Οι αναδιαρθρώσεις και οι επιδράσεις τους στη διδασκαλία της Χημείας
Κυριακή 12 Δεκέμβρη 2004

H ελαχιστοποίηση των ωρών διδασκαλίας της Χημείας, η κατάργησή της από μάθημα γενικής παιδείας και από μάθημα της τεχνολογικής κατεύθυνσης δίκαια έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις της Ενωσης Ελλήνων Χημικών και των πανεπιστημιακών τμημάτων Χημείας, επειδή οι φοιτητές που εισάγονται σε αυτά έχουν να διδαχτούν ουσιαστικά Χημεία από την πρώτη Λυκείου. Αναμφίβολα, η διδασκαλία της Χημείας είναι απολύτως αναγκαία για να μπορέσουν οι μαθητές να σχηματίσουν ολοκληρωμένη αντίληψη της φυσικής πραγματικότητας και να αποκτήσουν γενικότερα επιστημονική κοσμοαντίληψη, αφού πρόκειται για αντικείμενο με πλούσιες φιλοσοφικές προεκτάσεις. Το πρόβλημα είναι ότι οι όποιες αντιστάσεις αφήνουν στο απυρόβλητο τους πραγματικούς, ιδεολογικούς στόχους που εξυπηρετεί η συρρίκνωση του αναλυτικού προγράμματος της Χημείας και τις ολέθριες επιπτώσεις που έχει γενικότερα η πολιτική αναδόμησης των προγραμμάτων και των βιβλίων στο μορφωτικό επίπεδο και τη συνείδηση που διαμορφώνουν οι μαθητές.

Για να εξετάσουμε την επίδραση των αλλαγών στο πεδίο της Χημείας θα πρέπει να διερευνήσουμε τη φύση των φιλοσοφικών ρευμάτων (θεωριών μάθησης) που κατέχουν τον κυρίαρχο ρόλο στις αλλαγές αυτές. Τα καινούρια σχολικά εγχειρίδια του Γυμνασίου που διδάσκονται στο Γυμνάσιο από το 1998 έχουν σχεδιαστεί κάτω από τη σημαία του εποικοδομητισμού (κονστρουκτιβισμός). Ο κονστρουκτιβισμός αποτελεί το κυρίαρχο αντιδραστικό φιλοσοφικό ρεύμα που επηρεάζει τις εκπαιδευτικές «μεταρρυθμίσεις» στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες. Στη χώρα μας, μάλιστα, ο κονστρουκτιβισμός κατέχει εξέχουσα θέση στη διδασκαλία των Παιδαγωγικών Τμημάτων και στη διδακτική των Φυσικών Επιστημών στις σχολές της Φυσικομαθηματικής.

Η γνώση, σύμφωνα με τους κονστρουκτιβιστές, δεν αντανακλά έναν ανεξάρτητο (αντικειμενικό) κόσμο αλλά δημιουργείται από το άτομο μέσω της υποκειμενικής εμπειρίας. Κατά τον Piaget, η μάθηση θεωρείται ατομική προσωπική διαδικασία που προέρχεται από τη δράση του υποκειμένου στο φυσικό κόσμο (υποκειμενικός ιδεαλισμός), ενώ στο πλαίσιο ενός ρεύματος του κονστρουκτιβισμού (κοινωνικού) η αντικειμενική πραγματικότητα έχει αντικατασταθεί από τις ιδέες της κοινωνίας. Οι θεωρίες των κονστρουκτιβιστών δε διαφέρουν από τις απόψεις του αντιδραστικού φιλόσοφου και ιδρυτή του υποκειμενικού ιδεαλισμού G. Berkeley, κατά τον οποίο όλες οι ιδιότητες των πραγμάτων και ακόμη τα ίδια τα πράγματα δεν είναι παρά ανθρώπινα αισθήματα. Τα αντικείμενα που μας περιβάλλουν δεν υπάρχουν αντικειμενικά και ανεξάρτητα από τον άνθρωπο. Βασική συνέπεια όλων αυτών των θεωριών είναι η αποδυνάμωση της πεποίθησης του ανθρώπου ότι μπορεί να κατακτήσει τη γνώση της πραγματικότητας, φυσικής και κοινωνικής, υποστηρίζοντας ότι τα αντικείμενα της νοητικής ικανότητας είναι εντυπώσεις αισθημάτων και δεν αντανακλούν την ίδια την πραγματικότητα.

