ΗΠΑ
Αστυνομικής θηριωδίας συνέχεια...
Κυριακή 9 Απρίλη 2000

Associated Press

H κηδεία εξελίχτηκε σε μαζική αντιρατσιστική διαδήλωση
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ (Του ανταποκριτή μας Χρ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ).-

Ακόμη ένας Αφροαμερικανός άοπλος πολίτης έπεσε θύμα της αχαλίνωτης αστυνομικής θηριωδίας στη Νέα Υόρκη. Αυτή τη φορά ήταν ο 26χρονος, αϊτινής καταγωγής, Πάτρικ Ντόρισμοντ, φρουρός ασφαλείας στο επάγγελμα, που πυροβολήθηκε από αστυνομικό το μεσημέρι της 16/3, ενώ βρισκόταν μαζί με το συνάδελφό του, Κέβιν Κάιζερ, 22 ετών, έξω από ένα μπαρ στην κεντρική περιοχή Μανχάταν της Νέας Υόρκης, αναζητώντας ταξί.

Τη στιγμή εκείνη, τους πλησίασε μία περίπολος από τρεις αστυνομικούς με πολιτική περιβολή και ένας άρχισε να τους ρωτάει, αν γνώριζαν πού μπορεί να αγοράσει μαριχουάνα. Νιώθοντας προσβολή, ο Ντορισμόντ τους απάντησε να τους αφήσουν ήσυχους. Ακολούθησε εμπλοκή. Οπως είπαν αργότερα αυτόπτες μάρτυρες, ένας από τους μυστικούς αστυνομικούς, ονόματι Αντονι Βάσκουες, τον γρονθοκόπησε και ο Ντόρισμοντ, αμυνόμενος, ανταπέδωσε και αμέσως ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Ο νέος έπεσε στο έδαφος νεκρός.

Υπήρξε ο τέταρτος μαύρος άοπλος πολίτης, που σκοτώθηκε από την Αστυνομία μέσα στους τελευταίους 13 μήνες στη Νέα Υόρκη. Ηταν πατέρας δύο μικρών κοριτσιών, 5 και 1 έτους. Ο πατέρας του, Αντρέ, ήταν από τους πιο αγαπημένους τραγουδιστές της Αϊτής. Αφησε απαρηγόρητη και τη σύζυγό του Ντουάνα με τα δύο ανήλικα και απροστάτευτα παιδιά τους. Η εξόντωσή του, συνέβη μόλις λίγες βδομάδες μετά την αναίσχυντη δικαστική αθώωση των τεσσάρων μυστικών αστυνομικών, φονιάδων το 1999 του Αμαντού Ντιάλο, μετανάστη από τη Γουινέα, ξεσήκωσε ένα νέο ασυγκράτητο κύμα κατακραυγής και διαμαρτυριών από τη μία άκρη της Νέας Υόρκης ως την άλλη.

Παρ' όλα αυτά, ο ρεπουμπλικανός δήμαρχος Ρούντολφ Τζιουλιάνι, που τώρα επιδιώκει να εκλεγεί ομοσπονδιακός γερουσιαστής, έχοντας αντίπαλο την υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος, Χίλαρι Κλίντον, για να συγκαλύψει και να δικαιολογήσει το νέο αυτό φοβερό έγκλημα, την επομένη κιόλας μέρα βγήκε να διακηρύξει δημόσια ότι το θύμα της βάρβαρης εξόντωσης είχε «βαρύτατο ποινικό μητρώο». Το ίδιο έκαμε και ο διευθυντής της Αστυνομίας, Χάουαρντ Σαρίρ. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Ντόρισμοντ, όπως βεβαίωσε άρθρο του, στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» (ΝΥΤ-22/3), ο Τζιρόμ Μίλερ, συγγραφέας της μελέτης «Ερευνάτε και καταστρέφετε: Οι Αφροαμερικανοί Αρρενες στο Σύστημα της Εγκληματικής Δικαιοσύνης», είχε «μόνο δύο καταδίκες, που και οι δύο ήταν για απείθαρχη συμπεριφορά», άλλοι, μάλιστα, έγραψαν ή δήλωσαν, ότι κάποια από τα παραπτώματα αυτά έγιναν σε ηλικία 13 ετών. Τα στοιχεία αυτά είχαν σφραγιστεί ως απόρρητα και έτσι έπρεπε να μείνουν. Ο δήμαρχος, όμως παραβίασε αδίστακτα την αρχή αυτή.


