ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΗ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ
Λείπει ο «δεσμός» με τον αιμοδότη

«Δεσμοί αίματος» ονομάζεται η καμπάνια του υπουργείου Υγείας για την εθελοντική αιμοδοσία, αλλά λείπουν οι δομές και οι οργανωτικές πρωτοβουλίες που θα οδηγήσουν ώστε να γίνει βίωμα αυτή η προσφορά

Κυριακή 20 Ιούνη 2004

Γρηγοριάδης Κώστας

Ενάμιση μήνα πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τη βδομάδα που πέρασε, το υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε την έναρξη καμπάνιας για τη διάδοση της εθελοντικής αιμοδοσίας με τίτλο: «Δεσμοί Αίματος». Κίνηση που υπαγορεύτηκε και από τις εκτιμήσεις της Επιτροπής Αιμοδοσίας του υπουργείου ότι κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών θα υπάρξει αύξηση των αναγκών κατά 15% και το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί πολύ περισσότερο αν υπάρξει έκτακτη ανάγκη.

Με δεδομένες τις ελλείψεις των αιματολογικών μονάδων σε προσωπικό και σύγχρονο εξοπλισμό και την απουσία κεντρικού οργάνου που θα συντονίζει τις 96 διάσπαρτες στη χώρα υπηρεσίες για την αιμοδοσία, η Επιτροπή κατάρτισε επιχειρησιακό πρόγραμμα για την ενίσχυση του συστήματος, το οποίο όμως δεν έχει υλοποιηθεί. Και η απαραίτητη αγωγή Υγείας για την ευαισθητοποίηση των Ελλήνων για την εθελοντική αιμοδοσία, που εμπεδώνεται με πολύχρονα και συστηματικά προγράμματα από ειδικούς και κυρίως στην εκπαίδευση, παρακάμπτεται - προς το παρόν τουλάχιστον - από το υπουργείο Υγείας, με εκδηλώσεις που επιχειρούν να «μπαλώσουν» ευκαιριακά ένα πρόβλημα ζωτικής σημασίας.

Τις ανεπάρκειες αυτές πληρώνουν την ώρα της ανάγκης οι χρόνιοι πάσχοντες, αλλά και τα έκτακτα περιστατικά με την αγωνιώδη αναζήτηση αίματος, αλλά και οι εργαζόμενοι στις αιμοδοσίες. Οι ανάγκες της χώρας σε αίμα υπολογίζονται σε περίπου 600.000 μονάδες κάθε χρόνο, αλλά δεν καλύπτονται επαρκώς, με αποτέλεσμα να γίνονται αναβολές εγχειρήσεων και «μισές» μεταγγίσεις στους πάσχοντες από μεσογειακή αναιμία, να επιστρατεύονται οι συγγενείς των ασθενών ή να γίνονται επικίνδυνες διακομιδές ασθενών από την επαρχία. Οι ελλείψεις αυτές αναγκάζουν τη χώρα να εισάγει το 2,7% του αίματος που χρειάζεται από τον ελβετικό Ερυθρό Σταυρό.

Οπως εξηγεί στο «Ρ» η Κωνσταντίνα Πολίτη, πρόεδρος της Επιτροπής Αιμοδοσίας του υπουργείου Υγείας και διευθύντρια του Κέντρου Αιμοδοσίας του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Αθήνας, «ο αιματολογικός δείκτης της χώρας μας, είναι 5,8 μονάδες αίματος ανά 100 κατοίκους και είναι από τους υψηλότερους. Το 50% όμως αυτού του αίματος δε δίνεται από τον ανώνυμο άγνωστο εθελοντή, αλλά από το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον των ασθενών, από ανθρώπους που δίνουν συνήθως αίμα για πρώτη φορά στη ζωή τους σε κάποια περίοδο κρίσης». Η συγκεκριμένη αιμοδοσία θεωρείται επισφαλής για την ποιότητα του αίματος, με δεδομένο ότι αν και έχει ελαχιστοποιηθεί, εξακολουθεί να υπάρχει ο κίνδυνος μετάδοσης λοιμώξεων με τη μετάγγιση, κυρίως λόγω της λεγόμενης περιόδου του «παραθύρου», του χρόνου δηλαδή που μεσολαβεί από την έκθεση ενός ατόμου στον ιό, μέχρι την ανίχνευσή του στο αίμα.

