Πριν είναι πολύ αργά
Κυριακή 12 Μάρτη 2000

Πριν ανακοινώσω την απόφασή μου να στηρίξω το ΚΚΕ, το συζήτησα με τους πιο αγαπημένους φίλους μου, διανοούμενους όπως η αφεντιά μου. Οχι με πολλούς αλλά μ' εκείνους τους λιγοστούς, που δεν είχαν ενσωματωθεί και αγωνιούν για το μέλλον της Αριστεράς, του τόπου και της ανθρωπότητας, που δε θέλουν να αποδεχτούν ότι η σύγχρονη βαρβαρότητα αποτελεί την έσχατη προοπτική της.

Οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία καθενός. Τελικά όμως υπήρξαν τρεις κατηγορίες: Εκείνοι που ενθουσιάστηκαν, αυτοί που θεώρησαν την απόφασή μου ως το μη χείρον βέλτιστο και αυτοί που την κατέκριναν διότι θεωρούν ότι το ΚΚΕ δεν είναι δυνατό να μετεξελιχθεί στη δύναμη εκείνη, που θα συσπειρώσει και θα αξιοποιήσει δίχως δογματισμούς και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις τις πραγματικές αριστερές δυνάμεις της κοινωνίας μας, η δύναμη εκείνη που θα ανοίξει ένα πραγματικά δημοκρατικό διάλογο για το μέλλον της επαναστατικής Aριστεράς.

Με αυτούς τους τελευταίους θα ασχοληθώ σε τούτο το σημείωμα. Θα δεχτώ λοιπόν, ως υπόθεση εργασίας, την επιχειρηματολογία τους κι ακόμη παραπέρα θα δεχτώ ότι μια μορφή οργάνωσης τύπου ΚΚΕ, είναι νομοτελειακά καταδικασμένη να λειτουργεί ως αυτοσκοπός και όχι ως μέσο χειραφέτησης.

Τέλος, θα δεχτώ ότι το ΚΚΕ δέχτηκε να δημοσιοποιήσει το ίδιο και μάλιστα με τον πλέον επίσημο τρόπο και επανειλημμένα, δίχως να υπάρχει καμιά τέτοια μεταξύ μας συμφωνία, τις κριτικές θέσεις μου, όχι στα πλαίσια ενός ειλικρινούς ανοίγματος, αλλά μόνο και μόνο από προεκλογικό καιροσκοπισμό.

Δε θα τους προτρέψω να μου αντιπροτείνουν κάποια άλλη έστω μακροπρόθεσμη προοπτική, γιατί δεν είναι υποχρεωμένοι να την έχουν διαμορφώσει, έστω θεωρητικά και η αδυναμία τους αυτή, κάθε άλλο μπορεί να αποτελέσει επιχείρημα, που να ανατρέπει το σκεπτικό τους.

Τέλος, θα θεωρήσω ως δεδομένη την κοινή μας εκτίμηση, για το δεξιό χαρακτήρα του πασοκικού κατεστημένου και τη μη σαφή τοποθέτηση απέναντί του, καθώς και απέναντι στη νέα τάξη συνολικότερα, του ΔΗΚΚΙ και του Συνασπισμού, και τέλος την εκτίμηση για τις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ως μικρογραφίες, με τις ίδιες αδυναμίες, του ΚΚΕ.

Μ' αυτά λοιπόν τα εν μέρει υποθετικά για μένα, πραγματικά γι' αυτούς δεδομένα, τους θέτω ορισμένα ερωτήματα και τους καλώ όπως και όλους τους άλλους, που σκέφτονται το ίδιο, να απαντήσουν με το χέρι στην καρδιά.

Γιατί επιμένω να το επαναλαμβάνω, δεν πάει άλλο και αύριο ίσως να είναι πολύ αργά όχι μόνο για τα όνειρα τα μεγάλα αλλά για τα πιο απλά.

Είναι σαφές ότι σε άλλα επίπεδα και για ανώτερους οραματισμούς θα θέλατε και σεις κι εγώ να διαλογιζόμαστε. Σε άλλες πολιτείες να βρισκόμαστε και το χειρότερο είναι, πως τώρα πια υπάρχει η αντικειμενική δυνατότητα να τις ορθώσουμε. Να όμως, που και πάλι είμαστε υποχρεωμένοι με την πλάτη στον τοίχο ή μπρος από τον γκρεμό, να αντιστεκόμαστε για τα αυτονόητα, τα στοιχειώδη κι αν δεν το πράξουμε αυτό το ελάχιστο, πολύ φοβάμαι, πως κινδυνεύουμε ποτέ πια να μην υπάρξουν «οι προϋποθέσεις για μια καινούρια άνοιξη», ποτέ να μην μπορέσουμε να «σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο απέναντί τους», όταν μάλιστα και τούτο μην το υποβαθμίζετε, για άλλη μια φορά μέσα σε μια χρονιά, ο πόλεμος μάς χτυπά ξανά την πόρτα.

Συλλογιστείτε και πράξτε πριν να είναι πολύ αργά.

Με κάθε ειλικρίνεια και άλλη τόση αγωνία.


Του
Γιώργου ΡΟΥΣΗ