Η δυσκολία της συγκέντρωσης έργων του Θ. Τσίγκου, είναι, ίσως, η αιτία που δεν πραγματοποιούνται συχνά εκθέσεις του. Εκτός από τα εκρηκτικά λουλούδια του, παραμένουν άγνωστα στο ευρύ κοινό τα υπόλοιπα ζωγραφικά θέματά του, όπως τα φανταστικά ζώα, οι εξπρεσιονιστικές ανθρώπινες φιγούρες, οι νεκρές φύσεις, οι βυθοί, τα λιμάνια με τα σπίτια και οι βάρκες. Στην έκθεση της Πινακοθήκης Κυκλάδων εκτίθενται έργα από αυτές τις ενότητες, στις οποίες επανερχόταν ο Θ. Τσίγκος. Μέσα από τα παρουσιαζόμενα έργα του Γ. Γαΐτη σκιαγραφείται η εξέλιξη της πορείας του χρονολογικά, από το 1949 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Οι 40 πίνακες του Γ. Γαΐτη και οι 50 του Θ. Τσίγκου προέρχονται από την προσωπική συλλογή του Κ. Ιωαννίδη από κρατικούς φορείς, όπως η Εθνική Πινακοθήκη, η Πινακοθήκη Ρόδου και από ιδιωτικές συλλογές.
Η έκθεση ξετυλίγεται χρονολογικά και καλύπτει την αναδρομική πορεία των δύο αυτών ζωγράφων, οι οποίοι γνωρίστηκαν το 1956 στην «πόλη του φωτός», το Παρίσι. «Ηδη από το 1945 και μέχρι το 1960 περίπου» αναφέρει η επιμελήτρια της έκθεσης Μπία Παπαδοπούλου, «επικρατούσε στο Παρίσι η άμορφη ζωγραφική. Ως τάση, η άμορφη ζωγραφική δεν καταργούσε το εικονικό πλαίσιο αναφοράς, αλλά αρνιόταν τη ρεαλιστική και άμεσα αναγνωρίσιμη εικόνα, δίνοντας έμφαση στην ελεύθερη χειρονομία, την παχιά πάστα, τη σχεδόν τρισδιάστατη ζωγραφική ματιέρα, το στάξιμο της μπογιάς απ' ευθείας από το σωληνάριο στον καμβά και τέλος τον αυθόρμητο αυτοσχεδιασμό χάρη στον οποίο τα τυχαία επεισόδια μεταλλάσσονται σε σωστά διαρθρωμένες εικαστικές εικόνες».
Συγκεκριμένα, στην κεντρική αίθουσα της Πινακοθήκης Κυκλάδων ξεχωρίζει ένας χαρακτηριστικός πίνακας του Θ. Τσίγκου με λουλούδια, ενώ δεξιά, παρουσιάζεται ένας άμορφος πίνακας του Γ. Γαΐτη του 1957, επίσης λουλούδι. Στο χώρο αυτό εκτίθενται τα περισσότερα πρώιμα έργα του Γ. Γαΐτη, πριν φύγει για το Παρίσι. Οι βιόμορφες σουρεαλιστικές συνθέσεις καθώς και οι γεωμετρικές και κυβιστικές ανιχνεύσεις του, εγκαταλείπονται όταν φτάνει στο Παρίσι και γνωρίζει τον Θ. Τσίγκο προς χάριν της χειρονομιακής ζωγραφικής.
Η δεξιά αίθουσα του παλιού Τελωνείου αφιερώνεται στον Γιάννη Γαΐτη. «Στόχος μας», αναφέρει η Μπία Παπαδοπούλου, «είναι να δείξουμε όχι μόνο τις επιδράσεις του Τσίγκου αλλά κυρίως πώς ο Γαΐτης ξέφυγε - σχετικά γρήγορα - από αυτές τις επιρροές και καταστάλαξε σταδιακά σε ένα προσωπικό εικαστικό ύφος όπου το παραμύθι και η οπτική αφήγηση παίζουν πρωταρχικό ρόλο. Η έμφαση έχει δοθεί σε πίνακες πριν από το αντιπροσωπευτικό ανθρωπάκι, το τόσο γνωστό στο ευρύ κοινό, με σκοπό να αναδειχτεί η έντονα ανήσυχη φύση του Γιάννη Γαΐτη ο οποίος δε δίσταζε να πειραματίζεται συνέχεια και να αλλάζει ύφος γραφής, διατηρώντας ακέραιη την υψηλή ποιότητα της δουλιάς του».
Η αριστερή αίθουσα της Πινακοθήκης Κυκλάδων αφιερώνεται στον Θάνο Τσίγκο, τον «"αδικημένο" στην ιστορία της ελληνικής τέχνης. Διεθνής προσωπικότητα, με αγοραστικό κοινό στην Ευρώπη, την Αμερική, και τον Καναδά, ο Τσίγκος έζησε μια περιπετειώδη και επεισοδιακή ζωή, αν και σύντομη. Πέθανε σε ηλικία μόλις 51 ετών από κύρωση του ήπατος και άφησε πίσω του ένα έργο διάσπαρτο ανά τον κόσμο, γεμάτο παλμό και ζωντάνια».