Την αγγειοπλαστική δημιουργία των εργαστηρίων του Τσανάκ Καλέ έρχεται να «φωτίσει» η έκθεση «Τσανάκ Καλέ, το κάστρο των αγγείων», που φιλοξενείται στο Μουσείο Νεώτερης Κεραμικής (Μελιδώνη 4-6, Κεραμεικός). Θα παρουσιαστούν εκατόν πενήντα αντικείμενα από τη συλλογή του Ιδρύματος Οικ. Γ. Ψαροπούλου - Κέντρο Νεώτερης Κεραμικής. Αλογοκανατάκια, καπακλίδικες κούπες, βαριά διακοσμημένα κροντήρια, πιάτα, καλαθόσχημες φρουτιέρες, δίφωτες λάμπες σε μορφή καραβιού, αλλά και πιάτα απλά με λιτή διακόσμηση, είναι μερικά από εκτιθέμενα αντικείμενα.
Η πόλη ήταν γνωστή, μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα, ως Δαρδανέλια και μετονομάστηκε σε Τσανάκ Καλέ (το κάστρο των αγγείων), όταν πλέον καθιερώθηκε ως κέντρο κεραμικής παραγωγής. Κατά την προ του 1922 εποχή αριθμούσε 10.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 5.000 ήταν Ελληνες και οι 1.000 Αρμένηδες, που ασκούσαν ως κύριο βιοποριστικό επάγγελμα εκείνο του αγγειοπλάστη. Τα Τσανακάδικα, συνοικία της πόλης, συγκέντρωναν μεγάλο αριθμό μαγαζιών με πήλινα χρηστικά και διακοσμητικά αντικείμενα.
Αναφερόμενη στη συγκρότηση της συλλογής, η Μπέτυ Ψαροπούλου σημειώνει: «Τα πρώτα τσανακαλιώτικα αντικείμενα που αγόρασα ήταν πριν από τριάντα χρόνια, ίσως και περισσότερο... σ' ένα παλαιοπωλείο στη χώρα της Ρόδου και ήταν πιάτα. Πιάτα βαλμένα στη σειρά το ένα δίπλα στο άλλο. Ο λόγος που με έκανε να τα αγοράσω ήταν ότι είχαν όλα περίπου το ίδιο σχέδιο... Από κει και πέρα όπου έβρισκα Τσανάκ - Καλέ το αγόραζα χωρίς και εγώ να ξέρω για ποιο λόγο, μιας και η δική μου αισθητική διόλου δε συμβάδιζε με την παραφορτωμένη διακόσμηση αυτών των αντικειμένων».
Τα κεραμικά των εργαστηρίων του Τσανάκ Καλέ έμειναν για πολλά χρόνια στο περιθώριο της έρευνας, θαμμένα στη σκιά των περίφημων αγγείων των εργαστηρίων του Ιζνίκ και της Κιουτάχειας. Η ύπαρξη, ωστόσο, τσανακαλιώτικων αγγείων σε συλλογές μουσείων και ιδιωτών οδήγησε, τα τελευταία χρόνια, στη μελέτη και την προβολή τους. Οσοι ασχολήθηκαν με το θέμα βασίστηκαν στην αξιοποίηση των περιηγητικών κειμένων, καθώς και στην πενιχρή μέχρι σήμερα, αρχαιολογική - ανασκαφική μαρτυρία. Πρώτη ουσιαστική μελέτη ήταν η μονογραφία της Gonul Oney, το 1971, ενώ το βιβλίο της Κατερίνας Κορρέ - Ζωγράφου, «Τα κεραμικά του Τσανάκ Καλέ, 1670 - 1922», συμβάλλει στην ευρύτερη μελέτη του θέματος. Αλλά και στο βιβλίο «Τα κεραμικά του ελληνικού χώρου» (1995), η Κ. Κορρέ - Ζωγράφου αναφέρεται και στην κεραμική του Τσανάκ Καλέ, τονίζοντας ότι «σε όλα τα τσανακαλιώτικα σκεύη, γκλαζούρα, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο έντονη, "σφραγίζει" εντυπωσιακά την εξωτερική επιφάνεια, προσδίδοντας γυάλινη υφή, ενώ η χρωματική γκάμα, εντελώς "φαντασμαγορική", εκφράζεται με έντονα πορτοκαλιά, καφέ, κίτρινα, μοβ, βαθιά μπλε, πράσινα. Συνηθίζονται ελαιοχρώματα που μένουν άψητα και επιζωγραφίζονται πάνω στο υάλωμα. Για το χρυσό χρησιμοποιείται μπρουτζίνα».
Σημειώνουμε ότι η έκθεση θα διαρκέσει έως 31 του Δεκέμβρη και θα λειτουργεί έως 31/9 από τις 9 το πρωί έως τις 9 το βράδυ. Από 1/10 το Μουσείο θα λειτουργεί: Δευτέρα, Πέμπτη, Παρασκευή (9πμ - 3μμ), Τετάρτη (9πμ - 8μμ), Σάββατο (10πμ - 3μμ), Κυριακή (10πμ - 2μμ). Τρίτη κλειστά.