Οι απεργοί συγκεντρώθηκαν από τις 10 το πρωί στο υπουργείο Εσωτερικών, ενώ οργανωμένα συμμετείχαν με τα πανό τους απεργοί από τη Μαγνησία, τη Θεσσαλία, την Κρήτη, την Πάτρα, κλπ. Παρά τις προσπάθειες της Αστυνομίας να περιορίσει τη συγκέντρωση των απεργών στο πεζοδρόμιο, αυτό δεν έγινε κατορθωτό. Ετσι, μόλις η αντιπροσωπεία των απεργών κατέβηκε από το υπουργείο, οι εργαζόμενοι ξεχύθηκαν στο δρόμο και έκλεισαν τη Β. Σοφίας, φωνάζοντας «είμαστε ενωμένοι και αποφασισμένοι», «αυτός δεν είναι εκσυγχρονισμός, είναι εργασιακός μεσαιωνισμός».
Στο πλευρό των εργαζομένων και στη συνάντηση με τον υπουργό ήταν ο Τ. Τσιόγκας, βουλευτής του ΚΚΕ, ο Γ. Πέρρος στέλεχος του ΠΑΜΕ και γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, ο Π. Βαμβακάς, πρόεδρος του Συλλόγου Εμποροϋπαλλήλων Αθήνας και μέλος της διοίκησης της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων.
Μετά από τις απαντήσεις του Κ. Σκανδαλίδη, οι σχολικοί φύλακες επιδίωξαν να φτάσουν στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά αυτό δεν ήταν κατορθωτό καθώς η οδός Η. Αττικού ήταν κλειστή με κλούβες της Αστυνομίας και με διμοιρίες των ΜΑΤ. Αντιπροσωπεία τους επέδωσε ψήφισμα στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ και η οδός Ρηγίλλης ήταν κλειστή με διμοιρίες των ΜΑΤ. Οι απεργοί έφτασαν στη Βουλή όπου αντιπροσωπεία τους συναντήθηκε με τον γραμματέα του υπουργικού Συμβουλίου Π. Κοσμίδη, ο οποίος είπε το γνωστό ανέξοδο ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει με ευαισθησία το πρόβλημα. Στη συνέχεια, οι απεργοί συγκεντρώθηκαν ξανά μπροστά από το υπουργείο Εσωτερικών όπου παρέμειναν μέχρι αργά το απόγευμα.