Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΓΓ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ
Επείγουσα ανάγκη τα έργα υποδομής αντιπλημμυρικά, αντιπυρικά και αντισεισμικής προστασίας

Στα σοβαρά προβλήματα που δημιουργήθηκαν με αφορμή το χιονιά, στο Κυπριακό και στην πρόταση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για τα debate αναφέρθηκε, στην εισηγητική της ομιλία, η Αλέκα Παπαρήγα

Τρίτη 17 Φλεβάρη 2004

«Το ΚΚΕ επιμένει στις εξής προτεραιότητες των έργων: Εργα για την Υγεία, την Πρόνοια και την Παιδεία και βεβαίως όχι με τη μορφή της ιδιωτικοποίησης. Είναι πολλά που πρέπει να γίνουν, για να μιλήσουμε για τις σύγχρονες ανάγκες πανελλαδικά, στην περιφέρεια, αλλά και στο Λεκανοπέδιο Αττικής. Είναι επείγουσα ανάγκη να ξεκινήσουν έργα πανελλαδικά για την αντισεισμική θωράκιση, έργα αντιπλημμυρικά, έργα αντιπυρικά». Τα παραπάνω τόνισε η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, στη χτεσινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στους δημοσιογράφους. Παραθέτουμε στη συνέχεια την εισηγητική ομιλία της ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.

«Το ΚΚΕ θεωρεί ότι αυτές τις μέρες μπαίνει ξανά αντικειμενικά στην επικαιρότητα το πρόβλημα των μεγάλων έργων και των υποδομών της χώρας με μία ιδιαίτερη έμφαση στην περιοχή της Αττικής, όχι γιατί μας ενδιαφέρει μόνο η Αττική, αλλά γιατί αποκαλύφθηκαν τα τεράστια προβλήματα στο Λεκανοπέδιο της Αττικής με αφορμή το χιονιά.

Εμείς δε θα τα ρίξουμε όλα στη φύση, ούτε όλα στην ατομική ευθύνη των κατοίκων του Λεκανοπεδίου. Τουλάχιστον δε θεωρούμε ότι από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε. Αποκαλύφθηκε ότι η Αττική, η περιοχή εκείνη που δυστυχώς συγκεντρώνει το μισό περίπου του πληθυσμού του τόπου, είναι κυριολεκτικά ανοχύρωτη και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει καμία από τις μεταβολές του καιρού, παίρνοντας, αν θέλετε, υπόψη ότι τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πάρα πολλή συζήτηση από τους επιστήμονες ότι πολλά πράγματα στις καιρικές συνθήκες στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη έχουν αλλάξει.


Επομένως, δεν μπορεί να μένουμε με το δόγμα ότι στην Αττική δεν υπάρχει πρόβλημα ή κίνδυνος απ' τους σεισμούς ή δεν υπάρχουν κίνδυνοι απ' την κακοκαιρία. Ποια πλευρά θέλουμε εμείς να υπογραμμίσουμε: Εγιναν έργα στην Αττική και γενικότερα στην Ελλάδα. Μάλιστα, αυτά οδήγησαν τον πρωθυπουργό να λέει ότι "αλλάξαμε την Ελλάδα" κι έδωσαν και τη δυνατότητα στον Γιώργο Παπανδρέου να λέει ότι "θα την αλλάξουμε ακόμα πιο πολύ".

Ας δούμε όμως αυτά τα έργα που άλλαξαν την Ελλάδα. Αναμφισβήτητα ορισμένα από αυτά ήταν χρήσιμα, δε θέλουμε να τα μηδενίσουμε όλα. Ωστόσο αποκαλύφθηκαν δυο πράγματα:

Το ένα είναι ότι οι προτεραιότητες σε έργα που δόθηκαν γενικότερα στην Ελλάδα και στην Αττική ήταν οι προτεραιότητες εκείνες που καθόριζαν τα συμφέροντα των επιχειρηματιών και τα διευρωπαϊκά δίκτυα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία θέλει βεβαίως να ενσωματώσει ακόμα περισσότερο την Ελλάδα στις ορέξεις και στους στόχους του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Το δεύτερον είναι οι όροι με τους οποίους έγιναν τα έργα - και τα χρήσιμα ακόμα έργα - με τη μορφή της αυτοχρηματοδότησης, της παραχώρησης, με τη μορφή δηλαδή της ιδιωτικοποίησης.

