Πολύπλοκες ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις
Κυριακή 12 Μάρτη 2000

Associated Press

Απο την πρόσφατη διάσκεψη μελών του Ευρωπαικού Στρατιωτικού Σώματος
«Βέτο» πρόβαλε ο Κλίντον στην πρόταση της ΕΕ για την εκλογή του Γερμανού υφυπουργού Κοχ Βέζερ στο διευθυντικό πόστο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Το αμερικανικό επιχείρημα είναι ότι ο Γερμανός οικονομολόγος δε διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για απαίτηση της Ουάσιγκτον να τοποθετηθεί στη σημαντική αυτή θέση άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης των ΗΠΑ, «ειδικός», που δε θα πει ποτέ «όχι» στα κελεύσματά τους.

Η «Φραγκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ», η εκφραστικότερη εφημερίδα του μεγάλου γερμανικού κεφαλαίου, σε κύριο σχόλιό της - στις 4 Μάρτη - το διατυπώνει αυτό χωρίς περιστροφές: Πίσω από την άρνηση των ΗΠΑ, γράφει, «βρίσκεται η συντονισμένη δύναμη των αμερικανικών συμφερόντων. Μ' αυτό συμπορεύεται και η κατανομή της εξουσίας και της επιρροής στη διεθνή πολιτική».

Η αρνητική στάση του Λευκού Οίκου προκάλεσε, όπως αναμενόταν, πικρόχολα σχόλια στην επίσημη Γερμανία, που εκφράστηκαν και σε δηλώσεις σημαινόντων κυβερνητικών παραγόντων. Ο καγκελάριος Σρέντερ με μετριοπαθείς δηλώσεις προσπάθησε όμως να μειώσει την εντύπωση που δημιούργησαν όσα είπαν αρμόδιοι υπουργοί του για «διαφορά Αμερικής - Γερμανίας», υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για ελεύθερη έκφραση γνώμης και όχι για ουσιαστική διαφορά. Αυτό ωστόσο δεν μπορεί να συγκαλύψει το γεγονός ότι τόσο στην περίπτωση αυτή, όσο και σε άλλα ζητήματα εκδηλώνονται τελευταία διαφορετικές αντιλήψεις, που δε στερούνται σημασίας.

Associated Press

Ο Χορστ Κέλλερ ελπίζει σε καλλίτερη τύχη σαν υποψήφιος διευθυντής του ΔΝΤ αν προταθεί σαν υποψήφιος ολόκληρης της ΕΕ και όχι μόνο της Γερμανίας
Θα θυμάται ο αναγνώστης της εφημερίδας («Ρ», 8/2 με τον τίτλο οι ΗΠΑ «Υπαγορεύουν νέες απαιτήσεις») ότι στη 36η Διάσκεψη για την πολιτική της ασφάλειας στις 6/2 στο Μόναχο, ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Ουίλιαμ Κοέν, απαίτησε από τους Ευρωπαίους συνεταίρους να διαθέσουν τα απαραίτητα μέσα για τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών μηχανισμών τους, γιατί αλλιώς οι ΗΠΑ δε θα δεχτούν εφαρμογή «ανεξάρτητης Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας». Δεν κουράστηκε επίσης να τονίζει ότι η στρατηγική του «πολέμου των Αστρων» είναι ακίνδυνη και αποσκοπεί στην άμυνα εναντίον «αχρείων κρατών», όπως είναι το Ιράκ, η Κορεατική Λαϊκή Δημοκρατία και η Λιβύη, που υποθάλπουν...«τρομοκράτες».

