Τα βάρη στους εργαζόμενους
Κυριακή 21 Σεπτέμβρη 2003

Την οξύτητα του προβλήματος που ακούει στο όνομα δημόσιο χρέος την είχε αποτυπώσει πολύ εύστοχα ο Ανδρέας Παπανδρέου. Επιχειρώντας να δικαιολογήσει τη δεξιόστροφη πορεία του ΠΑΣΟΚ και την πλήρη υιοθέτηση των νεοφιλελεύθερων αντιλαϊκών πολιτικών της ΕΕ - συμπληρώνοντας το γνωστό «αν δεν υπήρχε το Μάαστριχτ, θα έπρεπε να το εφεύρουμε εμείς» - είχε πει: «Αν δεν αφανίσουμε το δημόσιο χρέος, τότε εκείνο θα αφανίσει εμάς».

Από την ανάλυση των στοιχείων που προηγήθηκε, είναι σαφές ότι το πρόβλημα του υπέρογκου δημόσιου χρέους είναι υπαρκτό και θα πέσει ωσάν πέλεκυς στις λαϊκές πλάτες.

Η δημόσια ομολογία που έκανε με την Εισηγητική Εκθεση για τον προϋπολογισμό του 2002 ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκης το επιβεβαιώνει. Επιχειρώντας να δικαιολογήσει την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης Σημίτη - που οδηγεί στην ισχυρή Ελλάδα και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων - ο Ν. Χριστοδουλάκης:

Με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα την περασμένη βδομάδα ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Κ. Σημίτης, μέση της δημοσιοποίησης της «χάρτας σύγκλισης», που είναι στην ουσία το νέο προεκλογικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ, ο πρωθυπουργός παραδέχεται ότι το δημόσιο χρέος έκλεισε το 2002 στο 105% του ΑΕΠ, για να υποσχεθεί πως αν το ΠΑΣΟΚ ξανακερδίσει τις εκλογές «θα» περιορίσει το δημόσιο χρέος στην ερχόμενη 5ετία κατά 15 μονάδες και θα το περιορίσει το 2008 στο 85%!

Για τη μείωσή του δεν κρύβουν πως θα συνεχίσουν το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, αφού θέτουν στόχο να εισπράττουν κάθε χρόνο από τις αποκρατικοποιήσεις 1-2% του ΑΕΠ (περίπου 2 με 3 δισ. ευρώ), τα οποία, όπως λένε, θα τα διαθέτουν για τη μείωση του δημόσιου χρέους, κατά 1 έως 2 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως.

Τι θα γίνει μετά το 2006;

Αν, όμως, το δημόσιο χρέος, με μεγάλα θύματα τους εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα που σηκώνουν όλα τα βάρη για την εξυπηρέτησή του, παρουσίασε την κακή πορεία που αποτυπώνεται στα επίσημα στοιχεία - με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, τα πακέτα του ΚΠΣ, τις αυξημένες δαπάνες για έργα της Ολυμπιάδας, τις ξέφρενες ιδιωτικοποιήσεις, την υπερφορολόγηση των λαϊκών εισοδημάτων, την εφαρμογή εισοδηματικών πολιτικών μονόπλευρης λιτότητας, το σφαγιασμό των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα κλπ. - εύλογα, τίθεται το ερώτημα: Ποια θα είναι η πορεία του από 'δω και στο εξής που οι συνθήκες δεν προδιαγράφονται τόσο ευνοϊκές;

Πέρα από την αποτυχία των βραχυπρόθεσμων στόχων (το χρέος το 2002 βρισκόταν κοντά στο 105%), είναι ολοφάνερο, πως ο στόχος για μείωση του δημόσιου χρέους στο 50% του ΑΕΠ το 2010- που έθεσε ο υπουργός Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκης με την εισηγητική του έκθεση για τον προϋπολογισμό του 2002- είναι εξωπραγματικός και πέρα από κάθε λογική. Δεν εκπληρώνεται, ούτε με θαύματα, καθώς θα έπρεπε να έχουμε ρυθμούς ανάπτυξης μεγαλύτερους από τους σημερινούς, να υπάρχει για πούλημα ανεξάντλητη δημόσια περιουσία, να πληρώνουν κανονικά τους φόρους και εισφορές στο δημόσιο οι μεγαλοφοροφυγάδες και φοροκλέφτες. Κάτι τέτοιο, όμως, θεωρείται ανέφικτο, αφού ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ, μετά το 2004 και 2006, οπότε θα έχουν ολοκληρωθεί τα έργα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα έργα υποδομής που χρηματοδοτούνται από το Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, ενώ, παράλληλα, αναμένεται να έχει ξεπουληθεί το σύνολο της δημόσιας περιουσίας για την οποία υπάρχει ενδιαφέρον από το μεγάλο κεφάλαιο.