Θα πω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το αεροδρόμιο των Σπάτων, το οποίο αποκαλύφθηκε για τον πολύ κόσμο, γιατί τουλάχιστον σε εμάς ήταν γνωστό, ότι η ευθύνη του ελληνικού κράτους, και πιο συγκεκριμένα της Υπηρεσίας της Πολιτικής Προστασίας, σταματά στην πύλη του αεροδρομίου. Από κει και πέρα κουμάντο κάνει η γερμανική εταιρία. Και ενώ η Πολιτική Προστασία είχε τη δυνατότητα να διαθέσει υποδομή να καθαριστούν από το χιόνι οι πίστες και οι διάδρομοι του αεροδρομίου, δεν έγινε αποδεκτό το αίτημα ή δεν έδωσε την έγκριση η γερμανική εταιρία.

Αυτά δεν είναι κάτι που τα ξέρει κανείς από πληροφορίες εξ απορρήτων. Σε συνέντευξή του σημείωσε το ζήτημα αυτό ο επικεφαλής της Πολιτικής Προστασίας, κ. Γεωργακόπουλος.

Για τα Σπάτα το συνολικό κόστος έφτασε στα 658 δισεκατομμύρια. Τα 400 δισ., δηλαδή το 62,3%, ήταν δάνειο. Από την κοινοπραξία δόθηκαν 53 δισ., δηλαδή μόλις το 8,1%. Από το δημόσιο δόθηκαν 195 δισ., δηλαδή το 29,5%. Η Ευρωπαϊκή Ενωση επίσης έδωσε την αντίστοιχη δική της επιδότηση. Πρόκειται, δηλαδή, για έργα όπου ο ιδιώτης βάζει τα λιγότερα, το κράτος ενισχύει επίσης και τελικά το έργο για 30 χρόνια παραμένει στην απόλυτη δικαιοδοσία του ιδιώτη και μιλάμε όχι για ένα οποιοδήποτε έργο, αλλά μιλάμε για το αεροδρόμιο που βρίσκεται στην Ελλάδα.

Επιπλέον, το κράτος διέθεσε την αξία γης, το κόστος των αναγκαίων έργων για την κατασκευή των υποδομών, τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρική ενέργεια, μεταφορά και καύσιμα, το κόστος των έργων προσέγγισης στο αεροδρόμιο, όπως είναι η λεωφόρος Σταυρού - αεροδρομίου, η περιφερειακή Υμηττού, προαστιακός κτλ. και φοροαπαλλαγές στον επενδυτή, που υπολογίζεται στα 80 δισ. και είναι εγγυητής το κράτος».

Αρνητικός ο απολογισμός της κυβέρνησης

«Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για τα άλλα έργα που έγιναν. Επομένως για μας αυτός ο απολογισμός που κάνει η κυβέρνηση, είναι αρνητικός απολογισμός όσον αφορά τα έργα, ανεξαρτήτως, ξαναλέω, της χρησιμότητας ορισμένων από αυτά.

Το ΚΚΕ επιμένει στις εξής προτεραιότητες των έργων: Υγεία, Πρόνοια και Παιδεία και βεβαίως όχι με τη μορφή της ιδιωτικοποίησης. Είναι πολλά που πρέπει να γίνουν, για να μιλήσουμε για τις σύγχρονες ανάγκες πανελλαδικά, στην περιφέρεια, αλλά και στο Λεκανοπέδιο Αττικής. Είναι επείγουσα ανάγκη να ξεκινήσουν έργα πανελλαδικά για την αντισεισμική θωράκιση, έργα αντιπλημμυρικά, έργα αντιπυρικά.

Βεβαίως, η κυβέρνηση έχει πει ότι μετά τις εκλογές θα ξεκινήσουν τα αντιπλημμυρικά της Αττικής αλλά με την επιβολή του πλημμυρόσημου. Υπάρχουν προβλήματα στην ύδρευση, άρδευση και στη διαχείριση γενικότερα των νερών της Ελλάδας. Το πρόβλημα της ΕΥΔΑΠ δεν μπορούμε να το περάσουμε έτσι. Δόθηκαν ψεύτικα στοιχεία από την πλευρά της ΕΥΔΑΠ για να μετατεθεί το πρόβλημα στην υπερκατανάλωση του νερού και όχι στην κατάσταση που βρίσκεται γενικότερα το δίκτυό της.

