ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΟΡΥΦΗΣ
Ολοταχώς για την εφαρμογή ακόμη πιο αντεργατικών πολιτικών
Σάββατο 22 Μάρτη 2003

Eurokinissi

Η καθιερωμένη οικογενειακή φωτογραφία
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ).--

Η δεύτερη και τελευταία μέρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών χαρακτηρίστηκε από την αγωνιώδη προσπάθεια των 15 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, να αποφευχθεί οποιαδήποτε αναφορά στον πόλεμο του Ιράκ, να υλοποιηθεί η προχτεσινή ομόφωνη απόφαση ότι «η αποκατάσταση της ενότητας της διεθνούς κοινότητας συνιστά απόλυτη επιταγή», με την απόλυτη σύμπλευση ΕΕ και ΗΠΑ σε όλες τις «περιφερειακές κρίσεις» (Ισραήλ, Σερβία, Κυπριακό, Β. Κορέα), και να στρατιωτικοποιηθεί η ευρωπαϊκή πολιτική οικονομία, αφού οι λεγόμενοι «στόχοι της Λισαβόνας», δηλαδή η «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου και η εκμετάλλευση της «απασχόλησης» κινούνται, πλέον, παράλληλα με τους στόχους του πολέμου.

Απ' αυτή την οπτική η «προσπάθεια» της Ελληνικής Προεδρίας της ΕΕ, υπό γαλλο-γερμανική καθοδήγηση, να πραγματοποιηθεί η προγραμματισμένη Σύνοδος Κορυφής για την «ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση», πέτυχε και τους δύο στόχους της. Από τη μια δόθηκε η ευκαιρία στην κατακερματισμένη Ευρώπη να παρουσιαστεί «ενωμένη», πίσω από την ομόφωνη απόφαση ότι «με την έναρξη της στρατιωτικής σύγκρουσης ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα κατάσταση», ότι η ΕΕ επιβεβαιώνει τη «θεμελιώδη στρατηγική προτεραιότητα της διατλαντικής σχέσης» με τις ΗΠΑ και «την περαιτέρω ενίσχυση της διεθνούς συμμαχίας κατά της τρομοκρατίας», και ότι η ΕΕ αρκείται στην κερδοσκοπική σκύλευση επί των καταστροφών, που θα αφήνει πίσω της η αμερικανική αυτοκρατορική επέλαση σ' ολόκληρη τον πλανήτη, ως «ανθρωπιστική ανασυγκρότηση». Από την άλλη, η καθιερωμένη, εδώ και τρία χρόνια, ετήσια Σύνοδος Κορυφής, κάθε Μάρτη, για την «ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση» επιβαρύνθηκε, με αφορμή τη συγκυρία, με τη στρατιωτικοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και την προσπάθεια πειθάρχησης των εργαζομένων στη φάμπρικα του πολέμου.

Οι ευρωπαϊκές «μεγάλες δυνάμεις» έχουν το δικαίωμα να διαφωνούν για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων τους, αλλά οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι υποχρεούνται σε στράτευση στη «λογική του πολέμου».

Οι «στόχοι της Λισαβόνας»

Υπό τον τίτλο «προσπορισμός πλήρους οφέλους από τη διευρυμένη ΕΕ μέσω της υλοποίησης των στόχων της Λισαβόνας», ολόκληρη η παράγραφος 61 των αποφάσεων των Βρυξελλών έχει ως εξής: «Η διεύρυνση αυξάνει τις δυνατότητες οικονομικής μεγέθυνσης. Ενώ θα αποκομίζουμε τα οφέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης των 25, θα πρέπει να στηριχτούμε στις αξίες που συνιστούν το υπόβαθρο της διαδικασίας της Λισαβόνας: επιχειρηματικότητα, χρηστή και διαφανής δημόσια διαχείριση και ανάπτυξη και οικονομικές πολιτικές προσανατολισμένες στη σταθερότητα (σημ. «τιμών και μισθών»). Δείχνοντας πολιτική βούληση για επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας, βελτιώνουμε τις γενικές συνθήκες, ώστε ο ιδιωτικός τομέας να αναπτυχθεί και να ωφεληθεί από τη διευρυμένη ενιαία αγορά, πράγμα που είναι επίσης απαραίτητο, προκειμένου να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη προς τον ιδιωτικό τομέα».

