΝΤ.

Το σημαντικό, κατά τον Πάρις, είναι να δοθούν στον επόμενο Τούρκο πρωθυπουργό «σαφείς απαντήσεις» στο ερώτημα ποια είναι η αμερικανική στρατηγική για το Ιράκ. Μόνο που ένας πόλεμος κατά του Ιράκ μπορεί να δημιουργήσει μια «άλλη» Τουρκία: Μεγαλύτερη, αν οι διεκδικήσεις περί τουρκομανικής μειονότητας υιοθετηθούν από την Ουάσιγκτον και επιτραπεί στην Αγκυρα να καταλάβει ως και το Κιρκούκ και τη Μοσούλη, όπως ζητούν οι στρατηγοί. `Η μικρότερη, αν ευνοηθεί το σενάριο δημιουργίας κουρδικού κράτους στη θέση του προστατευόμενου από ΗΠΑ και Βρετανία μορφώματος στο σημερινό Βόρειο Ιράκ...


Μπ. Γ.