Βεβαίως, για μας στα μεγάλα έργα υπάγονται έργα περιβαλλοντικά, έργα προστασίας του δασικού πλούτου αντί των ιδιωτικοποιήσεων, πολιτιστικά έργα και οπωσδήποτε δεν πρέπει να ξεχνάμε τη διαχείριση απορριμμάτων και των επικίνδυνων αποβλήτων και τη συγκρότηση βιομηχανικών και βιοτεχνικών ζωνών. Αυτά δεν έχουν γίνει.

Θεωρούμε ότι στην υπόθεση αυτή των μεγάλων έργων δεν είναι μικρότερη και η ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας, όπου οι διαφορές μεταξύ τους ήταν περισσότερο ποσοτικού χαρακτήρα και λιγότερο προσανατολισμού και μάλλον καθόλου προσανατολισμού και ποιότητας.

Μιλάμε για έργα τα οποία θα τα διαχειρίζεται για πάρα πολλά χρόνια ο ιδιώτης και όταν κατά τη γνώμη τους δεν τους συμφέρουν, τότε μπορούν να τα παρατήσουν και να τα δώσουν στο κράτος.

Επιπροσθέτως, θέλω να υπογραμμίσω ότι για την περιοχή της Αττικής βγήκε ένα άλλο πρόβλημα: Των υποδομών που διαθέτει η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά θα έλεγα γενικά των υποδομών που διαθέτει το Λεκανοπέδιο της Αττικής. Γιατί κανείς δεν έχει απαίτηση κάθε δήμος να έχει όλα τα εργαλεία στα χέρια του να αντιμετωπίζει από σεισμούς μέχρι πλημμύρες και χιόνια.

Αποδείχτηκε όμως ότι δεν υπάρχει υποδομή στο επίπεδο της Αττικής. Ιδιαίτερα τις μέρες αυτές χρειαζόταν η επιστράτευση των μέσων που διαθέτει ο Στρατός, πράγμα το οποίο δεν έγινε και αποδείχτηκε επίσης ότι δεν υπάρχει ενιαίο συντονιστικό κέντρο για την αντιμετώπιση των έκτακτων καταστάσεων.

Κάθε τομέας έχει τη δική του ευθύνη, η Πυροσβεστική έχει τη δική της ευθύνη, ο Στρατός έχει τη δική του, η Τοπική Αυτοδιοίκηση τη δική της. Δημιουργήθηκαν δηλαδή και τέτοια ζητήματα, τα οποία τουλάχιστον στο οργανωτικό πεδίο θα έπρεπε να έχουν αντιμετωπιστεί.

Δε θέλω να σας κουράσω περισσότερο. Πιστεύουμε ότι πρέπει να γίνει η καταγραφή των ζημιών. Υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα, αλλά και ιδιαίτερα στην Αττική και στην Κρήτη μεγάλες καταστροφές σε θερμοκήπια, στην παραγωγή οπωροκηπευτικών και εδώ πρέπει το ζήτημα να αντιμετωπιστεί, δεδομένου ότι δεν μπορεί να μείνουν οι καλλιεργητές στο έλεος της θεομηνίας.

Και επειδή έχουμε πικρή πείρα για το πώς αντιμετωπίζονται οι αγροτικές καταστροφές, θέλουμε να υπογραμμίσουμε: Μηχανισμοί και τρόποι υπάρχουν, αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση και σε καμία περίπτωση οι εκλογές δεν πρέπει να αναστείλουν την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος».

ΠΑΣΟΚ και ΝΔ ασκούν ασφυκτική πίεση στα κυπριακά κόμματα

«Ενα δεύτερο ζήτημα που θέλαμε να θέσουμε σ' αυτή τη συνέντευξη είναι το Κυπριακό.

Υπάρχουν κατά τη γνώμη μας το τελευταίο διάστημα δύο κρίσιμες στιγμές, στις οποίες κρίνονται τα ελληνικά κόμματα και η ελληνική κυβέρνηση.

Η μία στιγμή είναι η κατάθεση του σχεδίου Ανάν. Τότε η ελληνική κυβέρνηση, αν θέλετε, πρότρεξε και της Κυπριακής Προεδρίας και δημιούργησε ένα κλίμα ευφορίας ως προς το σχέδιο Ανάν, το οποίο θα μπορούσε κανείς να το δεχτεί ως έχει και να ταυτιστεί με τη δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού.