Πρόκειται για ξεκάθαρη περιγραφή της περιβόητης «Ατζέντας της Λισαβόνας» που εδώ και τρία χρόνια προωθεί, αυτό που στις αποφάσεις των Βρυξελλών αυτοχαρακτηρίζεται «δέσμευση για ένα φιλόδοξο και σφαιρικό δεκαετές πρόγραμμα αμοιβαία ενισχυόμενων μεταρρυθμίσεων στις αγορές εργασίας, κεφαλαίων και προϊόντων». Στην πραγματικότητα αφορά σ' ένα πράγματι «φιλόδοξο» σχέδιο υλοποίησης των αντεργατικών μακροπρόθεσμων επιταγών της ΟΝΕ του Μάαστριχτ, στα πλαίσια της πολυετούς «αναδιάρθρωσης» του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Η ΟΝΕ του Μάαστριχτ επέβαλε σταδιακά την περίοδο 1992-1999 την πανευρωπαϊκή «θεσμοποίηση» σε επίπεδο κεφαλαίου («εθνικό» και υπερ-«εθνικό»), και από το 2000, με την «πολιτική της Λισαβόνας», προωθεί την «προσαρμογή» των εργαζομένων στις «ευέλικτες» νέες σχέσεις κεφαλαίου / μισθωτής εργασίας. Στο διάστημα αυτό η αποτυχία της «νέας οικονομίας», η κατάρρευση των χρηματιστηρίων και ο μιλιταρισμός της «παγκοσμιοποίησης», άλλαξαν σημαντικά τον παγκόσμιο ταξικό ανταγωνισμό, με ανάδειξη νέων εκτατικών και εντατικών μορφών πάλης των εργαζομένων και πυροδότηση γενικευμένης λαϊκής αντίδρασης. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών, η τρίτη από τις ετήσιες Συνόδους Κορυφής της ΕΕ, που συνέρχεται με θέμα την «ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση» έκανε μια αποτίμηση της κατάστασης και προδιέγραψε «κατευθύνσεις».

Σύμφωνα με τους 15 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων «η ΕΕ αντιμετωπίζει σήμερα, όπως και άλλα μέρη του κόσμου, επιβράδυνση οικονομικής μεγέθυνσης και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Οι οικονομικές αβεβαιότητες και οι παγκόσμιοι πολιτικοί κίνδυνοι βαρύνουν εξαιρετικά τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές και έχουν καθυστερήσει την ανάκαμψη (...) Η επιβράδυνση της οικονομίας έχει διαρκέσει περισσότερο από το αναμενόμενο, οι δε προοπτικές σκιάζονται από οικονομικές αβεβαιότητες και παγκόσμιους πολιτικούς κινδύνους». Οι αποφάσεις των Βρυξελλών «επισημαίνουν τις προτεραιότητες» εντός των δύο ταξικών πλαισίων, αφενός των «οικονομικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση των δυνατοτήτων οικονομικής μεγέθυνσης της Ευρώπης», δηλαδή την εκτατική και εντατική «μεγέθυνση» του κεφαλαίου και, αφετέρου, του «εκσυγχρονισμού του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου», δηλαδή της στρατηγικής ριζικής ανατροπής των ευρωπαϊκών «εθνικών» συνταξιοδοτικών και ασφαλιστικών συστημάτων.

Σύμφωνα με τις αποφάσεις των Βρυξελλών, «χρειάζονται» προσπάθειες για τη βελτίωση του γενικού επιχειρηματικού κλίματος (...) Προέχει επίσης να προωθηθεί η επιχειρηματική νοοτροπία παρέχοντας κίνητρα στα μεμονωμένα άτομα και προτρέποντας το κοινωνικό σύνολο να εκτιμά την επιχειρηματική επιτυχία» (!!!) Προτείνεται «θεσμοθέτηση βραβείων επιχειρηματικότητας σε επίπεδο Ενωσης, σε συνεργασία με οργανώσεις των εργοδοτών». Ζητείται «μεγαλύτερη μείωση των κρατικών ενισχύσεων» και «καλούνται τα κράτη - μέλη να καθορίσουν τις προσήκουσες γενικές προϋποθέσεις για να παρακινηθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές».

