Στο πλαίσιο αυτό, η «ανάπτυξη» εμφανίζεται από τα επιτελεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης σαν το φάρμακο «διά πάσα νόσο», για την οικονομική ευημερία ή την καταπολέμηση της ανεργίας. Για την επίτευξη της ανάπτυξης απαιτείται βελτίωση της «ανταγωνιστικότητας» των επιχειρήσεων. Για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας απαιτείται μείωση μισθών και συρρίκνωση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Αυτή η αλληλουχία της εκμετάλλευσης, ιεραρχεί και τις πολιτικές που σχεδιάζονται και εκτελούνται, αυστηρά για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Η έννοια της «ευελιξίας» συγκρούεται ανελέητα με την έννοια της πλήρους απασχόλησης, της σταθερής δουλιάς, του ικανοποιητικού μεροκάματου και μισθού, της ολόπλευρης ασφαλιστικής κάλυψης, της επιλογής ορισμένου επαγγέλματος ή ειδικότητας. Κάθε τι που ο μέσος εργαζόμενος θεωρεί θετικό για τη ζωή του και την ευημερία του, έρχεται σε αντίθεση με την «ευελιξία».
Στόχος του κεφαλαίου είναι η πλήρης «ελαστικότητα», στο χρόνο εργασίας, στους μισθούς, στα εργασιακά δικαιώματα και ασφαλιστικά δικαιώματα. Για την Κομισιόν και τα άλλα όργανα του κεφαλαίου η «ευελιξία» δεν κάνει διακρίσεις και δε γνωρίζει σύνορα. Οι πιέσεις αυξάνονται όλο και περισσότερο για τη διάδοσή της, με σύμμαχο τον κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό.
Σύντομα αναμένεται ακόμη μια νομοθετική παρέμβαση στην ίδια κατεύθυνση. Οι ταξικές δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα, μέσα από το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο προετοιμάζονται για μια ακόμη σύγκρουση. Μάλιστα, το δεδομένο της ελληνικής προεδρίας στην ΕΕ αποτελεί έναν πρόσθετο λόγο για την κυβέρνηση ώστε να προχωρήσει σε ένα νέο πλήγμα στις εργασιακές κατακτήσεις.