Οι αγαπημένοι επιστρέφουν τον Αύγουστο, γιατί γνωρίζουν πως τότε ανοίγεται για μας τους θνητούς μια τρυφερή στιγμή, η οποία για να μεγαλώσει θέλει βοήθεια άνωθεν. Για να τους υποδεχτώ διάλεξα για τον καθένα χωριστά ένα ποίημα. Ως μουσική υπόκρουση θα ακούγεται η φωνή του Σαλίφ Κεϊτά από τον τελευταίο του δίσκο «Μαφού».
Γιώργος Σεφέρης, για τον Λεων. Αυδή: «Κι όμως ο θάνατος είναι κάτι που γίνεται· πώς πεθαίνει ένας άντρας; / Κι όμως κερδίζει κανείς το θάνατό του, τον δικό του θάνατο, που δεν ανήκει σε κανέναν άλλον / και τούτο το παιχνίδι είναι η ζωή».
Γιώργος Σαραντάρης, για τον Θανάση Παπαρήγα. Τίτλος: Το βλέμμα σου δεν έδυσε: «Το βλέμμα σου δεν έδυσε / θα πάω στον ήλιο να το δω που φέγγει / θα πάω στα μάτια σου να κελαηδήσω / Δε θα μιλάς δε θα μιλάς ποτέ σου / Δε θα γελάς δε θα γελάς ποτέ σου / θα σε φιλώ και θα φιλάς τον ήλιο / Δε θα με μέλει αν δε φιλάς εμένα / θα σε φιλώ και θα πετάς στον ήλιο / θα σ' αγαπώ και θα σε βλέπω εντός μου / Σαν να μην έχεις πια να κελαηδήσεις / Σαν να μην έχεις πια φωνή σου μέσα / Σαν να μην έχεις πια το πρόσωπο σου / Κι όμως να τρέχεις με το πρόσωπό μου / Με τη φωνή μου να σηκώνεις χώμα / Στον ήλιο να το ρίχνεις τραγουδώντας».
Μπέρτολτ Μπρεχτ, για τον Φίλιππα Βλάχο: Τίτλος. Η μετανάστευση των ποιητών: «Ο Ομηρος δεν είχε σπίτι / Κι ο Δάντης αναγκάστηκε να το παρατήσει. / Ο Λι Πο και ο Του Φου παράδερναν μέσα σ' εμφύλιους πολέμους / που έφαγαν τριάντα εκατομμύρια ανθρώπους. / Με δίκες απειλούσαν τον Ευριπίδη / και του Σαίξπηρ φράζαν το στόμα σαν ψυχομαχούσε. / Τον Φρανσουά Βιγιόν δεν επισκέπτονταν μονάχα η μούσα / μα και η αστυνομία. / Ο Λουκρήτιος που τον έλεγαν «Ο αγαπημένος» πήγε στην εξορία. / Ετσι κι ο Χάινε έτσι κατάφυγε / κι ο Μπρεχτ κάτω απ' των Δανών την αχυρένια στέγη».
Ουίλιαμ Μπλέικ, για τον Μιχάλη Κατσαρό. Τίτλος: Στο βραδινό κρεβάτι: «Εσύ ξανθόμαλλε Αγγελε του δειλινού / τώρα που ο ήλιος γέρνει κουρασμένος στα βουνά / άναψε την αστραφτερή σου δάδα της αγάπης / την αχτινοβόλα σου κορόνα βάλε / και χαμογέλα πάνω απ' το βραδινό κρεβάτι μας. / Χαμογέλα στις αγάπες μας κι ενώ θα σέρνεις / τις γαλάζιες τ' ουρανού κουρτίνες / σκόρπισε ασημένια τη δροσιά σου / στον κάθε αγαθό που κλείνει τα ματάκια του / τώρα που ήρθε η ώρα του ύπνου. / Ας κοιμηθεί στη λίμνη ο δυτικός σου άνεμος / μίλα σιωπηλά με τα λαμπρά σου μάτια / και πλύνε το λυκόφωτο μ' ασήμι καθαρό. Γρήγορα / τόσο γρήγορα μας φεύγεις, ο λύκος τότες αγριεύει / και το λιοντάρι λάμπει στο σκοτεινιασμένο δάσος: / το μαλλί των κοπαδιών μας η ιερή δροσιά σου / σκέπασε: το χέρι σου ας τα προστατέψει».
Το «Απόλυτο Ρόδο» θα ταξιδέψει για λίγο στην καθ' ημάς Ανατολή. Σας εύχεται καλό καλοκαίρι!