Αναιμικές ήταν οι παρατηρήσεις της Νέας Δημοκρατίας, γρήγορα τις εγκατέλειψε. Και αυτή μιλούσε για το σχέδιο Ανάν, ενώ στην ίδια γραμμή με την κυβερνητική κατεύθυνση βρέθηκε και ο Συνασπισμός. Εμείς σ' εκείνη τη φάση θεωρήσαμε ότι έπρεπε να κάνουμε το χρέος μας. Δηλαδή τι; Να δημιουργήσουμε - αν θέλετε - ένα κλίμα ανησυχίας, προβληματισμού για το σχέδιο Ανάν για το τι πρόβαλλε και το τι υπέκρυπτε και αυτό το θεωρούσαμε ως τον καλύτερο τρόπο συμπαράστασης στα κυπριακά κόμματα και στην Κυπριακή Προεδρία, γιατί αυτό χρειάζεται σήμερα η κυπριακή ηγεσία και όχι ένα κλίμα εφησύχασης.

Η δεύτερη στιγμή είναι αυτή όπου κατά κάποιο τρόπο κρίθηκε η διαδικασία με την οποία θα "επιλυθεί" το σχέδιο Ανάν. Κυβέρνηση και Νέα Δημοκρατία δημιουργούν επίσης ένα νέο κλίμα πανηγυρισμού και κατά τη γνώμη μας αυτό που ενδιαφέρονται να κάνουν είναι να ασκήσουν πίεση στα κυπριακά κόμματα, στην Κυπριακή Προεδρία για να δεχτεί μια διαδικασία στην οποία ο τελικός κριτής είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος μπορεί να έχει τον τίτλο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, όμως δεν πρόκειται να κινηθεί στα πλαίσια των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Εχει προ πολλού φύγει από τον ΟΗΕ το Κυπριακό και για να είμαστε και ειλικρινείς έχει φύγει όχι επί Ανάν, αλλά ακόμα επί της Γενικής Γραμματείας του κ. Γκάλι με τις λεγόμενες ιδέες Γκάλι.

ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία προκαλούν ασφυκτική πίεση στα κυπριακά κόμματα. Και είναι ένα είδος διλήμματος που λέει, προσέξτε να μη ριχτούν οι ευθύνες για το ναυάγιο στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Δηλαδή, πού αναφέρονται, σε ποιον απαντούν σ' αυτό το ζήτημα; Ποιον διαβεβαιώνουν σ' αυτό το ζήτημα;

Κατά τη γνώμη μας διαβεβαιώνουν όχι τον Ανάν ιδιαιτέρως, όσο τον αμερικανικό και βρετανικό παράγοντα, που απ' ό,τι φαίνεται θα παίξουν αποφασιστικό ρόλο από ένα σημείο και μετά στο πλευρό και από πάνω θα είναι το κεφάλι του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, του κ. Ανάν, ο οποίος εν λευκώ από ένα σημείο και μετά θα συμπληρώνει τα κενά κατά τη δική του βούληση.

Εμείς κατανοούμε απόλυτα μέσα σε ποιο δύσκολο περιβάλλον βρίσκονται αυτή τη στιγμή και η Προεδρία της Κύπρου και τα κόμματα της Κύπρου, διότι από παντού τους πιέζουν για μία λύση η οποία τίποτα δε δείχνει ότι θα έχει λειτουργικό και βιώσιμο χαρακτήρα και εν πάση περιπτώσει, έστω σε γενικές γραμμές, θα βρίσκεται μέσα στα πλαίσια της δημιουργίας ενός ενιαίου κράτους, με ενιαία προσωπικότητα διεθνώς στη βάση οπωσδήποτε της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.

Για άλλη μια φορά θα πούμε ότι χρέος από τη δική μας την πλευρά δεν είναι βεβαίως να υποδείξουμε εμείς τι θα κάνουν τα κυπριακά κόμματα, αλλά τουλάχιστον να είμαστε σε θέση σωστής συμπαράστασης και αλληλεγγύης και να μην αποτελούμε πρόσθετο παράγοντα πίεσης».

