ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Στο «έλεος» των «συλλεκτών»

Κράτος και κεφάλαιο στην καπιταλιστική Ουκρανία «συναγωνίζονται» στην απαξίωση και καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. Στόχος: το κέρδος

Κυριακή 20 Ιούλη 2003

Η αρχαία Ολβια
Από το μύθο μέχρι τις σύγχρονες αρχαιολογικές ανασκαφές, η Ουκρανία έχει καταχωρηθεί στην παγκόσμια αρχαιολογική «συνείδηση» ως χώρος έντονου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Οι ακτές της στη Μαύρη Θάλασσα, αλλά και η ενδοχώρα, αναδεικνύουν - μέσα από τα σπαράγματα των πολιτισμών που αναπτύχθηκαν - την ιστορική πορεία της χώρας. Μια πορεία που έχει και έντονο ελληνικό ενδιαφέρον, αφού, ως γνωστόν, εκεί αναπτύχθηκαν αρχαίες ελληνικές αποικίες, με το ελληνικό στοιχείο να κατέχει μια μόνιμη παρουσία - με διάφορες αιτίες - μέχρι τις μέρες μας.

Ηταν φυσικό, λοιπόν, να αναπτυχθεί η αρχαιολογία της Ουκρανίας, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της Σοβιετικής Ενωσης. Οι αρχαιολογικές αποστολές, ιδίως τις δεκαετίες '60 - '80, κυριολεκτικά «όργωσαν» την ουκρανική γη, αναδεικνύοντας τον αρχαίο πολιτισμό πόλεων όπως η Ολβια, η Νικόπολη, η Τρίπολη κ.ά. Ο ενθουσιασμός των αρχαιολόγων και των σχετικών επιστημόνων που πληρώνονταν με το συνηθισμένο ακαδημαϊκό μισθό, προέκυπτε από το γεγονός ότι η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας ήταν κτήμα του λαού της. Η μεγαλύτερη «πληρωμή» για έναν αρχαιολόγο, είναι η διάσωση και ανάδειξη αυτής της κληρονομιάς, για να είναι προσβάσιμη στις σύγχρονες και επόμενες γενιές. Αυτό δε γινόταν μόνο μέσω της οργάνωσης των ανοιχτών αρχαιολογικών χώρων, αλλά και μέσω της «τροφοδοσίας» των μουσείων με κινητά ευρήματα, υποστηρίζοντας έτσι και το ρόλο των μουσείων ως κέντρων εκπαίδευσης και γνωριμίας με τον αρχαίο πολιτισμό. Ηταν η εποχή που οι Ουκρανοί είχαν χρόνο και όρεξη για μουσεία...

Η εποχή ...των «συλλεκτών»

Αγαλμα του Απόλλωνα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Κιέβου
Σήμερα, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Η εικόνα της ουκρανικής αρχαιολογίας έτσι όπως μεταφέρεται σε πρόσφατο δημοσίευμα της ουκρανικής εφημερίδας «Εργατική Τάξη» έχει αντιστραφεί εντελώς, σε σχέση με το παρελθόν. Είναι χαρακτηριστικό πως ο σχετικός τίτλος της εφημερίδας είναι «Η κλοπή της ιστορίας», με πλάγιο τίτλο «Αρχαιολογικές μπίζνες στην Ουκρανία». Η αποδιάρθρωση της οικονομικής βάσης του κράτους είχε ως αποτέλεσμα και την απώλεια του ενδιαφέροντος του κόσμου για τα μουσεία, αφού πρωτεύει η επιβίωση. Ως αποτέλεσμα αυτού, στον αγώνα για επιβίωση, ρίχτηκαν και τα ίδια τα μουσεία. Η πορεία ήταν πλέον προδιαγεγραμμένη. «Ξαφνικά» παρουσιάστηκαν από το «πουθενά» ιδιωτικές συλλογές και «συλλέκτες», οι οποίοι, καθόλου τυχαία βέβαια, αποτελούν την «αφρόκρεμα» του ουκρανικού καπιταλισμού. Ο αρθρογράφος Α. Μαντσούκ αναφέρει χαρακτηριστικά την αρχαιολογική συλλογή του Σεργκέι Πλατόνοφ, του τραστ «Βιομηχανική Ενωση του Ντονμπάς» κ.ά.

Οι «φιλάρχαιοι» αυτοί αστοί φτάνουν στο σημείο να δηλώνουν ανοιχτά, ότι τα «αντικείμενα» που «βρέθηκαν» στα χέρια τους, δεν μπορούν πλέον να υπαχθούν στο επιστημονικό καθεστώς του αρχαιολογικού μνημείου! Πιο απλά, λένε ανοιχτά στο κράτος, ότι δεν έχει το δικαίωμα ούτε να μελετήσει αυτές τις αρχαιότητες! Φυσικά, ούτε συζήτηση να γίνεται για πρόσβαση του κοινού στις ιδιωτικές συλλογές, ενώ η αυθαίρετη μεταστροφή του νομικού καθεστώτος των αρχαίων αντικειμένων από τους ιδιώτες έρχεται σε αντίθεση ακόμη και με τη σημερινή, αστική αρχαιολογική νομοθεσία του ουκρανικού κράτους. Σύμφωνα με το νόμο περί «Προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς» της Ουκρανίας, όλα τα αρχαιολογικά μνημεία και αντικείμενα, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς, αποτελούν κρατική περιουσία και ανήκουν στο λαό. Ανάλογες μεγαλοστομίες υπάρχουν βέβαια και στη νομοθεσία όλων των καπιταλιστικών κρατών, γεγονός όμως που δεν εμποδίζει τους ιδιώτες «να γελούν πάνω σε κάθε γράμμα του νόμου», όπως πολύ εύστοχα σημειώνει ο αρθρογράφος. Αλλωστε, όχι μόνο δεν τους ζητά κανείς να αποδείξουν την προέλευση των συλλογών τους και πώς «βρέθηκαν» στα χέρια τους, αλλά το κράτος κάνει ακόμη ένα βήμα παραπέρα, επιχειρώντας τη νομιμοποίηση αυτών των συλλογών, άρα και τη νομιμοποίηση των πηγών τροφοδοσίας τους, που δεν είναι άλλες από τις διάφορες μορφές αρχαιοκαπηλίας και λαθρανασκαφής. Δηλαδή, τη νομιμοποίηση της ληστείας της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ξεπουλώντας
τις κρατικές συλλογές

