Το πραξικόπημα κατά του Μακάριου, που οργανώθηκε τον Ιούλη του 1974 από τη χούντα της Αθήνας με τις ευλογίες των ΗΠΑ, και, στη συνέχεια, η εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων συνιστούν μια κορυφαία τομή. Μια από τις συνέπειες εκείνων των δραματικών γεγονότων είναι και η διεθνοποίηση του κυπριακού προβλήματος. Η εισβολή μιας χώρας, της Τουρκίας, σε ένα άλλο ανεξάρτητο κράτος, την Κυπριακή Δημοκρατία, συνιστούσε παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και των αρχών του ΟΗΕ.
Από την πρώτη στιγμή, στις 20 Ιουλίου του 1974, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ προσδιορίζει με ψήφισμά του, τόσο το χαρακτήρα του προβλήματος, όσο και τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές της λύσης του. Στο ψήφισμα 353:
«1. Καλεί όλα τα κράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου.
2. Καλεί όλα τα μέρη στις παρούσες συγκρούσεις ως πρώτο βήμα να καταπαύσουν το πυρ και συνιστά σ' όλα τα κράτη να εξασκήσουν τη μέγιστη αυτοσυγκράτηση και να αποφύγουν κάθε ενέργεια, που θα μπορούσε να επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση.
3. Απαιτεί άμεσο τερματισμό της ξένης στρατιωτικής επέμβασης στην Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία είναι αντίθετη με την παράγραφο 1 (πιο πάνω).
5. Καλεί την Ελλάδα, την Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να προσέλθουν σε συνομιλίες χωρίς καθυστέρηση για την αποκατάσταση της ειρήνης στην περιοχή και τη συνταγματική διακυβέρνηση της Κύπρου και να τηρούν ενήμερο τον Γενικό Γραμματέα.
6. Καλεί όλα τα μέρη να συνεργαστούν πλήρως με την Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο για να καταστεί δυνατή η εκτέλεση της εντολής της.
7. Αποφασίζει να παρακολουθεί συνεχώς την κατάσταση και να ζητά από τον Γενικό Γραμματέα να το ενημερώνει όποτε χρειάζεται, με πρόθεση την υιοθέτηση περαιτέρω μέτρων για να διασφαλίσουν την αποκατάσταση ειρηνικών συνθηκών το συντομότερο δυνατό».
Ακολούθησε η ομόφωνη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το Νοέμβρη του 1974, στην οποία επικυρώνεται το πνεύμα και το γράμμα του παραπάνω ψηφίσματος.
Τα επόμενα δύο χρόνια δεν υπήρξε κάποια ουσιαστική εξέλιξη. Ωστόσο, στους κόλπους της κυπριακής ηγεσίας, ωρίμαζε μια συμβιβαστική πρόταση με σκοπό την αποτροπή της διχοτόμησης. Ετσι, στις αρχές του 1977, ο Μακάριος αποδέχεται κατά τη συνάντησή του με τον Ντενκτάς την αρχή της «διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας». Η αρχή αυτή επαναβεβαιώθηκε με τη συμφωνία του Ντενκτάς με τον Κυπριανού, ο οποίος διαδέχτηκε τον αποθανόντα Μακάριο, το Μάη του 1979. Εκτοτε, η πρόταση της «διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας» ενσωματώνεται ουσιαστικά στα ψηφίσματα και τις αποφάσεις του ΟΗΕ.
Στο μεταξύ, μετά το θάνατο του Μακάριου και υπό την πίεση του τριγώνου Ελλάδα - Βρετανία - ΗΠΑ, στη Λευκωσία, συντελούνται αλλαγές: Η Κύπρος εγκαταλείπει σταδιακά το χώρο των Αδεσμεύτων, ενισχύει τις σχέσεις με την ελληνική κυβέρνηση, αναθερμαίνει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, προσφέροντας στρατιωτικές διευκολύνσεις.
Ετσι, τον Αύγουστο του 1983, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Χαβιέ Πέρες ντε Κουέγιαρ υποβάλλει στις δύο πλευρές τους «Δείκτες» του, όπως έμειναν στην Ιστορία. Οι «Δείκτες Κουέγιαρ» δεν ήταν ένα σχέδιο λύσης, αλλά κάποιες ασαφείς προτάσεις σχετικά με κάποιες πτυχές του Κυπριακού και με τις οποίες εισαγόταν η έννοια της ομοσπονδίας με αρκετά χαλαρούς δεσμούς μεταξύ των δύο συστατικών μερών. Επιπλέον οι «Δείκτες» εισήγαγαν τη διαδικασία της λεγόμενης «κλιμακωτής» διαπραγμάτευσης, η οποία ενείχε τον κίνδυνο της παγίωσης των «κεκτημένων» από τις ενδιάμεσες συμφωνίες, έστω και αν δεν υπάρχει τελική κατάληξη.
Ομως, τόσο η Αγκυρα, όσο και ο Ντενκτάς έχουν άλλα στο μυαλό τους. Στις 15 Νοέμβρη του 1983 ανακηρύσσουν μονομερώς την «ανεξαρτησία» του ψευδοκράτους της «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου».
To 1988, με την εκλογή του Γ. Βασιλείου στη θέση του Προέδρου στην Κύπρο, σημειώνεται μια ακόμη σαφέστερη στροφή της Λευκωσίας προς τις ΗΠΑ. Ο Κύπριος Πρόεδρος αρχίζει έναν κύκλο απευθείας συναντήσεων με την πρωθυπουργό της Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ και τους Προέδρους των ΗΠΑ, Ρίγκαν και Μπους. Στις 28 Ιουλίου του 1988, ο Γ. Βασιλείου δηλώνει από την Ουάσιγκτον: «Στη σημερινή εποχή είναι εύκολο να βρεθεί λύση στο Κυπριακό, γιατί αυτό συμπίπτει με τα αμερικανικά σχέδια για ειρήνη στον κόσμο».
Η διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης και η ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη στερεί από την Κύπρο ένα μεγάλο και σταθερό σύμμαχο στον αγώνα για την αποκατάσταση της ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας, μακριά από τα σχέδια της διχοτόμησης και της ΝΑΤΟποίησης του νησιού.
Στις νέες συνθήκες, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπούτρος Γκάλι υποβάλλει στις 15 Ιουλίου του 1992 ένα νέο σχέδιο «λύσης» του Κυπριακού. Το σχέδιο αυτό έμεινε στην Ιστορία ως «Δέσμη Ιδεών Γκάλι». Η «Δέσμη» έχει πολλές ομοιότητες με το σημερινό «Σχέδιο Ανάν». Παραδείγματος χάριν, ανέφερε ότι «η ομοσπονδιακή δημοκρατία θα έχει μια εδαφική επικράτεια που θα αποτελείται από δύο πολιτικά ίσα ομόσπονδα κράτη», ενώ εξαιρετική ομοιότητα έχουν και οι ρυθμίσεις που προωθούσε για την Ανω και Κάτω Βουλή, όπου απαιτούνταν χωριστή πλειοψηφία Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων για να ψηφιστεί μια απόφαση. Η «Δέσμη Ιδεών Γκάλι» απορρίφθηκε από την Αγκυρα και τον Ντενκτάς με τον υπολογισμό ότι υπό την πίεση των περιστάσεων θα προέκυπτε τελικά ένα σχέδιο ακόμη καλύτερο για την τουρκοκυπριακή πλευρά. Οπως και έγινε με το «σχέδιο Ανάν».