Με του Σκαλκώτα τα «μάγια»
Κυριακή 11 Ιούλη 2004

Στον πρωτοπόρο συνθέτη Νίκο Σκαλκώτα, που γεννήθηκε πριν από 100 χρόνια στη Χαλκίδα, που υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς του 20ού αιώνα, αλλά ταυτόχρονα ήταν στον τόπο του ο μεγάλος αδικημένος, είναι αφιερωμένες οι συναυλίες που θα δώσουν στο Ηρώδειο οι δύο μεγάλες κρατικές ορχήστρες μας. Στις 16 Ιουλίου, η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης συμπράττει με δύο έξοχους σολίστ, ερμηνεύοντας δύο μεγαλειώδη έργα. Υπό τη μουσική διεύθυνση του Βασίλη Χριστόπουλου και με τη σύμπραξη των καταξιωμένων σολίστ στο βιολί Σίμου Παπάνα και Γιώργου Δεμερτζή, η ΚΟΘ θα παρουσιάσει σε παγκόσμια πρώτη το έργο «Κοντσέρτο για δύο βιολιά και ορχήστρα», που ο Ν. Σκαλκώτας άφησε ανολοκλήρωτο, καθώς δεν πρόλαβε να ενορχηστρώσει το δεύτερο μέρος του, το οποίο και ολοκλήρωσε ο Κώστας Δεμερτζής. Το έργο που γράφτηκε πιθανότατα τις μέρες των Δεκεμβριανών, είναι το πρώτο που σηματοδοτεί την εισαγωγή ρεμπέτικης μουσικής στη συμφωνική μας δημιουργία, καθώς ο Σκαλκώτας στο δεύτερο μέρος του χρησιμοποιεί ρεμπέτικο θέμα (το τραγούδι του Τσιτσάνη «Θα πάω κει στην Αραπιά»), το οποίο θεωρεί «λαϊκό τραγούδι» και στήνει πάνω του ονειρικές παραλλαγές. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίσης τη Συμφωνία αρ. 3, σε λα ελάσσονα, γνωστή και ως «Σκοτσέζικη» του Μέντελσον.

Ελληνικοί Χοροί από την ΚΟΑ

Στις 14 Αυγούστου, στο Ηρώδειο, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, συμμετέχοντας στο γιορτασμό για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Ν. Σκαλκώτα, υπό τη διεύθυνση του Βύρωνα Φιδετζή, θα ερμηνεύσει τους «36 Ελληνικούς Χορούς», το γνωστότερο (τουλάχιστον σ' ένα μικρό μέρος του) έργο του στην Ελλάδα, που επιβεβαιώνει την άποψη του Σκαλκώτα ότι τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια πρέπει και μπορεί να γίνονται αντικείμενα θεματικής ανάπτυξης. Ο Μίνως Δούνιας ήδη το 1949 επισήμαινε ότι οι «36 Ελληνικοί Χοροί» ανέδειξαν τον συνθέτη τους σε κύριο συντελεστή της λεγόμενης «Εθνικής Σχολής». Οπως αναφέρει ο συνθέτης Χάρης Ξανθουδάκης, «ο Σκαλκώτας ανταποκρίθηκε όσο λίγοι από τους θεμελιωτές και οπαδούς του ελληνικού μουσικού εθνικισμού στο πρόγραμμα της Εθνικής Σχολής, στη δημιουργία δηλαδή προσωπικού μουσικού ύφους, βασισμένου σε πρωτογενές υλικό από τη δημοτική παράδοση». Χάρη στις έρευνες των Κώστα Δεμερτζή, Γιάννη Γ. Παπαϊωάννου και Μάρκου Δραγούμη, σήμερα γνωρίζουμε αρκετά καλά το ιστορικό της σύνθεσης των Χορών. Ο «Πελοποννησιακός» χρονολογείται από το Γενάρη του 1931, ενώ τρεις ακόμη χοροί δημιουργήθηκαν το 1933, τη χρονιά της οριστικής εγκατάστασης του συνθέτη στην Αθήνα. Τον Ιούνιο του 1934 η προϊσταμένη του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου Μέλπω Μερλιέ ανέθεσε στον Σκαλκώτα να καταγράψει σε πεντάγραμμο το περιεχόμενο 15 δίσκων των 78 στροφών με ηχογραφήσεις ελληνικής δημοτικής μουσικής. Προϊόν αυτής της ανάθεσης ήταν η καταγραφή 43 χορών και σκοπών, που παραδόθηκαν στο Αρχείο στις 31 Ιανουαρίου 1935. Στη συνέχεια ο Σκαλκώτας συνέθεσε τρεις ακόμη χορούς, βασισμένους σε τρεις από τις καταγραφές του, οι οποίοι προστέθηκαν στους υπάρχοντες τέσσερις. Η πρώτη σειρά 12 χορών συμπληρώθηκε πριν από το τέλος του 1935, ενώ η δεύτερη και τρίτη σειρά (από 12 χορούς η καθεμιά) χρονολογούνται από το 1936. Τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του ο συνθέτης αναθεωρεί την ενορχήστρωση του έργου, ενώ στο ενδιάμεσο μεταγράφει πολλούς από τους χορούς για μπάντα, για κουαρτέτο ή ορχήστρα εγχόρδων, για βιολί και πιάνο και για σόλο πιάνο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι «36 Ελληνικοί Χοροί» δισκογραφήθηκαν για πρώτη φορά στο σύνολό τους, μόλις το 1990 από την Κρατική Φιλαρμονική Ορχήστρα Ουραλίων, με μαέστρο τον Β. Φιδετζή, ο οποίος και διηύθυνε την ΚΟΑ στην πρώτη παγκόσμια παρουσίαση του κύκλου, στη Θεσσαλονίκη (28/1/1997).