Η αρχαία Τύρα
Ετσι, στις 18 Μάη, στην Παγκόσμια Μέρα των Μουσείων, η ουκρανική κυβέρνηση, μέσω του κρατικού οργανισμού τουρισμού, ανακοίνωσε την «πρωτοβουλία» της να «μελετήσει» ένα νομοσχέδιο, στο πλαίσιο του οποίου θα προτείνεται η εφαρμογή ενός προγράμματος «ρευστοποίησης» εκθεμάτων που βρίσκονται στις αποθήκες των μουσείων, με στόχο να «προσελκύσουν» επιπλέον «μέσα για την καλυτέρευση της υλικοτεχνικής υποδομής» τους! Δηλαδή, τα μουσεία θα ξεπουλήσουν τις αρχαιότητές τους... για να μπορέσουν να λειτουργήσουν! Το πώς θα λειτουργήσουν όμως χωρίς τη δυνατότητα να πραγματοποιούν περιοδικές εκθέσεις - αφού δε θα έχουν τι να δείξουν - είναι το πρώτο εύλογο ερώτημα. Το δεύτερο δεν είναι καν ερώτημα αλλά προφανής διαπίστωση: Το ουκρανικό μεγάλο κεφάλαιο και οι «συλλέκτες» του, μέσω της ουκρανικής κυβέρνησης, δίνουν «νέο νόημα» στην ιδιωτικοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, ιδιωτικοποιώντας, όχι τα μουσεία, αλλά τις συλλογές τους! Σύμφωνα με την εφημερίδα, η «πρωτοβουλία» αυτή έρχεται να «επικυρώσει» την ήδη ενεργό τακτική - που προς το παρόν γίνεται στα «μουλωχτά» - της ιδιοποίησης, μέσω αγοράς, αντικειμένων των μουσείων από ιδιώτες. Ακόμη και στελέχη του ουκρανικού υπουργείου Πολιτισμού - που για ευνόητους λόγους δε δημοσιοποιούν την ταυτότητά τους - δηλώνουν, ότι «η πρόταση της πώλησης μέρους των μουσειακών συλλογών για να εξοικονομηθούν λεφτά για επισκευές, είναι απλώς τερατώδης. Πολύ περισσότερο που οι συλλογές θα ξεπουληθούν σε αστείες τιμές. Ιδίως τα περιφερειακά μουσεία, απλώς θα εξαγοραστούν».

Βέβαια, οι αρχαιολογικές «μπίζνες» περιλαμβάνουν όχι μόνο τις ιδιωτικές συλλογές και τους «συλλέκτες», αλλά και τη μεταπώληση των αποτελεσμάτων των λαθρανασκαφών στην εσωτερική και εξωτερική μαύρη αγορά. Αλλά και η «μη» μαύρη αγορά είναι εξίσου επικερδής. Οι πολιτιστικές «μπίζνες» γενικά συγκαταλέγονται στην πρώτη δεκάδα των πιο επικερδών τομέων της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με το σχετικό κατάλογο του ΟΗΕ. Η... «πρωτογενής» παραγωγή αυτής της δραστηριότητας στην Ουκρανία, καθώς και οι επιπτώσεις της, περιγράφονται από τον αρχαιολόγο και ακαδημαϊκό Πιότρ Τόλοτσκο: «Οι κρυφές, μη επιστημονικές, ανασκαφές καταστρέφουν την πολιτιστική κληρονομιά. Οι πλιατσικολόγοι δε δίνουν σημασία και καταστρέφουν αντικείμενα, τα οποία είναι πιθανόν να έχουν για την επιστήμη πολύ μεγαλύτερη σημασία απ' ό,τι τα χρυσά κοσμήματα. Ευρήματα όπως σκελετοί, κομμάτια τροφής, υφάσματα, αποτελούν σημαντικά στοιχεία, για να έχουμε μια πιο πλήρη εικόνα για τον πολιτισμό των προγόνων μας. Η απενεργοποίηση του αρχαιολογικού κώδικα από τις λαθρανασκαφές έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της επιστημονικής σημασίας του ευρήματος. Τα χρυσά κοσμήματα χάνουν τη μνημειακή τους σημασία και μετατρέπονται σε έναν απλό σωρό πολύτιμων μετάλλων. Εχουμε να κάνουμε με την απώλεια ανεκτίμητων μνημείων της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, πολλά από τα οποία είναι σημαντικά όχι μόνο για τη μελέτη της ουκρανικής ιστορίας, αλλά και της παγκόσμιας...».

Το χειρότερο είναι ότι, σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό, η σημερινή ουκρανική επιστήμη δεν έχει τα μέσα και τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί την άριστα οργανωμένη, χρηματοδοτούμενη και πολύ καλά εξοπλισμένη σε μέσα, παράνομη «αρχαιολογία». Οπως σημειώνει και ο Μαντσούκ, «η επιστήμη μας για το παρελθόν... δεν έχει μέλλον»...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