Στις 22 Φλεβάρη οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης» αποκάλυπταν ότι οι ΗΠΑ ήδη τον προηγούμενο Σεπτέμβρη εγκαταστήσανε στη Νορβηγία σταθμό - ραντάρ, που δοκιμάστηκε στις ΗΠΑ με επιτυχία στα τεστ για τον «πόλεμο των άστρων». Μετά απ' αυτό ακούστηκαν στη Μόσχα, από τους υπευθύνους του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, δηλώσεις ότι οι ενέργειες αυτές αντιβαίνουν στη συμφωνία του 1972 για τον περιορισμό των συστημάτων πυρηνικής άμυνας (ΑΒΜ) και ότι « αν οι ΗΠΑ αθετήσουν τη συμφωνία ΑΒΜ, θα εγκαταλείψουμε εμείς τη συμφωνία START I και START II.» Η γνώμη των Ρώσων και Κινέζων ειδικών είναι ότι οι συνεχιζόμενες πυραυλικές προσπάθειες των ΗΠΑ έχουν ως στόχο όχι τα «αχρεία κράτη», αλλά τη Ρωσία και την Κίνα.

Τίθεται λοιπόν το ερώτημα, τι θα πράξουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μπροστά στα αμερικανικά αυτά σχέδια; θα πειθαρχήσουν τυφλά ή θα αντισταθούν; Φυσικά, με βεβαιότητα, δεν είναι δυνατό να γίνει πρόβλεψη, γιατί αρκετές φορές έχουν εκδηλωθεί αναμεταξύ τους διαφορές, αλλά τελικά οι «Ευρωπαίοι συνέταιροι» σκύβουν το κεφάλι μπροστά στο «μεγάλο αφεντικό».

Associated Press

O Κοχ Βέσσερ παραιτήθηκε απο υποψήφιος για την ηγεσία του ΔΝΤ λόγω και των αμερικάνικων πιέσεων
Ας δούμε ωστόσο πώς εμφανίζεται η κατάσταση αυτή τη στιγμή.

Ο διπλωματικός συνεργάτης της «Νόιες Ντόιτσλαντ» (1 Μάρτη), Ράινερ Ρουπ, γράφει σχετικά ότι «η Αγγλία και η Γαλλία, παρά το ότι ανήκουν στο ΝΑΤΟ δεν απέκρυψαν ποτέ πως αποκρούουν τα σχέδια των ΗΠΑ. Δύο Αμερικανοί ειδικοί περιέγραψαν πρόσφατα στην "International Herald Tribune" το ευρωπαϊκό δίλημμα έως εξής: "`Η αυτοί - Ευρωπαίοι - ακολουθούν μια διαφορετικά άλλη πολιτική ασφάλειας από τις ΗΠΑ, πράγμα που δημιουργεί φόβους απόσπασης από την Αμερική ή αναπτύσσουν για την προστασία τους ένα παρόμοιο καλό σύστημα άμυνας. Η Γαλλία και η Αγγλία φοβούνται ότι η ρωσική πλευρά διαθέτει ακόμη αρκετές εμπειρίες, ώστε να πάρει αποτελεσματικά αντίμετρα, που θα έκαναν άνευ σημασίας τα ευρωπαϊκά δυναμικά εκφοβισμού».

Τι θα συμβεί συνεπώς; Θα αρνηθούν οι Αγγλο-Γάλλοι να μετάσχουν σε μια πολυέξοδη πυραυλική κούρσα ή τελικά θα υποχωρήσουν και θα αγοράσουν «σύγχρονο εξοπλισμό από τις ΗΠΑ»;

Ο Σάρπινγκ στη Σίντρα

Ας δούμε τώρα τι έγινε στη Διάσκεψη των Υπουργών Εθνικής Αμυνας της ΕΕ στις 28 Φλεβάρη στην πορτογαλική Σίντρα. Πήραν την απόφαση μέσα στο τρέχον έτος η κάθε χώρα να δηλώσει με πόσες και ποιες μονάδες θα μετάσχουν στις λεγόμενες μονάδες αντίδρασης στην κρίση. Οπως είναι γνωστό, στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, από το περασμένο φθινόπωρο, στο Ελσίνκι αποφασίστηκε η συγκρότηση αυτού του κοινού ευρωπαϊκού στρατού, δύναμης 60.000 ανδρών.