Στο πλαίσιο της Χημείας, η επιρροή του ιδεαλισμού είναι καταστροφική, καθώς οδηγεί σε μια συστηματική επίθεση αποσιώπησης ή διαστρέβλωσης της θεμελιακής, για την επιστήμη της Χημείας, ατομικής θεωρίας. Πιο συγκεκριμένα, από το αναλυτικό πρόγραμμα εκλείπει σχεδόν οποιαδήποτε εξήγηση εννοιών της Χημείας με την ατομική θεωρία, ενώ στο Γυμνάσιο η θεωρία αυτή είναι εκτός ύλης. Ταυτόχρονα, αποκρύπτονται οι πειραματικές διαδικασίες που οδήγησαν στην αποδοχή της θεωρίας από τους επιστήμονες και τα επιτεύγματα που προέκυψαν από αυτή, προκειμένου η ατομική θεωρία να εμφανιστεί ως μια απλή φιλοσοφική εικασία. Με άλλα λόγια, εξαιρείται ουσιαστικά από τη διδασκαλία η πρωταρχική θεωρία που θεμελιώνει επιστημονικά την υλιστική αντίληψη του κόσμου, η θεωρία που αποδεικνύει ότι ο φυσικός κόσμος αποτελείται από άπειρους συνδυασμούς των διαφόρων ειδών ατόμων, που με τη σειρά τους αποτελούν διαφορετικές μορφές μιας και της αυτής ύλης.

Σημειώνουμε εδώ, για την ιστορία, ότι η ατομική θεωρία του Δημόκριτου, παρότι εμπεριέχει ορισμένα λανθασμένα συμπεράσματα, αποτέλεσε οδηγό για την επιστήμη για πολλά χρόνια και αντίπαλο ρεύμα στον ιδεαλισμό. Στη συνέχεια, η ανάπτυξη της ορθολογικής Χημείας με την εισαγωγή ποσοτικών πειραματικών μεθόδων οδηγεί στη διατύπωση της ατομικής θεωρίας από τον Dalton, θεωρίας που εξετάζεται σκεπτικιστικά αρχικά από τους Χημικούς, εξαιτίας της υλιστικής αντίληψης που προβάλλει. Οταν γίνεται αποδεκτή από τους επιστήμονες, παρατηρείται εκθετική ανάπτυξη τόσο της οργανικής όσο και της ανόργανης Χημείας, με χαρακτηριστικό το στοιχείο το 50% των απασχολούμενων επιστημόνων στις αρχές του αιώνα να είναι Χημικοί. Η ανάπτυξη των φασματοσκοπικών μεθόδων στηριγμένη στην ατομική θεωρία και στις μεθόδους της Φυσικής θα οδηγήσει στη σπουδαία ανακάλυψη ότι τόσο στον Ηλιο όσο και στη Γη υπάρχουν ίδια στοιχεία (υδρογόνο, ήλιο, νάτριο κ.ά.) απόψεις που θα επιφέρουν ισχυρό πλήγμα στον ιδεαλισμό, αποδεικνύοντας την υλική ενότητα του κόσμου.

Οι εγχώριοι «μεταρρυθμιστές» της εκπαίδευσης, με στόχο να εμποδίσουν τους μαθητές να σχηματίσουν πραγματική, επιστημονική εικόνα του κόσμου και με το επιχείρημα ότι είναι δύσκολο να διδαχθεί η Χημεία σε μικροσκοπικό επίπεδο (ατομική θεωρία) στο Γυμνάσιο, έχουν μετατρέψει τη Χημεία του Γυμνασίου σε πατριδογνωσία δοκιμών και οσφρήσεων, ουσιαστικά σε μάθημα των υποκειμενικών αισθήσεων. Παράλληλα, οι έννοιες της Χημείας, στα σχολικά βιβλία, εκφράζονται ασαφώς, αόριστα, μηχανιστικά ως ρητορικά συμπεράσματα και δεν αντανακλούν σε καμία περίπτωση την πολυπλοκότητα των χημικών φαινομένων. Η ταυτόχρονη τάση για μαθηματικοποίηση της Χημείας αποκόβει τη Χημεία από την πραγματικότητα, οδηγώντας ουσιαστικά στο ίδιο σημείο, στην αποστέωση της γνώσης και στη συνεπαγόμενη αντιπάθεια των μαθητών προς αυτήν, καθώς και στην άγνοια που ανοίγει το δρόμο στην άκριτη αποδοχή ιδεαλιστικών αντιλήψεων. Τελευταία, στα συνέδρια εκφράζεται η άποψη εισαγωγής του κβαντομηχανικού μοντέλου στο Δημοτικό με ένα μηχανιστικό και σχετικιστικό τρόπο, αφού οι μαθητές δεν έχουν ούτε τις γνώσεις, ούτε τις εμπειρίες για να το κατανοήσουν, καθώς και η εκλαϊκευμένη διδασκαλία της επιστήμης με μύθους - κόμικς μέσα από μεταμοντέρνα πλαίσια. Και οι δύο αυτές προσπάθειες αποτελούν την ίδια όψη του νομίσματος που δεν είναι τίποτε άλλο από τον κατακερματισμό και τον εξοβελισμό της επιστημονικής γνώσης από το μαζικό σχολείο, με αποτέλεσμα την καλλιέργεια της σύγχυσης και την ενίσχυση της αμάθειας.

Επομένως, συνειδητή και σκόπιμη είναι η υποβάθμιση της Χημείας, μιας επιστήμης που προβάλλει από τη φύση της υλιστικές απόψεις, γεγονός που τεκμηριώνεται από τη μεταχείριση που έχουν και άλλες επιστήμες που επιβεβαιώνουν τον διαλεκτικό υλισμό. Παράδειγμα είναι η κατάργηση της Γεωλογίας, μιας επιστήμης που διαλεκτικά παρουσιάζει την εξέλιξη του πλανήτη και η κατάργηση της θεωρίας της εξέλιξης στη Βιολογία. Τα στοιχεία αυτά αντανακλούν τη μονομέρεια της εκπαίδευσης παρότι συνθηματικά διακηρύσσεται ο πλουραλισμός. Στη θέση της εξέλιξης, οι μαθητές διδάσκονται μόνο γενετική, η οποία σαφώς αποτελεί σπουδαίο επίτευγμα της επιστήμης, αλλά από μόνη της δεν αντανακλά τον ιστορικό και κοινωνικό χαρακτήρα της επιστήμης της Βιολογίας. Από την άλλη, ο αποκλειστικός προσανατολισμός της Βιολογίας στη δημιουργία γενετικά τροποποιημένων οργανισμών βοηθά στη διαμόρφωση ευνοϊκού κλίματος για την εισαγωγή των μεταλλαγμένων.

Ολες αυτές οι αλλαγές προχωρούν στην Ελλάδα χωρίς να «ανοίξει μύτη» (στο εξωτερικό υπάρχει μεγάλη διαμάχη γύρω από αυτά τα φιλοσοφικά ζητήματα) και με τις επιστημονικές ενώσεις Φυσικών, Χημικών και Βιολόγων να μάχονται για τις ώρες του κάθε μαθήματος. Καμία επί της ουσίας κριτική δεν έγινε τα τελευταία χρόνια από αυτές και τα πανεπιστημιακά τμήματα για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, ένα περιεχόμενο που φαίνεται να ακροβατεί ως αναποδογυρισμένη πυραμίδα, έχοντας αντιεπιστημονικές, μη ορθολογικές και ιδεαλιστικές ρίζες. Είναι σημαντικό βέβαια να μην περάσουν τα σχέδια για τη μείωση των ωρών διδασκαλίας των μαθημάτων των Φυσικών Επιστημών, όμως η διαμάχη στην Παιδεία θα πρέπει να ξεπεράσει τα ειδικά συμφέροντα των επιμέρους ενώσεων και να δοθεί η μάχη στο επίπεδο του περιεχομένου της μάθησης και της αντίληψης που σχηματίζουν για τον κόσμο οι νέοι άνθρωποι.


Μαργαρίτα ΚΟΥΣΑΘΑΝΑ
Δρ Διδακτικής των Φυσικών ΕπιστημώνΠειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Αθηνών