Η στρατηγική του πετρελαίου
Κυριακή 27 Ιούλη 2003

Associated Press

«Shell» στο Δέλτα του Νίγηρα
Αρκετά πριν την 11η Σεπτέμβρη, για την ακρίβεια το Μάη του 2001, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπό τον Τζορτζ Ουόκερ Μπους έδωσε στη δημοσιότητα το σχέδιό της για την εθνική ενεργειακή πολιτική, που προέβλεπε σημαντικές διαφοροποιήσεις όσον αφορά τα ενεργειακά αποθέματα, είτε πετρελαίου είτε φυσικού αερίου.

Αναφορικά με το πετρέλαιο καλούσε στη διαφοροποίηση του στόχου για την προμήθεια αποθεμάτων, από την πολιτικά εύθραυστη περιοχή του Περσικού Κόλπου στην πιο «φιλική» για τα αμερικανικά συμφέροντα περιοχή της υποσαχαρικής Αφρικής και ειδικότερα στην έκταση του κόλπου της Γουινέας. Δηλαδή το τόξο που καλύπτει εδαφικές εκτάσεις από το Βορρά και την Ακτή του Ελεφαντοστούν ως το νότο, στις δυτικές ακτές της Νότιας Αφρικής - περιοχές παράκτιες που στα σπλάχνα τους κρύβουν, αποδεδειγμένα, τουλάχιστον 20 έως 30 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου. Ηδη η Δυτική Αφρική αποτελεί τον προμηθευτή του 12% αργού πετρελαίου των ΗΠΑ. (Η αμερικανική Εθνική Επιτροπή Μυστικών Υπηρεσιών προβλέπει ότι το ποσοστό αυτό θα φτάσει το 25% μέχρι το 2015).

Επιπροσθέτως το ενδιαφέρον, τόσο της αμερικανικής κυβέρνησης όσο και των πετρελαϊκών κολοσσών, για το πετρέλαιο της Αφρικής εκτινάχτηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου του Ιράκ, που συνέπεσε - τυχαία τάχα; - με την ανεπιτυχή «απεργία» στη Βενεζουέλα, εξαιτίας της αλλαγής και της πετρελαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης του Ούγο Τσάβες Φρίας και τη διαφαινόμενη (;) πολιτική αστάθεια στη Σαουδική Αραβία. Η συγκυρία των γεγονότων - ίσως και ένα τεστ δυνάμεων για τις ΗΠΑ - ουσιαστικά δεν αποκάλυψε την αδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών, αφού η «δίψα» τους για τον έλεγχο του πετρελαίου, προς το παρόν, ικανοποιήθηκε πλήρως. Πάντως η ανάπτυξη της πετρελαϊκής βιομηχανίας της Αφρικής και κυρίως (ίσως και αποκλειστικά) της Δυτικής Αφρικής, προσφέρει πολλές λύσεις - ερίζουν οι οικονομικοί αναλυτές. Κι αυτό γιατί τα αποθέματα είναι μεγάλα, η ποιότητα υψηλή, η παραγωγή φθηνή και το κόστος μεταφοράς στις ΗΠΑ πολύ μικρότερο, σε σύγκριση με άλλες περιοχές του πλανήτη, αφού οι θαλάσσιες οδοί είναι ανοιχτές και μικρής απόστασης.

Associated Press

Διαδηλωτές «υποδέχονται» τον Τζ. Μπους κατά την αφρικανική περιοδεία του
Μάλιστα κατά τη διάρκεια συμποσίου, που διοργάνωσε τον περασμένο Γενάρη στο Χιούστον του Τέξας το Ινστιτούτο Προκεχωρημένων Στρατηγικών και Πολιτικών Μελετών (IASPS), μια συντηρητική «δεξαμενή σκέψης» με έδρα την Ουάσιγκτον και την Ιερουσαλήμ -παρόντων κυβερνητικών αξιωματούχων, αλλά και στελεχών της πετρελαϊκής βιομηχανίας- αναδύθηκε η σημασία που αποκτά το πετρέλαιο της Δυτικής Αφρικής.

Ασυδοσία

Στην έκθεση που κατέθεσε η Ομάδα Πρωτοβουλίας για το Αφρικανικό Πετρέλαιο (AOPIG) αναφέρεται: «το πετρέλαιο της Αφρικής δεν είναι μόνο ένα σημείο, αλλά σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη ενεργειακή ασφάλεια για τις ΗΠΑ, αλλά και ταχύτατη οικονομική ανάπτυξη για τις αφρικανικές χώρες»...