Δείχνουν πώς καταλαβαίνουν τη δημοκρατία

«Τέλος, θέλω να κάνω ένα σχόλιο εκ μέρους του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας για την τροπή που πήραν τα πράγματα όσον αφορά το περίφημο debate. Σήμερα το πρωί επικοινώνησε μαζί μου ο υπουργός Εσωτερικών, ο υπηρεσιακός ο κ. Αλιβιζάτος - υποθέτω θα το έκανε με όλα τα κόμματα - ζητώντας και γνώμη και συνεργασία για το πώς καλύτερα θα μπορέσει να ασκηθεί - ας το πούμε - το προεκλογικό έργο από όλα τα κόμματα.

Εκ μέρους του Κόμματος του έθεσα αυτό το ζήτημα. Βεβαίως, ξέρουμε ότι δεν μπορεί ο κ. Αλιβιζάτος να ανατρέψει αποφάσεις που έχουν παρθεί προηγούμενα με ευθύνη του κ. Σκανδαλίδη και στη Διακομματική Επιτροπή με τη συναίνεση των δύο κομμάτων, ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας, αλλά εν πάση περιπτώσει του ζητήσαμε να ασκήσει τις δυνατότητές του, τουλάχιστον στο ζήτημα και του τηλεοπτικού χρόνου, αλλά κυρίως στο ότι πρέπει να αποφευχθεί να μην πραγματοποιηθούν αυτά τα περίφημα debates ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και στη Νέα Δημοκρατία με το εξής επιχείρημα: Ο ελληνικός λαός στην κάλπη θα σταθεί, ανεξάρτητα πώς σκέφτεται ο καθένας, και θα πάρει πάρα πολλά ψηφοδέλτια. Δεν ψηφίζει ανάμεσα στα δύο κόμματα. Ψηφίζει και επιλέγει ανάμεσα σε πολύ περισσότερα κόμματα.

Βεβαίως, το πρακτικό που μπορεί να επιτευχθεί είναι τα κόμματα της Βουλής και της Ευρωβουλής να πάρουν μέρος σε ενιαίο debate και μάλιστα αντί να ακολουθηθεί η πρακτική ο κάθε επικεφαλής του κόμματος να δίνει 5-6 συνεντεύξεις στα τηλεοπτικά κανάλια, πράγμα που είναι εντελώς βαρετό και είναι μια επανάληψη, να υπάρχουν τρεις, τέσσερις, πέντε συνεντεύξεις που να είναι "διακαναλικές" και να πάρουν μέρος όλοι οι επικεφαλής των κομμάτων.

Διότι εμείς θεωρούμε ότι αν έτσι πάνε τα πράγματα, τα δύο κόμματα δείχνουν πώς καταλαβαίνουν τη δημοκρατία και επιπλέον εάν έτσι προχωρήσουν τα πράγματα και αν θέλετε και τα τηλεοπτικά κανάλια το δεχτούν έτσι, τότε πάμε στη λογική ότι "ελληνικέ λαέ, είσαι υποχρεωμένος να διαλέξεις ανάμεσα στους δύο"!

Εμείς, βεβαίως, πιστεύουμε ότι ένα μεγάλο μέρος του λαού δεν είναι απλώς σκεπτόμενο, όπως λέγεται της μόδας, αλλά όλη αυτή την κατάσταση θα τη βιώσει διαφορετικά και θα είναι και αυτή μία πρόσθετη αφορμή να γυρίσει την πλάτη του στα δύο κόμματα, τα οποία μέσα από τη διαδικασία του debate θα προσπαθήσουν να αποδείξουν τις διαφορές τους. Αυτό είπε και η κα Διαμαντοπούλου. "Πρέπει να γίνουν αυτά τα debate για να καταλάβει ο λαός ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα".

Αυτά τα debate, όσο και αριστοτεχνικά σχεδιασμένα να είναι, δεν είναι δυνατόν να αντιστρέψουν την πραγματικότητα. Θα αποδείξουν την ομοιότητα των δύο κομμάτων αλλά όμως, πέρα απ' αυτό, θύμα θα είναι η προεκλογική δημοκρατία.

Από αυτή την άποψη ζητάμε και από τους ιδιοκτήτες των καναλιών και βεβαίως και από την κρατική τηλεόραση να μην υποκύψουν στις ορέξεις των δύο κομμάτων, αλλά να δημιουργήσουν προϋποθέσεις προσέλκυσης του κοινού στην ακροαματικότητα μέσα από ένα συνολικό debate, μία συνολική συνέντευξη, για να το πούμε ελληνικά, και να μην υπάρξουν τα γνωστά προσχήματα ότι τα δύο κόμματα συμφώνησαν μεταξύ τους, άρα δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά».