ΒΙΒΛΙΟ
Η Θεσσαλονίκη στη λογοτεχνία
Κυριακή 17 Νοέμβρη 2002

Τη λένε «νύμφη του βορρά», γιατί είναι πανέμορφη. Είναι και «νύμφη» της προσφυγιάς, της φτωχολογιάς, των πρωτοπόρων αγώνων της εργατιάς, της ματωμένης Πρωτομαγιάς του '36. Είναι «νύμφη» και μιας εξαιρετικού ήθους και ευαισθησίας, πολυφωνικής και πολύτροπης, εντόπιας λογοτεχνίας. Η παρουσία της Θεσσαλονίκης στη λογοτεχνία είναι το αντικείμενο του βιβλίου «Θεσσαλονίκη - Μια πόλη στη Λογοτεχνία» (εκδόσεις «Μεταίχμιο»). Βιβλίο γέννημα του «έρωτα» ενός Θεσσαλονικιού για την πόλη του, αλλά και τη λογοτεχνία. Αναφερόμαστε στον ποιητή, πεζογράφο, μεταφραστή Σάκη Σερέφα, ο οποίος υπογράφει την επιλογή, επιμέλεια και θεματική διάταξη, σε κεφάλαια, των λογοτεχνικών κειμένων. Πρόκειται για ελκυστικότατα κείμενα (ποιήματα, διηγήματα, αποσπάσματα μυθιστορημάτων), τα οποία άμεσα ή έμμεσα αναφέρονται στη Θεσσαλονίκη και γράφτηκαν από (54 συνολικά) παλιούς σπουδαίους, αλλά και αξιόλογους νεότερους Ελληνες - προπαντός Θεσσαλονικιούς - ποιητές, πεζογράφους και διανοούμενους, καθώς και από μερικούς σημαντικούς ξένους. Μεταξύ των ανθολογούμενων είναι ένας ανώνυμος Βυζαντινός, ο περίφημος Οθωμανός περιηγητής Εβλιά Τσελεμπί και ο Μπόρχες. Μεταξύ των ανθολογούμενων Ελλήνων είναι οι: Καραγάτσης, Ν. Τσιφόρος, Κ. Ταχτσής, Γ. Ιωάννου, Δ. Μαρωνίτης, Μ. Αναγνωστάκης, Στ. Τσίρκας, Ζ. Καρέλλη, Ν. Μπακόλας, Ν. Εγγονόπουλος, Ν. Γαβριήλ - Πεντζίκης, Γ. Χειμωνάς.

Ολα τα ανθολογούμενα κείμενα είναι μια «δωρεά» ψυχής στη Θεσσαλονίκη, ή όπως λέει ο προτασσόμενος - ως μότο του βιβλίου - στίχος του αλησμόνητου Νίκου Καρούζου «Χαρίζω στην πόλη το πολύτιμο βλέμμα μου». Καθώς είναι ακατόρθωτο να δώσουμε δείγμα ακόμα και ενός πεζογραφικού κειμένου, ή να συνοψίσουμε την ποικίλη θεματική τους, θα παραθέσουμε σπαράγματα στίχων του Ντίνου Χριστιανόπουλου και του Νίκου Καββαδία: «Φυλλορροούσε η ακακία κι ευώδιαζε το γιασεμί/ και μες στην Τάπια τα παιδιά παίζαν κρυφτούλι/ και τα κορίτσια γύρναγαν σκοινί-/παίζαν στην Τάπια και δεν ξέραν από θάνατο,/ παίζαν στην Τάπια και δεν ξέραν από τύψη,/ κι εγώ τους αγάπησα πολύ τους ανθρώπους εκείνο το απόγευμα,/ δεν ξέρω γιατί, πολύ τους αγάπησα, σαν ένας μελλοθάνατος» (Ντ. Χριστιανόπουλος). «Τράνταζε σαν από σεισμό συθέμελα ο Χορτιάτης/ κι ακόντιζε μηνύματα με κόκκινη βαφή./ Γραφή από τρεις και μούγινες μοτάρι και καρφί./ Μα έριχνε η Τούμπα, σε διπλό κρεβάτι, τα χαρτιά της./ Της Σαλονίκης μοναχά της πρέπει το καράβι./ Να μην τολμήσεις να τη δεις ποτέ απ' τη στεριά./ Κι αν κάποια στην Καλαμαριά πουκάμισο μου ράβει,/ μπορεί να 'ρθω απ' τα πέλαγα με τη φυρονεριά» (Ν. Καββαδίας).


Αρ. ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