Ως τον Πλούτωνα και πέρα απ' αυτόν
Κυριακή 11 Μάη 2003

Σε πρώτο πλάνο στην εικόνα το διαστημόπλοιο «Νέοι Ορίζοντες», όπως θα φαίνεται όταν περάσει πάνω από τον Πλούτωνα. Στο βάθος διακρίνονται ο Χάροντας και ο Ηλιος
Μετά από μια δεκαετία ταλαιπωρίας από την αμερικανική διαστημική υπηρεσία (NASA), το Κογκρέσο των ΗΠΑ και το Λευκό Οίκο, το πρόγραμμα «Νέοι Ορίζοντες» για την αποστολή εξερευνητικού διαστημοπλοίου στον πλανήτη Πλούτωνα αποφασίστηκε τελικά πριν από μερικές βδομάδες ότι θα πραγματοποιηθεί. Στο διάστημα αυτό το πρόγραμμα κινδύνεψε πολλές φορές να ματαιωθεί, άλλοτε σαν μικρής επιστημονικής αξίας και άλλοτε στο πλαίσιο των περικοπών του προϋπολογισμού της NASA.

Το διαστημόπλοιο αναμένεται να εκτοξευτεί το Γενάρη του 2006, αλλά θα χρειαστεί πάνω από 9 χρόνια, για να φτάσει τελικά το καλοκαίρι του 2015 στον Πλούτωνα και τον Χάροντα. Ο Πλούτωνας είναι ο μόνος πλανήτης που δεν έχει εξερευνηθεί από διαστημόπλοιο και λόγω της μεγάλης απόστασής του από τη Γη ελάχιστα είναι γνωστά για τη γεωμορφολογία, τη σύσταση της επιφάνειας, τη θερμοκρασία, την ατμόσφαιρα και τα φαινόμενα που συμβαίνουν σ' αυτόν.

Ο Χάρων είναι δορυφόρος του Πλούτωνα, αλλά λόγω του ότι έχει αρκετά μεγάλο μέγεθος σε σχέση με τον Πλούτωνα, πολλοί επιστήμονες αναφέρονται σ' αυτά τα δύο ουράνια σώματα σαν ένα δυαδικό σύστημα πλανητών. Μετά από ένα εξάμηνο μελέτης του δυαδικού συστήματος Πλούτωνα - Χάροντα, το «Νέοι Ορίζοντες» θα ταξιδέψει σε μια εξίσου ανεξερεύνητη περιοχή του ηλιακού μας συστήματος, τη ζώνη Κούιπερ, όπου θα μελετήσει έναν από τους πολλούς μικροσκοπικούς παγωμένους κόσμους που βρίσκονται εκεί. Η ζώνη Κούιπερ βρίσκεται περίπου 1,5 δισεκατομμύριο χιλιόμετρα πιο μακριά από την τροχιά του Ποσειδώνα. Για πολλούς αστρονόμους, ο Πλούτωνας και ο Χάροντας δεν είναι παρά τα δύο μεγαλύτερα από τα ουράνια σώματα της ζώνης αυτής. Είναι ενδεχόμενο ο Πλούτωνας να έχει και άλλα μικρότερα φεγγάρια, πέρα από τον Χάροντα, ίσως ακόμα και δαχτυλίδια σαν τον Κρόνο και άλλους πλανήτες.

Ο ήλιος φαντάζει απλώς σαν ένα φωτεινό αστέρι σ' αυτή την απεικόνιση των «Νέων Οριζόντων» μέσα στη ζώνη Κούιπερ, 6,7 δισ. χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο του ηλιακού μας συστήματος. Μέσα στο δίσκο της σκόνης του επιπέδου της εκλειπτικής φαίνονται σαν πορτοκαλί και γαλάζια άστρα στα δεξιά του Ηλιου ο Δίας και ο Ποσειδώνας. Τα χιλιάδες αντικείμενα της ζώνης Κούιπερ, αν και δε θα φαίνονταν κανονικά, εμφανίζονται στην εικόνα για να τονιστεί η πληθώρα τους
Ο Πλούτωνας έχει διάμετρο μόλις τα δύο τρίτα της Σελήνης και περιστρέφεται γύρω από τον Ηλιο σε απόσταση 40 φορές μεγαλύτερη από εκείνη της Γης. Είναι φυσικό ακόμα και με τα μεγαλύτερα επίγεια ή διαστημικά τηλεσκόπια (Χαμπλ) να φαίνεται σαν ένας μικρός θολός δίσκος. Στο δρόμο για τον Πλούτωνα, το «Νέοι Ορίζοντες» θα περάσει από τον Δία, όπου θα κάνει πρόσθετες παρατηρήσεις, ενώ κατά μήκος όλης της διαδρομής θα καταγράφει την κατανομή της διαπλανητικής σκόνης.

Μετά από 12 χρόνια σχεδίων επί σχεδίων, οι επιστήμονες που απαρτίζουν την ερευνητική ομάδα του προγράμματος «Νέοι Ορίζοντες» είναι καθ' όλα έτοιμοι για την κατασκευή του διαστημοπλοίου. Χάρη στην εξέλιξη της τεχνολογίας στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την αποστολή του παραπλήσιας λειτουργικότητας διαστημοπλοίου «Κασσίνι» στον Κρόνο πριν από 5 χρόνια, το βάρος των συσκευών του νέου διαστημοπλοίου θα είναι μόλις το ένα δέκατο εκείνων του «Κασσίνι». Επειδή το «Νέοι Ορίζοντες» θα είναι πιο ελαφρύ, θα χρειάζεται και λιγότερα καύσιμα για διορθώσεις πορείας, άρα θα είναι ακόμα πιο ελαφρύ συνολικά, ενώ το κόστος της αποστολής θα είναι μόλις το ένα τρίτο.



Ακόμα και τα ισχυρότερα τηλεσκόπια δεν μπορούν να μας δώσουν μια σαφή εικόνα για την επιφάνεια του Πλούτωνα. Αυτή η καλλιτεχνική απεικόνιση συνθέτει ό,τι ξέρουμε γι' αυτόν τον μακρινό κόσμο. Η επιφάνειά του αποτελείται κυρίως από άζωτο, μονοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο και νερό σε μορφή πάγου. Ενα μέρος των πάγων εξατμίζεται σχηματίζοντας μια αραιή ατμόσφαιρα, όταν ο πλανήτης βρίσκεται στο περιήλιο. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί η εξάτμιση να γίνεται με τη μορφή πίδακα ύψους πολλών χιλιομέτρων

Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγές: «Scientific American», JHU Applied Physics Laboratory