ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ - ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ «ΔΙΑΝΑ»
Προδιαγεγραμμένο έγκλημα σε βάρος των κατοίκων
Τρίτη 10 Φλεβάρη 2004

Motion Team

Προδιαγεγραμμένο έγκλημα σε βάρος των κατοίκων της Θεσσαλονίκης, αλλά και της ευρύτερης περιοχής, αποτελεί η πυρκαγιά που ξέσπασε το μεσημέρι του περασμένου Σαββάτου στο εγκαταλειμμένο εργοστάσιο τυποποίησης και συσκευασίας γεωργικών φυτοφαρμάκων ΔΙΑΝΑ στο Δήμο Σταυρούπολης.

Περισσότερα από 150 βαρέλια χημικών ουσιών, που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, έγιναν στάχτη από άγνωστη μέχρι στιγμής αιτία, απελευθερώνοντας στην ατμόσφαιρα τοξικές ουσίες, ο βαθμός επικινδυνότητας των οποίων δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί. Οι ευθύνες βαραίνουν εξίσου την κυβέρνηση και την εκλεγμένη με τη ΝΔ πλειοψηφία της Νομαρχίας, που με εκατέρωθεν ανακοινώσεις έστησαν έναν προεκλογικό καυγά στις πλάτες των κατοίκων της Θεσσαλονίκης.

Εν γνώσει των αρμοδίων, το εργοστάσιο αποτελούσε βραδυφλεγή βόμβα για την περιοχή τα τελευταία 15 χρόνια, αφού στις εγκαταστάσεις του βρίσκονταν αποθηκευμένοι πάνω από 2.500 τόνοι φυτοφαρμάκων και άλλων επικίνδυνων ουσιών. Με την κάλυψη της κυβέρνησης, η επιχείρηση κατάφερνε για περισσότερο από μια δεκαετία να παρατείνει τη λειτουργία της, παρά το γεγονός ότι δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που ορίζονταν από τις μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Το 1994, η ΔΙΑΝΑ εξαγοράστηκε από την εταιρία «ΝΟVΑ», πίσω από την οποία βρίσκονταν ο ίδιος επιχειρηματίας που κατείχε και τη ΔΙΑΝΑ. Η αγοραπωλησία έγινε προκειμένου να αποδεσμευτούν τα φυτοφάρμακα από την Εθνική Τράπεζα, η οποία τα είχε στο μεταξύ ενεχυρίσει. Το 1998, τα φυτοφάρμακα επανήλθαν στην κυριότητα της Εθνικής Τράπεζας, ύστερα από την πτώχευση της NOVA.

Στο μεταξύ, όλο το παραπάνω διάστημα, περισσότεροι από 1.800 τόνοι φυτοφαρμάκων κλάπηκαν από το εργοστάσιο και προωθήθηκαν από λαθρέμπορους στο εξωτερικό. Μέχρι και τον περασμένο Νοέμβρη, στις αποθήκες της επιχείρησης βρίσκονταν περίπου 1.000 τόνοι φυτοφαρμάκων και τοξικών ουσιών, που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή τους.

Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες των κατοίκων της Δυτικής Θεσσαλονίκης από τις αρχές ακόμα της δεκαετίας του '80, κυβέρνηση και Νομαρχία αποφάσισαν μόλις το Σεπτέμβρη του 2002 να ξεκινήσουν τη μεταφορά των επικίνδυνων προϊόντων στη Γερμανία, προκειμένου να καταστραφούν. Για τη μεταφορά τους δεσμεύτηκαν περίπου 400 εκατ. δρχ., ενώ η ευθύνη για την υλοποίηση του έργου ανατέθηκε στη Νομαρχία.

Τον περασμένο Νοέμβρη, με ανακοίνωσή της, η Νομαρχία θριαμβολογούσε για την ολοκλήρωση του έργου, διαβεβαιώνοντας μάλιστα τους κατοίκους της Σταυρούπολης ότι «μπορούν πλέον να κοιμούνται ήσυχοι». Η ανακοίνωση έκανε λόγο για τη μεταφορά 840 τόνων φυτοφαρμάκων, αφήνοντας να εννοηθεί ότι όλο το επικίνδυνο υλικό είχε απομακρυνθεί από το εργοστάσιο. Από το Νοέμβρη, μάλιστα, σταμάτησε και η φύλαξη του εργοστασίου από την ιδιωτική εταιρία που το φρουρούσε.

Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, η ιδιαίτερα ευνοϊκή σύμβαση που υπεγράφη μεταξύ της Νομαρχίας και της ιδιωτικής εταιρίας που ανέλαβε τη μεταφορά των φυτοφαρμάκων, εξοικονόμησε κονδύλια αρκετά, ώστε να μεταφερθούν 300 επιπλέον τόνοι φυτοφαρμάκων που ανήκαν στη ΔΙΑΝΑ και στο μεταξύ «ανακαλύφθηκαν» σε αποθήκες της Χαλάστρας και του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Η νέα σύμβαση έπρεπε να είχε τεθεί σε εφαρμογή από τις 19 Γενάρη του 2003.

Δυο μέρες μετά την πυρκαγιά, η Νομαρχία επιβεβαίωσε ότι στο εργοστάσιο παρέμεναν από το Νοέμβρη του 2003 περισσότεροι από 250 επιπλέον τόνοι υλικών, που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή φυτοφαρμάκων και οι οποίοι δεν είχαν απομακρυνθεί κατά την πρώτη φάση, καθώς κρίθηκαν από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Νομαρχίας σαν «χαμηλότερης επικινδυνότητας». Μέρος αυτής της ποσότητας ήταν και τα 150 βαρέλια που κάηκαν το Σάββατο, ενώ το μεγαλύτερο μέρος παραμένει και σήμερα στο εργοστάσιο.

Δείγματα των ουσιών που κάηκαν στάλθηκαν στο Γενικό Χημείο του Κράτους, προκειμένου να προσδιοριστεί η επικινδυνότητά τους για τη δημόσια υγεία και τα πορίσματα αναμένονται στις αμέσως επόμενες μέρες.