ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ - ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΛΙΣΑΒΟΝΑΣ
Ζήτω... η ισοπέδωση των εργασιακών δικαιωμάτων
Κυριακή 15 Αυγούστου 2004

Οι αρχές της δεκαετίας του 1990, ιδιαίτερα μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τη Λευκή Βίβλο, αποτέλεσαν την αφετηρία μεγάλων ανατροπών στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Ανατροπές που αποτελούν απόρροια της επιθετικότητας του κεφαλαίου, με στόχο την αύξηση των κερδών του και ο οποίος υπηρετείται από την ολοένα και πιο σκληρή εκμετάλλευση της εργατικής τάξης.

Σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, το Συμβούλιο της Λισαβόνας της Ευρωπαϊκής Ενωσης το 2000, σηματοδοτεί την ένταση αυτής της επίθεσης. Ο κύριος στόχος που έθεσε το Συμβούλιο της Λισαβόνας είναι η οικονομία της ΕΕ να γίνει ανταγωνιστικότερη της οικονομίας των ΗΠΑ. Για την εξυπηρέτηση αυτού του στόχου, το Συμβούλιο της Λισαβόνας αποφάσισε την εφαρμογή των παρακάτω μέτρων:

Στην Ελλάδα του 2004 τα μέτρα αυτά έχουν αποκτήσει, πλέον, σάρκα και οστά. Η μερική απασχόληση αποτελεί περίπου το 16-18% στον ιδιωτικό τομέα, ενώ ακόμα μεγαλύτερο είναι το ποσοστό της προσωρινής απασχόλησης. Την ίδια ώρα, η λεγόμενη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» καταστρατηγεί κάθε δικαίωμα των εργαζομένων στον ελεύθερο χρόνο, στην κοινωνική και πολιτική δραστηριότητά τους. Στο Δημόσιο, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και σήμερα της ΝΔ προώθησαν νόμους για τη γενίκευση της μερικής απασχόλησης, για τη διατήρηση και αναπαραγωγή του καθεστώτος της εργασιακής και πολιτικής ομηρίας των χιλιάδων συμβασιούχων, για τη διαμόρφωση ενός ακόμα μισθολογίου πείνας για τους δημόσιους υπαλλήλους κ.ά. Πριν δύο χρόνια, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ολοκλήρωσε, σε μεγάλο βαθμό, τη μεγάλη αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση που ξεκίνησε επί κυβερνήσεως ΝΔ από τις αρχές του 1990. Ανάλογη κατάσταση επικρατεί και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης με το μεγάλο κεφάλαιο να δρα εντελώς ασύδοτα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτόν τον καιρό οι μεθοδεύσεις μεγάλων εταιριών σε Γερμανία και Γαλλία για την αναπροσαρμογή προς τα πάνω του χρόνου εργασίας χωρίς αύξηση των αποδοχών.

Μετά τη Λισαβόνα, ακολούθησαν μια σειρά άλλες Σύνοδοι Κορυφής, για να φτάσουμε στην πρόσφατη Εαρινή Σύνοδο στις Βρυξέλλες, το Μάρτη του 2004, όπου έγινε έλεγχος για την πορεία υλοποίησης των αποφάσεων της Λισαβόνας. Στα κείμενα της Συνόδου εκφράζεται η ικανοποίηση για την εφαρμογή των μέτρων, αλλά και η απαίτηση να ενταθούν οι ρυθμοί υλοποίησής τους. Ταυτόχρονα, αποφάσισε τη λήψη συμπληρωματικών μέτρων που εντείνουν την αντεργατική - αντιλαϊκή επίθεση. Τα μέτρα αυτά προβλέπουν:

Η αύξηση κατά πέντε χρόνια της μέσης πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης. Θα επιτευχθεί μέσω μιας σειράς μέτρων που εμποδίζουν τη συνταξιοδότηση με τα σημερινά όρια. Προφανώς ένα από αυτά είναι η χαμηλή σύνταξη που θα πάρει κάποιος αν θελήσει να συνταξιοδοτηθεί με βάση αυτά τα όρια. Ταυτόχρονα, εισάγουν μέτρα που εγκαθιδρύουν ένα νέο καθεστώς ημιαπασχόλησης και μερικής συνταξιοδότησης! Στην πράξη, θέλουν εργαζόμενους δεμένους με τη δουλιά μέχρι το θάνατό τους. Χαρακτηριστικά σε κείμενο της Συνόδου τονίζεται κυνικά: «Η επιστράτευση όλων των δυνατοτήτων των ατόμων κάθε ηλικίας, καθ' όλη τη διάρκεια του βίου, αποτελεί το επιστέγασμα της στρατηγικής της ΕΕ για τη γήρανση του εργατικού δυναμικού».

Ο λόγος λήψης αυτών των μέτρων είναι η εξασφάλιση «της ορθής μεταφοράς και εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου», το οποίο «διασφαλίζει ένα πλαίσιο θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ επιχειρήσεων και διευκολύνει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς». Με άλλα λόγια, τα μέτρα αυτά στοχεύουν στη δημιουργία ενός ακόμα πιο φθηνού ευέλικτου και χωρίς δικαιώματα εργατικού δυναμικού που το μεγάλο κεφάλαιο θα το χρησιμοποιεί όπως και όποτε θέλει. Τα όποια προσχήματα υπήρχαν μέχρι σήμερα έχουν διαλυθεί. Η τάξη των καπιταλιστών δείχνει όλο και περισσότερο το πιο σκληρό και απάνθρωπο πρόσωπό της. Οι καπιταλιστές παραμερίζουν κάθε ανθρώπινη αξία στο όνομα της αύξησης των κερδών τους. Αντιμετωπίζουν πλέον τα μέλη της εργατικής τάξης σαν ομιλούντα εργαλεία στη διαδικασία της παραγωγής.

Τα μέτρα αυτά αποκαλύπτουν το σαφέστατο αντεργατικό χαρακτήρα της ΕΕ, που προσπαθούν να αποκρύψουν στην Ελλάδα τα κόμματα του «ευρωμονόδρομου», ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ, και τα οποία όχι απλώς συμφωνούν με αυτή την πολιτική αλλά πρωταγωνιστούν στην προώθηση και εφαρμογή της από όποιο πόστο και να κατέχουν. Ακόμα, δείχνουν την ανάγκη για παραπέρα οργάνωση του αγώνα της εργατικής τάξης και του λαού, το συντονισμό της δράσης τους και την ενίσχυση των ταξικών δυνάμεων στην κατεύθυνση της αντίστασης στα χειρότερα που έρχονται αλλά και της αντεπίθεσης για την υπεράσπιση και τη διεκδίκηση δικαιωμάτων που να καλύπτουν τις σύγχρονες πραγματικές ανάγκες τους.