Η Σύνοδος Κορυφής δίνει εντολή στο Συμβούλιο και την Κομισιόν «να επιδιώξουν τον περιορισμό των εμποδίων στις επενδύσεις θεσμικών επενδυτών (συνταξιοδοτικά Ταμεία) στις αγορές επιχειρηματικών κεφαλαίων». Προτείνεται να δημιουργηθούν «ευρωπαϊκές τεχνολογικές πλατφόρμες για προηγμένες τεχνολογίες, σε τομείς όπως η γονιδιωματική των φυτών ή η μετάβαση στο υδρογόνο ως καύσιμου», δηλαδή για τη διατροφή με μεταλλαγμένα και σταδιακή αντικατάσταση των ενεργειακών πηγών.

Οσον αφορά στον «εκσυγχρονισμό του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου απαιτείται «οι αγορές εργασίας της ΕΕ να ανοίξουν περισσότερο, και να είναι συνάμα πιο ευπροσάρμοστες στις οικονομικές συνθήκες», ώστε με «νέα τριετή προοπτική» να καταστεί «συμφέρουσα η εργασία». Απαιτείται «βελτίωση των συστημάτων διαμόρφωσης μισθών και ημερομισθίων, ούτως ώστε να λαμβάνουν υπόψη τη σχέση μεταξύ μισθών, σταθερότητας τιμών, παραγωγικότητας, επιπέδων κατάρτισης και συνθηκών της αγοράς εργασίας και εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για ευελιξία αλλά και ασφάλεια». Διατάσσεται «βελτίωση της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού». Και επιβάλλεται εργασία διά βίου χωρίς σύνταξη, αφού «παρακινούνται τα κράτη - μέλη να διατηρήσουν το ρυθμό πορείας της μεταρρύθμισης των εθνικών αγορών εργασίας με εστίαση στην «αύξηση της προσφοράς εργατικού δυναμικού, ιδίως μεταξύ ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας, γυναικών, μεταναστών και νέων. Ενθάρρυνση της παραμονής στον ενεργό πληθυσμό, με αποτρεπτικά μέτρα κατά της παροχής κινήτρων πρόωρης αποχώρησης». Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Κομισιόν να συγκροτήσει μια «Ευρωπαϊκή Ειδική Ομάδα για την Απασχόληση» που θα «συντονίζει» τα «κράτη - μέλη να υλοποιήσουν την αναθεωρημένη Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Απασχόληση», αφού η ταξική πολιτική εκμετάλλευσης των εργαζομένων είναι «αρμοδιότητα» των «εθνικών» κρατών. Προς το σκοπό αυτό καλείται το Συμβούλιο και η Κομισιόν «να διατηρήσουν το ρυθμό της συνεργασίας με την κατάρτιση ειδικών μελετών που θα επικεντρώνονται στις κοινές προκλήσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων».

Κ. Σημίτης: Πρώτα η Ελλάδα...

Με μια δήλωση υποκρισίας ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, χτες βράδυ, αμέσως μετά την προσγείωσή του στην Ελλάδα, αφού ισχυρίστηκε ότι η κυβέρνησή του είναι κατά του πολέμου, επιχείρησε να δικαιολογήσει την ελληνική εμπολοκή σε αυτόν, προτάσσοντας το ανιστόρητο και ανήθικο σλόγκαν «πρώτα η Ελλάδα». Να υπενθυμίσουμε ότι το σύνθημα αυτό αποτέλεσε το κεντρικό προεκλογικό σλόγκαν του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 1999, όταν και πάλι τότε η κυβέρνηση Σημίτη επιχείρησε να δικαιολογήσει την ελληνική εμπλοκή στο αμερικανοΝΑΤΟικό έγκλημα κατά του γιουγκοσλαβικού λαού, στο όνομα της υπεράσπισης των εθνικών συμφερόντων.