Οι δύο συναυλίες των κρατικών μας ορχηστρών ασφαλώς δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις τεράστιες ευθύνες της ελληνικής πολιτείας απέναντι στο σπουδαίο έργο του Σκαλκώτα. Ενα έργο που παρότι εκτιμήθηκε ιδιαίτερα στο εξωτερικό, στη χώρα αγνοήθηκε, αποσιωπήθηκε, ξεχάστηκε για δεκαετίες. Και χρειάστηκε μεγάλη, μακρόχρονη, πεισματική προσπάθεια μερικών ομοτέχνων του, όπως του Γ. Παπαϊωάννου, του Συνδέσμου «Φίλων Ν. Σκαλκώτα», της Ενωσης Ελλήνων Μουσουργών, του Κέντρου Σύγχρονης Μουσικής Ερευνας και κάποιων άλλων καλλιτεχνών και φορέων για να αρχίσει τις τελευταίες δεκαετίες να βγαίνει από την αφάνεια.

Ο Ν. Σκαλκώτας, παρά τη σύντομη ζωή του (πέθανε το 1949 σε ηλικία 45 χρόνων), έγραψε 110 περίπου έργα, που αφορούν σε όλα σχεδόν τα μουσικά είδη: Συμφωνικά, έργα για έγχορδα και πνευστά, μπαλέτα, μουσική δωματίου, έργα για σόλο όργανα, φωνητικά έργα, σκηνική μουσική. Στο έργο του χρησιμοποιεί και εξερευνά όλες τις κύριες και σύγχρονες μουσικές τάσεις της εποχής του, οι οποίες καθόρισαν τη μουσική του 20ού αιώνα.

Η συμπλήρωση των 100 χρόνων από τη γέννησή του (8/3/1904) υπήρξε μια ακόμα πρόκληση για το ελληνικό κράτος, που ουδέποτε έσκυψε επί της ουσίας πάνω από τις αληθινές πηγές του πολιτισμού μας, να κάνει το χρέος του. Και σε αυτή την πρόκληση, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν ανταποκρίθηκε. Συνεχίζοντας την πεπατημένη της αδιαφορίας για την πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία - ιδιαίτερα αυτήν που πάει πιο μπροστά και πιο ψηλά την καινοτόμο, προοδευτική σκέψη και δημιουργία. Συνεχίζοντας να στερεί από το λαό μας αυτά που και στον μουσικό πολιτισμό του ανήκουν, την ίδια ώρα που τον αφήνει έρμαιο σε κάθε είδους εφήμερα «σκουπίδια».


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