Οι πιο «φτασμένοι», ας τους πούμε έτσι, αυτοί δηλαδή που με το έργο τους, αλλά και με τις πλάτες των άλλων, γίνανε «επώνυμοι», φωτογραφίζονται χωρίς να κοκκινίζουν σε στάσεις προσβλητικές - για τους ίδιους και το παρελθόν τους- με την εξουσία. Λαβαίνουν μέρος σε «κοινές» με την εξουσία χοροεσπερίδες και σε «κοινές» δεξιώσεις. Παρουσιάζουν δίπλα - δίπλα βιβλία. Κάνουν «από κοινού» δηλώσεις. Γίνανε, με άλλα λόγια, μέρος της «παρέας». Της παρέας, για να θυμηθούμε, που τους προπηλάκιζε, τους εξόριζε, τους βασάνιζε και, κατά καιρούς, ανάλογα με τις περιστάσεις, τους εκτελούσε κιόλας...
Και ο λαός αυτής της αμοιρης χώρας, που μοιάζει, ας πούμε με τη χώρα μας, στέκεται θυμωμένα έκπληκτος. Δεν αντιλαμβάνεται, και σωστά δεν αντιλαμβάνεται, τη «μεταστροφή» των παλιών συναγωνιστών. Δεν μπορεί ο νους του λαού να χωρέσει αυτή την «αλλαγή». Τίποτα στην ουσία, και επί της ουσίας, δεν άλλαξε. Το σύστημα των πάσης φύσης και λογής διακρίσεων παραμένει αναλλοίωτο. Η ανάγκη, που έφερε -κάποτε- όλους αυτούς τους «φευγάτους» κοντά στην ανατροπή και την επανάσταση, παραμένει το ίδιο - και ακόμα περισσότερο-... αναγκαία. Τα μέσα παραγωγής δεν άλλαξαν ιδιοκτήτη. Η εκμετάλλευση βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Η αδικία το ίδιο.
Δυστυχώς έγινε κάτι χειρότερο. Εκμαυλίστηκε! Αλλος με το χρήμα, άλλος με τη δόξα, άλλος και με τα δυο! Φυσικά, για να κάνουμε «πλήρη ανάλυση», θα πρέπει να πούμε πως για τη μεταστροφή τους λειτούργησαν και «ψυχολογικοί», όπως λέμε, παράγοντες. Βλέποντας τα άστρα τους να δύουν, και μην αντέχοντας δεύτερους και τρίτους ρόλους, ανυπόμονοι όπως οι μικροαστοί εγωιστές... πέρασαν απέναντι για να «ανανεωθούν». Και ανανεώθηκαν! Τόσο που κάποιοι έγιναν αγνώριστοι, τι κρίμα!
Και ο λαός της άμοιρης αυτής χώρας που μοιάζει σαν μια σταγόνα της ίδιας βροχής με τη χώρα μας έχοντας «έννομο συμφέρον» ξεπερνάει το δικαιολογημένο θυμό του και αγωνίζεται να περισώσει ό,τι δε σεβάστηκαν ετούτοι. Αγωνίζεται να περισώσει το Εργο. Αγωνίζεται να περισώσει τους δικούς του αγώνες - που περιγράφονται στο Εργο των φυγάδων. Αυτών που τώρα, πια, επέλεξαν να κουβαλάνε τις ουρές από τις τουαλέτες της εξουσίας. Να δέχονται, και να αποδέχονται, τις κολακίες και τα «βραβεία» σκοπιμότητας από την άρχουσα τάξη. Την τάξη που χτύπησε αλύπητα τους ίδιους, το έργο τους και, κυρίως, την πηγή του έργου τους. Το λαό.