PBartholomew/Gamma-Liaison |
Για τον Νάνκο, είναι ο ίδιος, επαναλαμβανόμενος εφιάλτης.
Ξυπνά μες στη νύχτα. Από τα ουρλιαχτά. Τα μάτια του, το στόμα του, καίγονται. Μέσα στο μισόφωτο, το δωμάτιό του καλύπτεται από ένα άσπρο, πνιγηρό, θανατερό σύννεφο. Τα παιδιά του βήχουν. Εξω ακούγονται κραυγές, πόρτες χτυπάνε, άνθρωποι φωνάζουν «Τρέξτε! Τρέξτε!». Ο πόνος στο στήθος του γίνεται ανυπόφορος. Δεν ξέρει τι συμβαίνει. Φωνάζει τη γυναίκα του, να πάρουν τα παιδιά τους, να φύγουν.
Εξω, πανικός. Οι άνθρωποι τρέχουν χωρίς να ξέρουν πού, εδώ κι εκεί. Με τα εσώρουχά τους, με ό,τι πρόλαβαν ή δεν πρόλαβαν να φορέσουν, τρέχουν να σώσουν τη ζωή τους. Κάποιος φωνάζει «Εγινε έκρηξη στο εργοστάσιο με τα χημικά!». Οι άνθρωποι πανικοβάλλονται, τρελαίνονται. Ο Νάνκο κι οι δικοί του παρασύρονται από έναν ανθρώπινο χείμαρρο. Το φως των λίγων φανών του δρόμου μοιάζει καφέ μες στο άσπρο σύννεφο που καλύπτει τα πάντα. Βλέπει τα φύλλα σ' ένα δέντρο να μαυρίζουν και να πέφτουν. Βλέπει ανθρώπους να πέφτουν. Ανθρωποι και ζώα τρέχουν μέσα σε πλήρη αλλοφροσύνη. Χάνει τα παιδιά του. Ουρλιάζει τα ονόματά τους.
Bhopal.org |
Το επόμενο πρωί, οι γείτονές του δεν είναι πια φτωχοί. Είναι άρρωστοι, κατεστραμμένοι, ζητιάνοι. Το άσπρο σύννεφο τούς τα πήρε όλα. Οι γιατροί δεν ξέρουν τι να κάνουν. Δε γνωρίζουν τι προκάλεσε την καταστροφή: Είναι «επιχειρηματικό μυστικό».
Ο Νάνκο δεν είναι μυθιστορηματικός ήρωας. Δεν πλάθει ιστορίες κάποιας φαντασιακής κόλασης. Διηγείται, απλώς, τι έζησε.
Ο Νάνκο είναι ένας από τους επιζώντες της καταστροφής, στις 2 του Δεκέμβρη του 1984, από την έκρηξη στο εργοστάσιο μικροβιοκτόνων της «Γιούνιον Καρμπάιντ» στο Μποπάλ της Ινδίας. Ενα δυστύχημα στο οποίο οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια η απληστία της αμερικανικής επιχείρησης, η πλήρης περιφρόνηση στη ζωή των φτωχών κατοίκων της περιοχής όπου λειτουργούσε τις εγκαταστάσεις της, η αλαζονεία της, η απίστευτη αμέλεια στη λήψη προστατευτικών μέτρων, η σοκαριστική συνενοχή των τοπικών αρχών.
Χαρακτήρισαν το Μποπάλ Χιροσίμα της χημικής βιομηχανίας. Οχι άδικα. Μέσα στις πρώτες μέρες από το «συμβάν», όπως το χαρακτήρισε, με τη συνήθη «μετριοπάθεια» των επιχειρηματικών ανακοινώσεων, η αμερικανική επιχείρηση, χάθηκαν 8.000 ζωές. Συνολικά πέθαναν τουλάχιστον 20.000 άνθρωποι. Τουλάχιστον 250.000 πάσχουν από χρόνιες ασθένειες. Κάθε χρόνο, αναφέρονται χιλιάδες τερατογενέσεις. Κάθε μέρα που περνάει, ένας άνθρωπος πεθαίνει. Κάθε λεπτό, τα χημικά απόβλητα που άφησε χύδην η εταιρία, η οποία αποχώρησε απ' τη χώρα κακήν κακώς για ν' αποφύγει τις ευθύνες της, μολύνουν το νερό, τη γη, εις τους αιώνας των αιώνων. Το Μποπάλ είναι η κόλαση.
Μία μέρα μετά από εκείνη τη μέρα της φρίκης, ο διευθύνων σύμβουλος της «Γιούνιον Καρμπάιντ», Ουόρεν Αντερσον, πέταξε στην Ινδία στην απαρχή μιας εκστρατείας δημοσίων σχέσεων. Συνελήφθη στο αεροδρόμιο αμέσως. Μερικές μέρες μετά, μεσολαβούσης της κυβέρνησης των ΗΠΑ, απελευθερώθηκε και επέστρεψε στα πάτρια εδάφη. Δεν επέστρεψε ποτέ ξανά στον τόπο του εγκλήματος. Τα εντάλματα σύλληψής του από τα δικαστήρια του Μποπάλ ουδέποτε τιμήθηκαν. Οι αιτήσεις έκδοσής του από την ινδική κυβέρνηση και την Ιντερπόλ αγνοήθηκαν με χαρακτηριστική άνεση από την Ουάσιγκτον. Σήμερα, ο Αντερσον γερνά ήσυχα σε κάποιο προάστιο της Νέας Υόρκης, έχοντας πληρωθεί πλουσιοπάροχα για τις καλές του υπηρεσίες στη χημική βιομηχανία. Η «Γιούνιον Καρμπάιντ» εξαγοράστηκε από την «Ντάου Κέμικαλς», η οποία εξαπέλυσε εκστρατείες επί εκστρατειών δημοσίων σχέσεων για να «βελτιώσει την εικόνα της».
Ολη κι όλη η «αποζημίωση» που κατέβαλε η επιχείρηση εξαντλήθηκε στα 470 εκατομμύρια δολάρια που δέχτηκε να δώσει στο Νέο Δελχί το 1989. Το ποσό μπορεί να μοιάζει μεγάλο, αλλά είναι αστείο - όχι σε σύγκριση με τα υπερκέρδη της «Ντάου Κέμικαλς», αλλά αν παραβληθούν μόνον τα κόστη των φαρμάκων που χρειάζονται καθημερινά τα θύματά της.
Ο Γκάρι Κοέν, διευθυντής του Environmental Health Fund και μέλος του διεθνούς συμβουλίου του οργανισμού Sambhavna Trust, που ίδρυσε και λειτουργεί ένα νοσοκομείο για τα θύματα του Μποπάλ, σημείωσε σε πρόσφατο άρθρο ότι στις ΗΠΑ υπάρχουν 112 χημικά εργοστάσια, ακόμη και μέσα σε πόλεις. Από αυτά, απειλείται η ζωή 8 εκατομμυρίων κατοίκων. Αν συνέβαινε ένα δυστύχημα ανάλογης κλίμακας με εκείνο του Μποπάλ, οι νεκροί θα ξεπερνούσαν το ένα εκατομμύριο. Αλλά η κυβέρνηση Μπους δηλώνει ότι ανησυχεί για τα «χημικά όπλα» των «τρομοκρατών». Τα όπλα μαζικής καταστροφής δε βρίσκονται στο Ιράκ, έγραψε ο Κοέν, αλλά στις γειτονιές των αμερικανικών - και των ευρωπαϊκών, αν αμφιβάλλατε - πόλεων. Η «χημική επανάσταση» των εταιριών γεμίζει το περιβάλλον επικίνδυνα χημικά που επιβαρύνουν τους ανθρώπινους οργανισμούς. Αλλά επικερδή. Οι κάτοικοι του Μποπάλ, κατέληξε, δε μάχονται απλώς για την απόδοση δικαιοσύνης, για τη δική τους δικαίωση. Μάχονται εναντίον της εκλογικευμένης τυραννίας των περιθωρίων του κέρδους πάνω στην ανθρώπινη ζωή. Μάχονται και για μας.