Αν το πρώτο σκέλος είναι απολύτως αληθινό, το δεύτερο σκέλος αυτής της πρότασης προστίθεται μόνο και μόνο για τη συγκάλυψη του στόχου. Το παράδειγμα της Νιγηρίας, της μεγάλης δύναμης και μεγαλύτερης παραγωγού και εξαγωγικής χώρας της Δυτικής Αφρικής, είναι αποκαλυπτικό. Το πετρέλαιο που εξάγεται ετησίως ανέρχεται σε εκατομμύρια δολάρια. Μόνο από το Δέλτα του Νίγηρα, τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, έχει εξαχθεί πετρέλαιο αξίας 300 δισ. δολαρίων. Ομως το ποσοστό των εξαθλιωμένων έχει διπλασιαστεί από το αντίστοιχο της δεκαετίας του '80, με το 70% του συνολικού πληθυσμού να διαβιοί με λιγότερο από ένα δολάριο ημερησίως, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ.

Το παράδειγμα των πλούσιων σε αποθέματα πετρελαίου χωρών της Μέσης Ανατολής και της Δυτικής Αφρικής αποτελεί την πιο εξόφθαλμη απόδειξη ότι το χρήμα που ρέει από την πώληση του πετρελαίου δεν πηγαίνει σε αυτούς που ανήκει και το έχουν ανάγκη. «Δεν υπάρχει ούτε ένα παράδειγμα οικονομίας αναπτυσσόμενων χωρών, που κινείται βάσει των εσόδων πώλησης του πετρελαίου, που να έχει θετικά αποτελέσματα και να έχει οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε ανάπτυξη», επιβεβαιώνει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο και η Τέρι Λιν Καρλ, πολιτική επιστήμονας και καθηγήτρια του Πανεπιστημίου «Στάνφορντ».

Αλλο ένα παράδειγμα αποτελεί το μεγαλύτερο σύγχρονο «αναπτυξιακό σχέδιο» που εκπονήθηκε και πραγματοποιείται στην Αφρική. Πρόκειται για τον πετρελαιαγωγό μεταξύ του Καμερούν και του Τσαντ, μήκους 1.040 χιλιομέτρων που κόστισε 4,3 δισ. δολάρια ΗΠΑ. Εξαρχής επικριτές του σχεδίου τόνιζαν ότι ουσιαστικά θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τους φτωχούς. Το αποτέλεσμα: το σχέδιο Καμερούν - Τσαντ αναμένεται ότι θα προσφέρει εισόδημα ύψους 4.6 δισ. δολαρίων στον... πετρελαϊκό γίγαντα «Exxon».

«Το σχέδιο Καμερούν - Τσαντ δεν είναι η βοήθεια την οποία χρειαζόμαστε ή ζητούσαμε. Υπό το πρίσμα της παντελούς απουσίας νόμων και του σεβασμού των ανθρωπίνων και περιβαλλοντικών δικαιωμάτων, αυτό το σχέδιο, το μόνο που κάνει, είναι να καταστρέφει τόσο το περιβάλλον όσο και εμάς», θα κατακεραυνώσει και ο αρχιεπίσκοπος της Νότιας Αφρικής, Ντέσμοντ Τούτου. Κάποιοι ειδικοί αντιτείνουν ως λύση τη διαφάνεια και δημοσιοποίηση των συμφωνιών και των ποσών που καταβάλλουν οι πολυεθνικές στις χώρες, προκειμένου να επιτύχουν την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών τους, ώστε να λογοδοτούν στους λαούς και προσθέτουν ότι ειδικά υπό το πρίσμα της αυξανόμενης στρατηγικής σημασίας της Αφρικής για τα συμφέροντα των ΗΠΑ, αλλά και της συμφωνίας Νέας Συνεργασίας για την Ανάπτυξη της Αφρικής (NEPAD), η λύση αυτή ίσως είναι ζωτικής σημασίας. Ομως η δυναμική των γεγονότων, η πολιτική των ΗΠΑ, καθώς και η ασυδοσία των πολυεθνικών ουσιαστικά συντρίβουν αυτό το επιχείρημα ή καθιστούν παντελώς ανέφικτη τη λύση στο πλαίσιο του παρόντος συστήματος υπερεκμετάλλευσης.