Σύμφωνα με τα εθνικά δεδομένα, το 2002 συγκεντρώθηκαν στη χώρα 607.817 μονάδες αίματος. Το 52% αυτών των μονάδων δόθηκαν από το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον, το 41,3% από εθελοντές αιμοδότες, το 4% από τις Ενοπλες Δυνάμεις και το 2,7% από τον ελβετικό Ερυθρό Σταυρό. Κι όμως έχει υπολογιστεί ότι για να υπάρχει επάρκεια της χώρας σε αίμα θα αρκούσε να δίνει το 10% του πληθυσμού αίμα τουλάχιστον μια φορά το χρόνο.

Πληρώνουν μεταφορικά για το αίμα!

Το αίμα συνήθως δεν επαρκεί στην επαρχία και οι ασθενείς και τραυματίες χρειάζεται να μεταφέρονται με ασθενοφόρα ή ελικόπτερα, σε νοσοκομεία που διαθέτουν αιμοδοσίες. Και σαν να μην έφταναν οι ελλείψεις, υπάρχουν και οι πληρωμές για τη μεταφορά του αίματος ή ακόμα και για τη διάδοση της εθελοντικής αιμοδοσίας!

Η μόνιμη έλλειψη αίματος, που αντιμετωπίζει το νοσοκομείο της Ικαρίας, ήταν η αιτία που έγινε στις 10.2.2003 η αεροδιακομιδή της 70χρονης ασθενούς που οδήγησε στο δυστύχημα με την πτώση του ελικοπτέρου του ΕΚΑΒ με τέσσερα θύματα. Στο νησί διοργανώνεται εθελοντική αιμοδοσία δυο φορές το χρόνο και το Πανικάριο Νοσοκομείο έστελνε με τα ΕΛΤΑ δωρεάν περίπου 2.000 επιστολές στους εθελοντές αιμοδότες για να τους υπενθυμίσει να δώσουν αίμα. Ομως, απ' τις αρχές του 2003 ζητήθηκε απ' το νοσοκομείο να πληρώνει 40 λεπτά τέλος για κάθε επιστολή. Μάλιστα, πρόσφατα, η διοίκηση του νοσοκομείου ενημέρωσε τους εργαζόμενους, ότι τα έξοδα για τις επιστολές δεν εγκρίνονται και τους... προμήθευσε απλώς με 1.500 φύλλα χαρτί Α4!

Σαν κοινό εμπόρευμα όμως πληρώνεται και η μεταφορά αίματος απ' τα νησιά που δε διαθέτουν αιμοδοσίες. Παλιότερα η μεταφορά γινόταν δωρεάν. Πριν τρία χρόνια όμως, τα Κέντρα Αιμοδοσίας της χώρας ενημερώθηκαν ότι θα πληρώνουν για τη μεταφορά, προκειμένου η «Ολυμπιακή» να εξυγιανθεί!

Τεράστια αγωνία ζουν και οι 3.100 πάσχοντες από μεσογειακή αναιμία, που χρειάζονται μετάγγιση αίματος ανά 15 μέρες.

«Η μεγαλύτερη έλλειψη αίματος παρουσιάζεται τον Αύγουστο, οπότε για να καλυφθούν οι ανάγκες, καλούνται να δώσουν αίμα εθελοντές αιμοδότες, συγγενείς αιμοδοτών ή εισάγεται αίμα από την Ελβετία», υπογραμμίζει ο Ν. Ντάνος, διοικητής του Νοσοκομείου Παίδων «Αγία Σοφία». Στο νοσοκομείο αν και είναι Παίδων μεταγγίζονται 900 ενήλικες με μεσογειακή αναιμία, και έτσι, αν υπάρξει επιπλοκή κατά τη μετάγγισή τους χρειάζεται να μεταφερθούν σε νοσοκομείο ενηλίκων.

Τις ελλείψεις στις μονάδες υπογραμμίζει και ο Οδυσσέας Πλατής, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Μεσογειακής Αναιμίας Ελλάδας: Στο Γενικό Κρατικό της Αθήνας σε τρία τετραγωνικά μέτρα μεταγγίζονται 50 άνθρωποι, ενώ το νέο κτίριο που ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 2002 στο νοσοκομείο προκειμένου να στεγάσει την αιμοδοσία παραμένει γιαπί. Οι μεταγγίσεις 150 ανθρώπων στο «Ιπποκράτειο» Αθήνας γίνονται σε μια υπόγεια αίθουσα. Στο «Δρακοπούλειο» Κέντρο Αιμοδοσίας μεταγγίζονται 200 πάσχοντες από μεσογειακή αναιμία, με την παρακολούθηση μόνο ενός γιατρού. Στην επαρχία οι περισσότερες μονάδες αιμοδοσίας λειτουργούν οριακά από προσωπικό.


Κείμενα:
Νατάσα ΠΑΝΟΠΟΥΛΟΥ