Από τη «Συνθήκη Εγκαθίδρυσης» το 1960 της Κυπριακής Δημοκρατίας μέχρι το σήμερα και το «σχέδιο Ανάν», οι ιμπεριαλιστές βλέπουν το νησί μόνο ως άλλο ένα αεροπλανοφόρο
Associated Press |
Σκοπός των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων ήταν να το έχουν εσαεί ένα καλυμμένο προτεκτοράτο, κάτι που προσπάθησαν να επαναβεβαιώσουν και με το «σχέδιο Ανάν». Ενα κρατίδιο εξαρτώμενο, με σημαντικό μέσο ελέγχου τις διαβόητες βρετανικές βάσεις. Δυο βάσεις που με το «σχέδιο Ανάν» αναβαθμίζονταν μέχρι του σημείου να έχουν ακόμα και δική τους υφαλοκρηπίδα.
Η ιστορία της κατοχύρωσης των αμερικανοβρετανικών γεωστρατηγικών συμφερόντων στο νησί (και μέσω των εν λόγω βάσεων) έχει μεγάλη σημασία. Διευκολύνει στην κατανόηση των σημερινών ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών. Και επειδή οι πιέσεις για αποδοχή αμερικανόπνευστων «σχεδίων» συνεχίζονται, χρήσιμο είναι να ξαναδιαβάσουμε τούτη την ιστορία.
«Ο Φουτ άφηνε στην Κύπρο ένα σύνολο συμφωνιών - την ιδρυτική συνθήκη ανεξαρτησίας, τη συνθήκη συμμαχίας, τη συνθήκη εγγυήσεων και το σύνταγμα του 1960 - με μοιραίες αδυναμίες. Καθιέρωναν ένα σύστημα διακυβέρνησης, που αναπόφευκτα προκαλούσε πόλωση και τελικά οδήγησε σε αιματοχυσία. Το σύστημα επινοήθηκε από εξωτερικές δυνάμεις, για την εξυπηρέτηση των δικών τους πολιτικών και αμυντικών συμφερόντων στο νησί και όχι με βάση το συμφέρον των κατοίκων του, δε διασφάλιζε την ανεξαρτησία και την ενότητα και αδυνατούσε να λειτουργήσει. Υπό την πίεση των συμμάχων του NATO, οι Ελληνοκύπριοι αναγκάστηκαν να δεχτούν ένα σύνταγμα, που τους στερούσε τη δυνατότητα να εκλέξουν κυβέρνηση, τη δυνατότητα να αλλάξουν το σύνταγμά τους και εξασφάλιζε στις δυνάμεις του NATO τη δυνατότητα στρατιωτικής επιρροής και χρήσης των εγκαταστάσεων του νησιού». Θυμίζει κάτι;
«Το μερίδιο του λέοντος είχε η Βρετανία. Η συνθήκη εγκαθίδρυσης... επέτρεπε στη Βρετανία να διατηρήσει υπό την κατοχή της δύο μεγάλες ανεξάρτητες περιοχές στη νότια ακτή, καθώς και εκτεταμένα δικαιώματα ελέγχου σε πολυάριθμες αμυντικές περιοχές και εγκαταστάσεις σε όλη την επικράτεια της νέας δημοκρατίας, παραβιάζοντας έτσι την ανεξαρτησία του νέου κράτους».
«Ως αποτέλεσμα της Συνθήκης της Εγκαθίδρυσης του 1960, το νησί αφέθηκε με υπερσύγχρονα ηλεκτρονικά συστήματα, που τροφοδοτούσαν - και τροφοδοτούν - τη Βρετανία και Αμερική με άκρως απόρρητες πληροφορίες... Οι κατασκοπευτικοί σταθμοί δημιουργήθηκαν υπό τη βρετανική αποικιοκρατία και οι συνθήκες που εγκαθίδρυαν τη νέα δημοκρατία της Κύπρου προσέφεραν στη Βρετανία όλες τις δυνατότητες της διατήρησης και προστασίας τους. Οι πληροφορίες που συγκεντρώνονταν μεταφέρονταν στην Ουάσινγκτον, σύμφωνα με τη μυστική συμφωνία του 1947 UKUSA, για τη συλλογική συγκέντρωση πληροφοριών από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, την Αυστραλία, τον Καναδά και τη Νέα Ζηλανδία. Οι Αμερικανοί χρησιμοποιούσαν επίσης κρυφά τη δική τους υπηρεσία πληροφοριών στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας. Επιπροσθέτως των συστημάτων ηχητικής υποκλοπής, οι βρετανικές διευκολύνσεις περιελάμβαναν εγκαταστάσεις απαραίτητες για στρατιωτικές επιχειρήσεις, όπως αεροδρόμια και αποθήκες στα λιμάνια».
Οι συγγραφείς αποκαλύπτουν ότι η Βρετανία είχε ένα ολόκληρο σύνταγμα και άλλες μονάδες στην Κύπρο αποκλειστικά για να χειρίζονται εξοπλισμό ηλεκτρονικού πολέμου, συστημάτων παρακολούθησης και ραντάρ. «Το προσωπικό στην Κύπρο χειριζόταν δεκάδες χιλιάδες απόρρητα έγγραφα σε καθημερινή βάση1... Οι πομποί στο νησί αναμετέδιδαν το υλικό που είχαν υποκλέψει στο GCHQ (σ.σ: στο αρμόδιο βρετανικό επιτελείο) στην Ουάσινγκτον, ή σε άλλες πηγές στη Μέση Ανατολή. Επίσης χρησίμευαν στην προπαγάνδα, με την παρεμπόδιση εχθρικών και τη μετάδοση φίλιων ραδιοφωνικών εκπομπών στην περιοχή».