Ολα ωραία και αρμονικά; Ομως στη Σίντρα ακούστηκαν από το Γερμανό υπουργό Εθνικής Αμυνας, Ρούντολφ Σάρπινγκ, τον «ως τα μπούνια» ΝΑΤΟικό πολιτικό, κάποιες παραφωνίες που μπορεί να μην άρεσαν σε άλλους. Είπε π.χ. ότι ευρωπαϊκές αποστολές στρατιωτικών δυνάμεων, «χωρίς βοήθεια του ΝΑΤΟ θα κόστιζαν πολύ και πολιτικά δεν είναι επιθυμητές». Το ΝΑΤΟ, πρόσθεσε, παραμένει η «σπονδυλική στήλη», από την οποία η Ευρώπη δεν μπορεί να παραιτηθεί.

Στις 29 Φλεβάρη η «Μπερλίνερ Τσάιτουνγκ» σχολίαζε σχετικά: Στη Σίντρα οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύονται με τρεις «διπλωματικούς παρατηρητές». Σ' αυτούς η δήλωση του Σάρπινγκ θα ήταν αναμφίβολα ευπρόσδεκτη. Αντίθετα η Γαλλία θα αισθάνθηκε την πίστη του Σάρπινγκ στο ΝΑΤΟ σαν κήρυξη μάχης. Το Παρίσι ελπίζει ότι η νέα πολιτική ασφάλειας της ΕΕ θα επιτρέψει στους Ευρωπαίους περισσότερη ανεξαρτησία απέναντι στις ΗΠΑ. Οι δηλώσεις του Σάρπινγκ έρχονται επιπλέον σε αντίφαση προς τις αποφάσεις κορυφής του Ελσίνκι...

Σημαντικές διαφορές μεταξύ της πορτογαλικής προεδρίας της ΕΕ και του Σάρπινγκ εκδηλώθηκαν και σε ένα δεύτερο σημείο. Ο Γερμανός επέμεινε ότι οι αποστολές της ΕΕ σε κρίσιμες περιοχές δεν πρέπει να γίνονται σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά ότι θα πρέπει να περιορίζονται στον «ευρω-ατλαντικό» χώρο ασφάλειας. Αν, πρόσθεσε, η Γαλλία και η Αγγλία θέλουν να δράσουν και πιο πέρα, αυτό μπορεί να γίνει μόνο εθνικά, δηλαδή από τις χώρες αυτές χωριστά, όχι όμως στα πλαίσια της ΕΕ.

Ο Πορτογάλος υπουργός Κάστρο Κάλντες προχώρησε περισσότερο: «Για τις αποστολές της ΕΕ δεν υπάρχουν γεωγραφικά όρια», είπε. «Οι δυνάμεις κρίσεων θα μπορούν να δρουν παντού, όπου το απαιτούν τα ευρωπαϊκά συμφέροντα». Με ποια πλευρά είναι όλες οι χώρες της ΕΕ δεν ήταν σαφές. «Μόνο η αγγλική κυβέρνηση σε σχετικό ντοκουμέντο αναφέρει ότι μεγάλες ευρωπαϊκές στρατιωτικές επιχειρήσεις θα έπρεπε να γίνονται μέσα ή γύρω από την Ευρώπη. Οταν όμως πρόκειται για μικρές αποστολές στρατού, τότε οι δυνάμεις αυτές θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες για να αντιδράσουν σε κρίσεις και στον υπόλοιπο κόσμο».

Ο Γάλλος υπουργός Αλέν Ρισάρ απαίτησε από τις κυβερνήσεις των κρατών - μελών της ΕΕ αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών, ώστε σε κεντρικούς τεχνολογικούς τομείς να καλυφθεί η απόσταση από τις ΗΠΑ.

Παράπονα για τον Φίσερ

Το αμερικανικό περισκόπιο δεν αφήνει χωρίς εντατική παρακολούθηση τις δηλώσεις και ενέργειες των Ευρωπαίων συνεταίρων. Αυτή τη φορά μπήκε στο στόχαστρο και ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γιόσκα Φίσερ, παρά το γεγονός ότι δεν μπορεί να του αμφισβητηθεί η πίστη στη ΝΑΤΟική συμμαχία.

Παρ' όλα αυτά σύμβουλοι της αμερικανικής κυβέρνησης τον επικρίνουν ότι προσπαθεί να αποκλίνει από τη γερμανική παραδοσιακή γραμμή της τυφλής υποταγής στην πολιτική που χαράσσουν οι ΗΠΑ. Πιστεύουν ότι εγκατέλειψε τη ρότα των προηγούμενων ΥΠΕΞ Γκένσερ και Κίνκελ της κυβέρνησης Κολ και φοβούνται ότι έτσι μπορεί τάχα να μπει σε «ξένα» λιμάνια. Στην πραγματικότητα και ο Φίσερ είναι μέσα στο γενικό ΝΑΤΟικό παιχνίδι, αλλά κοιτάζει μήπως με κάποιες άλλες μεθόδους μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα τα γερμανικά συμφέροντα.

Η επικρίτρια του Φίσερ αυτή τη φορά είναι η Αμερικανίδα πολιτειολόγος, Ιουλιάνα Σμιθ, του Βρετανο-Αμερικανικού Συμβουλίου Ασφαλείας, που συμβουλεύει την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Μαζί με τον Πολ Χόκνος, η κυρία Σμιθ, που προσφέρει τις υπηρεσίες της στην Αμερικανική Ακαδημία του Βερολίνου, υποστηρίζει ότι οι θέσεις του Φίσερ έχουν εγκαταλείψει τον πραγματικό αυτοπεριορισμό της εποχής Κολ - Γκένσερ - Κίνκελ και σε πολλά σημεία βρίσκεται σε σύγκρουση προς την αμερικανική στάση.

Κατά τη γνώμη της Σμιθ, ο Κλίντον και η Ολμπράιτ θεωρούν σαν τις «μεγαλύτερες απειλές για την εθνική ασφάλεια τα όπλα μαζικής καταστροφής, τα χημικά και βιολογικά όπλα και την τρομοκρατία. Σαν αμυντική στρατηγική προτιμούν τα στρατιωτικά μέσα, συμπεριλαμβανόμενης (εν μέρει) και μιας νέας εκδοχής του διαστημικού πυραυλικού αμυντικού συστήματος του Ρήγκαν. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ συνηγορεί επιπλέον υπέρ μιας ετοιμοπόλεμης ευρωπαϊκής ασφάλειας υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ».

Υπάρχουν αρκετά άλλα σημεία «διαφορών» με τον Φίσερ κατά την Αμερικανίδα ειδικό, παρά το γεγονός ότι κατ' αρχήν σε αποφασιστικά σημεία υπάρχει ομοφωνία , όπως π.χ «στο ζήτημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, της εξασφάλισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της εγγύησης των διατλαντικών σχέσεων». Ομως οι «Κοκκινοπράσινοι» από τον ΥΠΕΞ Φίσερ ποντάρουν ουσιαστικά περισσότερο στην αποφυγή της σύγκρουσης, με χρήση πολιτικών μέσων... Η στρατηγική της ήρεμης διπλωματίας του Φίσερ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την τακτική του «ροπάλου» των ΗΠΑ (εφημερίδα «Ντερ Ταγκεσπίγκελ»).

Υπάρχουν, λοιπόν, οι αντιθέσεις που τότε αυξάνονται και πότε μειώνονται ή καλύπτονται κάτω από ένα παχύ στρώμα σιωπής και από παντού διαπιστώνεται ότι η κύρια ιμπεριαλιστική δύναμη που χρησιμοποιεί την τακτική «του ροπάλου» είναι οι ΗΠΑ. Το ζήτημα είναι αν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να παίζουν το ρόλο του κομπάρσου ή κάτω από τη λαϊκή πίεση θα αντιτάξουν ένα ΟΧΙ στις αμερικανικές επιδιώξεις τυφλής πειθαρχίας των συνεταίρων τους στην Ευρώπη.


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