Associated Press

Ταυτόχρονα και η μητέρα του θύματος, Μαρί Ντορισμόντ, ανέφερε ότι «ντρέπεται» να βγει από το σπίτι της γιατί το Δημαρχείο παρουσίασε το γιο της σαν βίαιο εγκληματία. Αυτά τα είπε η ίδια στον Ελεγκτή του Δήμου, Αλαν Χεβέσι, που την επισκέφτηκε. «Η οικογένεια είναι συντετριμμένη από την απώλεια του γιου και, πέρα απ' αυτό, τώρα υποφέρει από τη δυσφήμιση από το δήμαρχο», τόνισε ο Χεβέσι.

Την επομένη μέρα (17/3) μετά το φόνο, έγιναν μαχητικές διαδηλώσεις στο σημείο του Μανχάταν όπου σκοτώθηκε ο νέος, καθώς και έξω από το νεκροπομπείο του Μπρούκλιν, που είχε εκτεθεί η σορός του. Οι διαδηλωτές κρατούσαν αϊτινές σημαίες και φώναζαν συνθήματα κατά της αστυνομικής ασυδοσίας και βίας. Παρόμοια διαδήλωση έγινε και στις 18/3 στον ίδιο χώρο. Κατόπιν οι διαδηλωτές έκαμαν πορεία προς ένα Αστυνομικό Τμήμα στο κέντρο της πόλης. Οκτώ άτομα -6 άνδρες και 2 γυναίκες- συνελήφθησαν, με την κατηγορία, ότι προσπάθησαν να διακόψουν την κυκλοφορία των οχημάτων.

Στις 24/3, έγινε άλλη τέτοια διαδήλωση διαμαρτυρίας έξω από το νεκροπομπείο. Μίλησε σ' αυτήν ο μαύρος ιερέας και αγωνιστής Αλ Σάρπτον. Το βράδυ της ίδιας μέρας, περίπου 2.000 άτομα αποχαιρέτησαν εκεί το νεκρό, ανάμεσά τους και ο Αμπνέρ Λουίμα, και αυτός Αϊτινός, που στις 9/8/97 είχε βασανιστεί απάνθρωπα σε ένα αστυνομικό τμήμα του Μπρούκλιν και ο φίλος του θύματος, Κέβιν Κέιζερ. Στον αποχαιρετισμό του, ο Λουίμα, είπε: «Δε νομίζω, ότι ο θάνατος του Ντορισμόντ θα είναι απλά βαθύτατο πένθος, αλλά εκφράζει και την ασυγκράτητη οργή για το συνεχιζόμενο και εντεινόμενο εξοντωτικό αστυνομικό μένος και την αντιλαϊκή συμπεριφορά του ακαταλόγιστου δημάρχου Τζιουλιάνι». Σ' αυτήν παρέστησαν και οι γονείς του άλλου τραγικού θύματος, Αμαντού Ντιάλο. Την πορεία της εμπροσθοφυλακής των διαδηλωτών από το νεκροπομπείο ως την εκκλησία παρακολουθούσαν 1.000 πάνοπλοι αστυνομικοί, ορισμένοι από τους οποίους έφεραν κράνη και άλλοι έφιπποι. Επίσης, τόσο έξω από το νεκροπομπείο, όσο και σε όλη τη διαδρομή είχαν τοποθετηθεί σιδερένια οδοφράγματα, πίσω από τα οποία ήταν στοιβαγμένα χιλιάδες άτομα. Η συμπεριφορά της Αστυνομίας, σύμφωνα με ορισμένους θεατές και νομικούς, όπως έγραψαν οι «ΝΥΤ» (26/3), ευθύνεται για ό,τι ακολούθησε. Ενα από τα πρόσωπα αυτά, ο Ντάνιελ Λόκαρντ, 36 ετών, είπε: «Θέλαμε να παρακολουθήσουμε την πένθιμη πορεία, όταν βγήκε έξω το φέρετρο. Ενας αστυνομικός έβαλε στο χέρι του το γκλομπ και άρχισε να χτυπά μια γυναίκα μέσα στο πλήθος. Κατόπιν οι αστυνομικοί αυτοί, που έφεραν εξάρτηση συγκρούσεων, άρχισαν να τρέχουν χωρίς λόγο. Αυτοί σαμποτάρισαν μία ειρηνική κηδεία».

Στη διάρκεια της πορείας, ο κόσμος εκδήλωνε το πένθος του, αλλά και την απέχθειά του για την αστυνομία, ζητώντας Δικαιοσύνη και παραίτηση του Τζιουλιάνι.

«Πυρπολώντας την αστερόεσσα»

Οταν η νεκροφόρος έφτασε έξω από την εκκλησία, έβγαλαν το φέρετρο, πάνω στο οποίο είχαν τοποθετηθεί μία αϊτινή και μία αμερικανική σημαία. Κάποιος τράβηξε την αμερικανική, την κατέσχισε και της έβαλε φωτιά. Κατόπιν, ο ιερέας Ρόλιν Νταρμπουζέ, ευλόγησε το δολοφονημένο νέο, λέγοντας: «Αν ο Πάτρικ Ντορισμόντ ήταν να απευθυνθεί στους νέους ανθρώπους σήμερα, θα τους έλεγε επειδή είστε νέοι και επειδή είστε μαύροι, αποφεύγετε να είστε στις γωνίες του δρόμου πάρα πολύ, γιατί θα μπορούσατε να εκληφθείτε ως διακινητές ναρκωτικών και να σκοτωθείτε. Λυπηθείτε τη ζωή σας».

Στη συνέχεια, οι διαδηλωτές συνόδευσαν το φέρετρο ως το Κοιμητήριο Λόφος των Κυπαρισσιών στην περιοχή Κουίνς, όπου οι αστυνομικοί άρχισαν άγρια σπρωξίματα κατά του κόσμου. Ταυτόχρονα, σχημάτισαν φράγμα με τα σώματά τους και μέσω χωνιών καλούσαν τους διαδηλωτές να διαλυθούν. Το πλήθος, όμως φώναζε: «Ποτέ! Ποτέ!». Εδώ, κάμποσες αμερικανικές σημαίες πυρπολήθηκαν. Ας σημειωθεί, ότι στη διάρκεια της πορείας συνελήφθησαν συνολικά 27 διαδηλωτές. Επίσης, η Αστυνομία χρησιμοποίησε σε ορισμένα σημεία δακρυγόνα αέρια και υγρό πιπεριού.

Απαντώντας σε όλα αυτά, επιτόπου, η Αϊτινή αγωνίστρια Μαρί Τερέζ Ζαν, που στην πατρίδα της είχε παλέψει κατά του δικτάτορα Ζαν-Κλοντ Ντιβαλιέ, δήλωσε: «Οι Αϊτινοί ήρθαν εδώ για μία καλύτερη ζωή για τους ίδιους και τα παιδιά τους, όχι για να σκοτώνονται». Πρέπει να πούμε εδώ, ότι οι Αϊτινοί αποτελούσαν τη μεγάλη πλειοψηφία των διαδηλωτών.

Από την πλευρά του, ο Αμερικανός Νόρμαν Ζίγκερ, εκτελεστικός διευθυντής της Ενωσης Πολιτικών Ελευθεριών της Νέας Υόρκης, υπογράμμισε: «Ο κόσμος είναι αγανακτισμένος και πονάει. Πρέπει να γίνει ένα πολυφυλετικό κίνημα».

Γενικότερα, δημοσκόπηση που έκαμε η εφημερίδα «Ντέιλι Νιους» της Νέας Υόρκης μετά τη δολοφονία του Ντορισμόντ, έδειξε ότι τα 72% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι «η χρησιμοποίηση θανατηφόρας δύναμης από την Αστυνομία της Νέας Υόρκης είναι εκτός ελέγχου».

Παράλληλα, σε ανακοίνωσή της (25/3) ο Πολιτειακή Οργάνωση Νέας Υόρκης του ΚΚ ΗΠΑ κατήγγελλε το συνεχιζόμενο αστυνομικό δολοφονικό όργιο και τον αισχρό ρόλο του Τζιουλιάνι και υπέδειχνε, μεταξύ άλλων: «Η καλύτερη απάντηση για τα αστυνομικά εγκλήματα και τις παραβιάσεις των συνταγματικών δικαιωμάτων, είναι η ενότητα για την ήττα του Τζιουλιάνι και της Ρεπουμπλικανικής δεξιάς στις εκλογές του Νοέμβρη.

Καλούμε την εργατική τάξη και τους συμμάχους της καθώς, και όλους τους δημοκρατικά σκεπτόμενους Νεοϋορκέζους να απαιτήσουν: